Την εκτίμηση ότι το ύψος των ελληνικών εξαγωγών θα μπορούσε, υπό προϋποθέσεις, να «πιάσει» φέτος τον στόχο για την αύξησή του στο 20% του ελληνικού ΑΕΠ, έναντι 18,4% σήμερα, διατύπωσε σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού-Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM» ο πρόεδρος του Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΣΕΒΕ), δρ Γεώργιος Κωνσταντόπουλος.
Επισήμανε, ωστόσο, ότι για να ανέβει ο πήχης στο επιθυμητό επίπεδο, είναι απαραίτητο να μπουν στο παιχνίδι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ).
«Οι ΜμΕ είναι πολύ πίσω στις εξαγωγές -για πολλούς λόγους. Μόνο 260 επιχειρήσεις, που είναι το 2% του συνόλου των επιχειρήσεων της χώρας, κάνουν το 50% των ελληνικών εξαγωγών και το 98% μοιράζεται το υπόλοιπο 50%.
Αυτό είναι μια στρέβλωση στην αγορά, ενώ αντίθετα, αν πάρουμε ως παράδειγμα μια κλασική εξαγωγική και βιομηχανική χώρα, τη Γερμανία, αυτή μπορεί μεν να έχει επιχειρηματικούς κολοσσούς με τεράστιες διεθνείς πωλήσεις, αλλά και οι ΜμΕ συμβάλουν πάρα πολύ στις εξαγωγές της», παρατηρεί ο δρ. Κωνσταντόπουλος.
Επισημαίνει, δε, ότι ο Σύνδεσμος ήδη εργάζεται προς την κατεύθυνση της εξαγωγικής κινητοποίησης των ΜμΕ, μέσω -για παράδειγμα – του cluster που συστάθηκε για το ακτινίδιο και ήδη έχει καλά αποτελέσματα, καθώς επιτρέπει σε παραγωγούς κι επιχειρήσεις να ενώσουν τις δυνάμεις τους, για να μπορούν να ανταποκριθούν στις μεγάλες ζητήσεις και παραγγελίες του εξωτερικού. Παράλληλα, προ των πυλών βρίσκεται η δημιουργία αντίστοιχης επιχειρηματικής «συστάδας» για τα προϊόντα αγροτεχνολογίας «με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας».
«Με διάφορες ενέργειες -όπως η διοργάνωση ξένων επιχειρηματικών αποστολών προς τη Βόρεια Ελλάδα, οι συναντήσεις B2B στο εξωτερικό, η πρόσκληση ξένων επιχειρήσεων ώστε να δουν τις παραγωγικές εγκαταστάσεις μας και πώς ανταποκρινόμαστε στις διεθνείς επιταγές για την ποιότητα και τη βιώσιμη ανάπτυξη- προσπαθούμε ως ΣΕΒΕ να ανεβάσουμε τις εξαγωγές, κυρίως στοχευμένα στις ΜμΕ, όπου εντοπίζεται το βασικό πρόβλημα», υπογράμμισε.
Κατά τον δρα Κωνσταντόπουλο, οι προσδοκίες των εξαγωγέων για το 2020 είναι αυξημένες: «Πήγε σχετικά καλά το 2019, σε σχέση με το 2018, αφού πέρυσι πλησιάσαμε τα 34 δισ. ευρώ, έναντι 33 και κάτι δισ. ευρώ πρόπερσι.
Πιστεύω ότι στεκόμαστε καλύτερα στα πόδια μας και με μια σειρά μέτρων που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση, όσον αφορά τη φορολογία και τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των υψηλά αμειβόμενων εξαγωγικών στελεχών, αναπνέουμε καλύτερα και εκτιμώ πως μπορούμε να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί.
Αυτό το όφελος που υπάρχει, και στη φορολογία μας και στα μερίσματα, δεν το μετακυλίουμε στην τσέπη μας, αλλά στην παροχή των υπηρεσιών και των αγαθών μας, μειώνοντας την τελική τιμή τους. Αυτό είναι ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, το οποίο ελπίζουμε να το εκμεταλλευτούμε όσο γίνεται καλύτερα.
Είμαστε ακόμα πολύ πίσω στις εξαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ, στο 18,4%, ο στόχος μας είναι να φτάσουμε τουλάχιστον στο 20% το 2020, γιατί είμαστε πολύ πίσω σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που κυμαίνεται γύρω στο 33%».