Η Παγκόσμια Τράπεζα κάλεσε τις φτωχές και αναπτυσσόμενες χώρες, οι οποίες αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο πρόβλημα με την παχυσαρκία, να φορολογήσουν τα τρόφιμα που θεωρούνται πιο επιβλαβή για την υγεία επειδή περιέχουν υπερβολικά πολλά λίπη, ζάχαρη ή αλάτι.
Η έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που δόθηκε στη δημοσιότητα επισημαίνει πόσο σημαντική είναι «η πολιτική μιας ισχυρής φορολογικής πολιτικής, για παράδειγμα, η φορολόγηση των ειδών διατροφής που βλάπτουν την υγεία», επισημαίνει στην ανακοίνωσή της.
Η παχυσαρκία δεν αποτελεί μόνο πρόβλημα των πλούσιων χωρών. Από το 1975 το ποσοστό των παχύσαρκων έχει τριπλασιαστεί σε παγκόσμια κλίματα και το κόστος που συνεπάγεται η ασθένεια αυτή είναι εκρηκτικό για τις χώρες. Τα τρία τέταρτα των παχύσαρκων ενηλίκων και το 80% των παιδιών ζουν πλέον σε χώρες με χαμηλά ή μέσα εισοδήματα, κυρίως στη Λατινική Αμερική. Ταυτόχρονα, πολλές χώρες αντιμετωπίζουν και πρόβλημα υποσιτισμού.
Η Παγκόσμια Τράπεζα προειδοποιεί ότι το κόστος δεν σταματά να πολλαπλασιάζεται: αυξάνονται οι αναπηρίες, οι δαπάνες του συστήματος υγείες, μειώνεται η παραγωγικότητα, παρατηρείται αποχή από την εργασία αλλά και αύξηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων. Η έκθεση επισημαίνει τον σημαντικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν οι κυβερνήσεις, οι οποίες προτρέπονται να υιοθετήσουν αποτελεσματικά συστήματα υγείας.
Οι χώρες καλούνται επίσης να επιβάλουν μέτρα πρόληψης και εκπαίδευσης (για παράδειγμα, να καταστεί υποχρεωτική η σήμανση των επεξεργασμένων τροφίμων, να μειωθεί το αλάτι και η ζάχαρη, να επενδύσουν σε προγράμματα διατροφής για τα νήπια) καθώς επίσης και να φτιάξουν παιδικές χαρές στα σχολεία και πεζοδρόμους.
Η παχυσαρκία είναι ένα από τους τρεις κυριότερους παράγοντες θανάτου σε όλον τον κόσμο, καθώς στοιχίζει τη ζωή σε 4 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο. Μέσα στην επόμενη 15ετία, το κόστος που συνδέεται με την παχυσαρκία θα φτάσει τα 7 τρισεκατομμύρια δολάρια στις αναπτυσσόμενες χώρες, σύμφωνα με μια εκτίμηση. Στην Κίνα, το κόστος των υπηρεσιών υγείας για ασθένειες που συνδέονται με την παχυσαρκία ξεπέρασε το 3% το 2009, ενώ το 2000 ήταν μόλις 0,5% των συνολικών δαπανών για την υγεία. Στη Βραζιλία εκτιμάται ότι το κόστος σχεδόν θα διπλασιαστεί μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, ξεπερνώντας τα 10 δισεκατομμύρια, από 6 δισ. δολάρια που ήταν το 2010.