Οι αντιμονοπωλιακές ρυθμιστικές αρχές της ΕΕ θα αποφασίσουν έως τις 17 Ιουνίου εάν θα εγκρίνουν τη συγχώνευση της Fiat Chrysler και της PSA, αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δήλωσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως αναφέρει το Reuters.
Οι εταιρείες ανακοίνωσαν τη συμφωνία για τη δημιουργία της τέταρτης μεγαλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας στον κόσμο τον Δεκέμβριο 2019, θέτοντας κάτω από τη στέγη τις μάρκες της ιταλικής εταιρείας όπως Fiat, Jeep, Dodge, Ram, Maserati και η γαλλική εταιρεία τις μάρκες Peugeot, Opel/Vauxhall και DS.
Οι αρχές του ανταγωνισμού στην ΕΕ μπορούν να εγκρίνουν τη συμφωνία με ή χωρίς όρους ή να ξεκινήσουν μια διερεύνηση πλήρους κλίμακας περίπου τεσσάρων μηνών μετά το τέλος της προκαταρκτικής επανεξέτασης σε περίπτωση που εντοπίσουν σημαντικά προβλήματα.
Η συμφωνία έρχεται εν μέσω πτώσης των πωλήσεων αυτοκινήτων σε όλο τον κόσμο, καθώς οι εταιρείες έκλεισαν τις γραμμές παραγωγής και τους εκθεσιακούς χώρους για να περιορίσουν το ξέσπασμα του κορονοϊού, παρότι ορισμένες εταιρείες ανοίγουν ξανά εργοστάσια.
Η συνδυασμένη εταιρεία θα έχει ετήσιες πωλήσεις μονάδων 8,7 εκατομμυρίων οχημάτων, με έσοδα σχεδόν 170 δισ. ευρώ, επαναλαμβανόμενα λειτουργικά κέρδη άνω των 11 δισ. ευρώ και περιθώριο κέρδους εκμετάλλευσης 6,6%, με βάση τα στοιχεία του 2018, αναφέρεται στην επίσημη ανακοίνωση των εταιρειών.
«Ο ισχυρός συνδυασμένος ισολογισμός παρέχει σημαντική οικονομική ευελιξία και άφθονο περιθώριο τόσο για την εκτέλεση στρατηγικών σχεδίων όσο και για την επένδυση σε νέες τεχνολογίες. Η νέα κοινή εταιρεία θα έχει μια ισορροπημένη και κερδοφόρα παγκόσμια παρουσία και θα καλύπτει όλα τα βασικά τμήματα των οχημάτων από την premium κατηγορία των επιβατικών αυτοκίνητα μέχρι SUV, φορτηγά και ελαφρά επαγγελματικά οχήματα.
Αυτή η προσπάθεια θα υποστηριχθεί από την παρουσία της FCA στη Βόρεια Αμερική και τη Λατινική Αμερική και τη σταθερή θέση του Groupe PSA στην Ευρώπη. Ο νέος Όμιλος θα έχει πολύ μεγαλύτερη γεωγραφική ισορροπία με το 46% των εσόδων που προέρχονται από την Ευρώπη και το 43% από τη Βόρεια Αμερική, με βάση τα συγκεντρωτικά στοιχεία του 2018 για κάθε εταιρεία.
Ο συνδυασμός θα προσφέρει την ευκαιρία στη νέα εταιρεία να αναδιαμορφώσει τη στρατηγική της και σε άλλες περιοχές», αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση των εταιριών.