Η νομική διαμάχη μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Apple για ζητήματα φορολόγησης δεν έχει τελειώσει, καθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα εφεσιβάλει την απόφαση του δικαστηρίου για το ζήτημα της φορολόγησης της αμερικανικής εταιρείας στη Δημοκρατία της Ιρλανδίας.
Το γενικός δικαστήριο της ΕΕ είχε αποφανθεί τον Ιούλιο ότι η Ένωση δεν κατόρθωσε να αποδείξει ότι η ιρλανδική κυβέρνηση είχε δώσει αθέμιτα φορολογικά προνόμια στον τεχνολογικό κολοσσό.
Η ομάδα της Κομισιόν, της οποίας ηγείται η Επίτροπος Ανταγωνισμού της ΕΕ Μαργκρέτε Βεστάγκερ, είχε αποφανθεί το 2016 ότι η Apple έπρεπε να πληρώσει 13 δισ. ευρώ (15,17 δισ. δολ.) σε μη καταβληθέντες φόρους στην Ιρλανδία, με το αιτιολογικό ότι η κυβέρνηση της τελευταίας παρείχε ειδικά φορολογικά προνόμια στην εταιρεία.
Τόσο όμως η ιρλανδική κυβέρνηση όσο και η Apple αμφισβητούν έκτοτε τη σχετική ετυμηγορία της Επιτροπής.
Η Κομισιόν προσφεύγει τώρα στην ανώτατη δικαστική αρχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η Επιτροπή αποφάσισε να προσφύγει στο Δικαστήριο της ΕΕ ενάντια στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου του Ιουλίου του 2020 για το ζήτημα των κρατικών ενισχύσεων προς την Apple στην Ιρλανδία» ανέφερε η κ. Βεστάγκερ σε δήλωσή της νωρίτερα σήμερα.
Κάνοντας λόγο για λαθεμένη νομική ερμηνεία στην πρωτόδικη απόφαση, η Ευρωπαία επίτροπος σημείωσε ότι «θα πρέπει να συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε όλα τα εργαλεία που έχουν στη διάθεσή μας προκειμένου να διασφαλίζουμε ότι οι εταιρείες θα πληρώνουν δίκαιο μερίδιο σε φόρους».
Αντιδρώντας στα νέα περί της έφεσης, εκπρόσωπος της Apple τόνισε: «Θα εξετάσουμε την έφεση της Κομισιόν όταν τη λάβουμε, ωστόσο αυτή δεν πρόκειται να αλλάξει τα συμπεράσματα επί γεγονότων στα οποία κατέληξε το Γενικό Δικαστήριο, που αποδεικνύουν ότι συμμορφωνόμαστε πάντα με τον νόμο στην Ιρλανδία, όπως κάνουμε σε οποιαδήποτε χώρα δραστηριοποιούμαστε».