Ως «αδήριτη» οικονομική ανάγκη, έθεσε την οικοδόμηση ενός νέου μοντέλου συνεργατικότητας για τον αγροδιατροφικό τομέα, ο γενικός διευθυντής της διαΝΕΟσις, Διονύσης Νικολάου, μιλώντας από το βήμα του 8ου συνεδρίου Αγροτεχνολογίας που διοργάνωσε απόψε στη Θεσσαλονίκη το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο.
Λέγοντας ότι η οικονομική κρίση το 2009 «ήλθε και σάρωσε το ήδη σαθρό οικοδόμημα των αγροτικών συνεταιρισμών», πρόσθεσε ότι τελικά έμειναν ζωντανοί μόνο όσοι αγροτικοί συνεταιρισμοί ήταν πραγματικά υγιείς και σε στέρεες συνεργατικές βάσεις.
«Μόνο που αυτοί ήταν πολύ λίγοι», σημείωσε και αποκάλυψε ότι «από τους 6500 συνεταιρισμούς, τις 137 Ενώσεις και τις 100 ανώνυμες εταιρείες και τις 100 κεντρικές οργανώσεις με διάφορες επωνυμίες μόνο 20 είναι σήμερα οικονομικά βιώσιμες».
Τόνισε δε ότι, «οι οικονομικές συνέπειες της κατάρρευσης αυτής, απεικονίζονται αρχικά από το τεράστιο οικονομικό βάρος το οποίο έχει συσσωρευθεί και που περίπου ανέρχεται σε 2,4 δισ. ευρώ». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «το προαναφερόμενο ποσό γίνεται ακόμη μεγαλύτερο αν ληφθεί υπόψη η υποχρησιμοποίηση ή και η απαξίωση των υποδομών που είχαν δημιουργηθεί με δάνεια και κοινωτικές επιδοτήσεις».
Ωστόσο, πέραν και των μεγάλων οικονομικών ζημιών, ο κ. Νικολάου έθεσε πρώτο στη λίστα των ζημιών «την κατάρρευση της συνεταιριστικής εμπιστοσύνης ως απώλεια Κοινωνικού Κεφαλαίου με όλες τις επιπτώσεις στον μικρό κλήρο και τους συνεταιριζομένους.
Εκφράζοντας την πεποίθησή του ότι ένα νέο μοντέλο συνεργατικότητας για τον πρωτογενή τομέα στην Ελλάδα «μπορεί να αποτελέσει μέρος της λύσης πολλών από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και να αποβεί δυναμικός μοχλός ανάπτυξης», ο κ. Νικολάου υπογράμμισε την «ανάγκη δημιουργίας μιας νέας συνεταιριστικής κουλτούρας στη χώρα μας, σε όλη την οικονομική αλυσίδα από την παραγωγή έως την κατανάλωση που δεν είχαν μέχρι τώρα οι συνεταιρισμοί».
Μεταξύ των προτάσεων της διαΝΕΟσις, συμπεριλαμβάνονται η δημιουργία ενός νόμου πλαισίου, που να δίνει στα νέα συνεργαζόμενα σχήματα την ευελιξία να καθορίζουν οι ίδιοι μέσω του καταστατικού τους τα παραπάνω θέματα οργάνωσης και λειτουργίας στο πλαίσιο υγιούς επιχειρηματικότητας και ανταγωνιστικότητας, παροχή φορολογικών κινήτρων, ισχυρές δεσμεύσεις διαφάνειας, βελτίωση των όρων συμμετοχής και δημιουργία Οργανισμού Προώθησης εξωστρέφειας και διεθνούς δικτύωσης στον αγροτοδιατροφικό τομέα (κατά το πρότυπο ΣΕΤΕ στον τουρισμό), με μέλη τα συνεταιριστικά σχήματα και χωρίς κρατική ανάμειξη.
Επιπλέον, στις προτάσεις της διαΝΕΟσις, συμπεριλαμβάνονται η δημιουργία ειδικών γεωργικών τμημάτων στα επιμελητήρια με μέλη έχοντα κύρια απασχόληση τις αγροτικές δραστηριότητες και κίνητρα συμμετοχής μεμονομένων αγροτών ή συνεταιριστικών σχημάτων, εισαγωγή του θεσμού «διαμεσολαβητή συνεργασίας» με στόχο τον συντονισμό της προετοιμασίας του συναιτεριστικού, πρόγραμμα αναδασμού ακινήτων, ευνοϊκά προγράμματα ενοικίασης Δημοσίων εκτάσεων και υποδομών στο πλαίσιο μέτρων συνεργατικότητας και αξιοποίηση των κοινοτικών κινήτρων για καινοτομία, μεταφορά γνώσεων και εμπειριών στα σχήματα συνεργατικότητας.
Για την διαΝΕΟσις, σύμφωνα με τον κ. Νικολάου, υψίστης σημασίας είναι η προώθηση της Συμβολαιακής Γεωργίας και η εκπαίδευση και ενημέρωση υποψηφίων συνεργαζομένων με πρωτοβουλία και χρηματοδότηση των τραπεζών.
«Βεβαίως, η υλοποίηση των προαναφερόμενων προτάσεων δεν εγγυάται ότι τα ελληνικά ροδάκινα θα κατακτήσουν, επιτέλους, τις αγορές ολόκληρου του πλανήτη ή ότι το ελληνικό ελαιόλαδο θα εκτοπίσει την Ιταλία. Είναι όμως τα πρώτα αναγκαία βήματα για να επιβιώσουμε σε ένα κόσμο που αλλάζει», επισήμανε χαρακτηριστικά.
Μεταξύ άλλων, στην ομιλία του ο ίδιος επισήμανε ότι ο πρωτογενής τομέας αλλάζει ραγδαία παγκοσμίως, ωθούμενος από ποικιλόμορφους παράγοντες, όπως η εισαγωγή καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων στην παραγωγή και τη μεταποίηση, οι εξελίξεις στη βιοτεχνολογία αλλά και οι επιταχυνόμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε όλα τα οικοσυστήματα του πλανήτη. «Σε αυτό το ρευστό τοπίο, ωστόσο, η χώρα μας παραμένει στάσιμη και απροετοίμαστη», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε «η ανάπτυξη νέων, αποτελεσματικών συνεργατικών σχημάτων είναι μια απολύτως απαραίτητη αρχή, για να μπορέσει να παρακολουθήσει τις εξελίξεις και για να διεκδικήσει μια καλύτερη θέση στην παγκόσμια αγροδιατροφική αγορά».
Μεταξύ άλλων, στην ομιλία του ο ίδιος επισήμανε ότι ο ελληνικός πρωτογενής τομέας μαστίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα και μικρή διείσδυση σε ξένες αγορές και τόνισε ότι η «έλλειψη μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής στην αλυσίδα παραγωγής και τελικής διάθεσης είναι η βασική αιτία που δεν έχουν κυριαρχήσει στις παγκόσμιες αγορές τα εξαιρετικά προϊόντα της Ελληνικής γης».