Οι τράπεζες της Ευρωζώνης έχουν υψηλή έκθεση σε βιομηχανίες εντάσεως άνθρακα και αντιμετωπίζουν σημαντικούς κινδύνους που σχετίζονται με την αλλαγή του κλίματος και επομένως πρέπει να αρχίσουν από τώρα να διαμορφώνουν τη δυνατότητά τους να τους διαχειριστούν, δήλωσε σήμερα ο επικεφαλής της τραπεζικής εποπτείας της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Αντρέα Ενρία.
Η ΕΚΤ έχει ζητήσει από τις τράπεζες να αρχίσουν να δημοσιοποιούν στοιχεία για τους κινδύνους τους σχετικά με το κλίμα και το περιβάλλον και τους έχει πει να συμπεριλάβουν τους παράγοντες αυτούς σε μία πιο μακροπρόθεσμη επιχειρηματική στρατηγική.
«Μία απότομη μετάβαση σε μία οικονομία με χαμηλό άνθρακα θα είχε σημαντική επίπτωση σε οικονομικούς κλάδους που είναι ευαίσθητοι στο κλίμα, προκαλώντας μία αύξηση των ζημιών του τραπεζικού συστήματος έως και 60% σε σύγκριση με το βασικό σενάριο», τόνισε ο Ενρία σε ομιλία του.
«Κατά μέσο όρο, το 15% των ανοιγμάτων των σημαντικών ιδρυμάτων αφορά σε εταιρείες με τη μεγαλύτερη ένταση σε άνθρακα», πρόσθεσε, αναφερόμενος στις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρώπης, τις οποίες εποπτεύει απευθείας η ΕΚΤ.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κίνδυνος του κλίματος τείνει να υλοποιείται μακροπρόθεσμα, ενώ οι τράπεζες κατά κανόνα παρακολουθούν τους κινδύνους για το επόμενο έτος και οι εποπτικές απαιτήσεις ενισχύουν αυτή τη βραχυπρόθεσμη προσέγγιση, σημείωσε ο Ενρία.
Αν και η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής αποτελεί «κρίσιμης σημασίας αποστολή», έχει δεχτεί κριτική για τις αγορές από αυτή εταιρικών ομολόγων, στις οποίες περιλαμβάνονται δισεκατομμύρια ευρώ χρέους των πιο ρυπογόνων εταιρειών. Η ΕΚΤ, ωστόσο, αναφέρει ότι η εξαίρεση εταιρειών από τις αγορές ομολόγων, με βάση τη δραστηριότητά τους, βρίσκεται εκτός του πεδίου της νομισματικής πολιτικής και θα υπερέβαινε συνεπώς την εντολή της.