Η πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων αναμένουν να επιστρέψουν στα προ-COVID επίπεδα κερδοφορίας μέχρι το τέλος του 2022, επισημαίνεται στη νέα έρευνα του τομέα Επιχειρηματικής Τραπεζικής της HSBC.
Ενώ ολόκληρος ο κόσμος αναμένει να γίνουν ευρέως διαθέσιμα τα εμβόλια κατά του COVID, η ετήσια Ετήσια έρευνα HSBC Navigator αποκαλύπτει τις προσδοκίες και τις εκτιμήσεις περισσοτέρων από 10.000 εταιρειών σε 39 χώρες και γεωγραφικές περιφέρειες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Αξιοσημείωτος ο περιορισμός της αισιοδοξίας
Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα HSBC Navigator, παρά το γεγονός ότι το 2019 οι ελληνικές επιχειρήσεις ήταν μεταξύ των πιο αισιόδοξων στην Ευρώπη σχετικά με τη μελλοντική τους ανάπτυξη, το 2020 οι εκτιμήσεις τους είναι αρκετά πιο απαισιόδοξες και δυσμενέστερες από αυτές των εταιρειών στην υπόλοιπη Ευρώπη και παγκοσμίως. Το ποσοστό των ελληνικών επιχειρήσεων που είναι περισσότερο αισιόδοξες για τις προοπτικές ανάπτυξής τους σε σχέση με το προηγούμενο έτος έπεσε από 65% το 2019, στο 28% το 2020, μια πτώση σημαντικά πιο έντονη από αυτή που σημειώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μόνο το 9% των ελληνικών επιχειρήσεων είναι πλέον πιο κερδοφόρες σε σύγκριση με τα προ- COVID επίπεδα και το 34% αναμένει να επιστρέψει στην προ- πανδημίας κερδοφορία μέχρι το τέλος του 2021. Πάντως, το 32% και το 11% των επιχειρήσεων θεωρούν ότι θα χρειαστούν μέχρι το τέλος του 2022 και του 2023 αντίστοιχα, προκειμένου να κερδίσουν το χαμένο έδαφος από την κρίση της πανδημίας. Μάλιστα, το 8% βλέπει κάτι τέτοιο να πραγματοποιείται από το 2024 και έπειτα.
Όπως γίνεται και σε παγκόσμιο επίπεδο, η επιδημία δεν φαίνεται να οδηγεί τις επιχειρήσεις να εγκαταλείπουν τις επενδύσεις για την ανάπτυξή τους. Το 63% των ελληνικών επιχειρήσεων πρόκειται να αυξήσουν τις επενδύσεις τους τον επόμενο χρόνο. Λιγότερες από μία στις πέντε θα μειώσουν τις επενδύσεις τους. Οι ελληνικές επιχειρήσεις προγραμματίζουν να εστιάσουν τις επενδύσεις τους στο μάρκετινγκ, τις ταμειακές ροές και τη διαχείριση των κεφαλαίων τους και στη βελτίωση της εμπειρίας των πελατών τους.
Θετικές παραμένουν οι προοπτικές του διεθνούς εμπορίου
Ενώ το 81% των ελληνικών επιχειρήσεων θεωρούν ότι το διασυνοριακό εμπόριο έχει γίνει πιο δύσκολο μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, η προσήλωσή τους στην εξεύρεση διεθνών ευκαιριών δεν έχει περιοριστεί. Το 71% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα δήλωσαν θετικές ως προς τις προοπτικές τους για το διεθνές εμπόριο κατά την επόμενη διετία. Το ποσοστό, όμως, αυτό έχει μειωθεί κατά 10% σε σχέση με το 2019, ακολουθώντας τις παγκόσμιες τάσεις.
Οι ελληνικές διεθνείς επιχειρήσεις έχουν αυξήσει την αναλογία του διεθνούς τους εμπορίου, με μία στις τρεις να δραστηριοποιείται στο εξωτερικό σε ποσοστό που υπερβαίνει το 50%, ποσοστό αντίστοιχο με τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Η Ευρώπη είναι ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος για την Ελλάδα, με το 84% των ελληνικών επιχειρήσεων να δραστηριοποιούνται σε Ευρωπαϊκές αγορές, ενώ ακολουθεί η Βόρεια Αμερική (28%). Κατά τα επόμενα 3-5 χρόνια, η Ευρώπη αναμένεται να παραμείνει η πιο σημαντική γεωγραφική περιφέρεια για την Ελλάδα εμπορικά.
Αλλάζοντας τις εφοδιαστικές αλυσίδες
Κατά το περασμένο έτος, περισσότερες από 9 στις 10 επιχειρήσεις είχαν προβληματισμούς για την εφοδιαστική τους αλυσίδα, οι οποίοι σχετίζονται κυρίως με τα αυξανόμενα κόστη (49%), τους οικονομικούς πόρους/ χρόνο που απαιτήθηκε για τη διαχείριση της εφοδιαστικής αλυσίδας (31%) και τη μεγάλη απόσταση που έχουν οι προμηθευτές από τους πελάτες τους (31%). Οι βασικές προτεραιότητες των ελληνικών εταιρειών ως προς την εφοδιαστική τους αλυσίδα κατά το 2021 είναι η αύξηση της χρήσης της τεχνολογίας (72% στην Ελλάδα έναντι 48% παγκοσμίως) καθώς και η αυστηροποίηση των συμβάσεων/προδιαγραφών με τους προμηθευτές τους (53% έναντι 38%).
Η ενίσχυση της βιωσιμότητας φέρνει ευκαιρίες
Το 94% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα θεωρούν ότι πολλαπλές ευκαιρίες απορρέουν από την ενίσχυση των περιβαλλοντικών και ηθικών τους προτύπων. Ως πιο σημαντικές τέτοιες ευκαιρίες αναφέρθηκαν: η βελτίωση της φήμης της εταιρείας (39%), η ενίσχυση των τοπικών κοινοτήτων (37%), η προσέλκυση επενδύσεων (33%) και η βελτίωση της ευεξίας των εργαζομένων (33%). Το 75% των ελληνικών εταιρειών αναμένουν ότι οι πωλήσεις τους θα αυξηθούν το επόμενο έτος λόγω της εστίασης στη βιωσιμότητα, με την πλειοψηφία (51%) να αναμένει ότι η αύξηση αυτή θα είναι μέτρια – έως 5%.
Αν και κάτω από τον παγκόσμιο μέσο όρο, η πλειονότητα των ελληνικών εταιρειών έχει σχέδια ή έχει ήδη θέσει στόχους για διάφορες πτυχές των ζητημάτων Περιβαλλοντικής Κοινωνικής και Εταιρικής Διακυβέρνησης (ΠΚΕ). Το 76% των ελληνικών εταιρειών (από 69% το 2019) καταμετρούν τις επιδόσεις τους ως προς την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το 81% (από 59% το 2019) αξιολογούν την κοινωνική τους βιωσιμότητα και το 59% (62% το 2019) παρακολουθούν τις επιδόσεις τους σε τομείς της εταιρικής διακυβέρνησης.
Ο Peter Yeates, CEO της HSBC στην Ελλάδα Greece τόνισε:
«Η αισιοδοξία των ελληνικών επιχειρήσεων έχει περιοριστεί σημαντικά εξαιτίας της κρίσης του κορωνοΐου, αλλά ορισμένα από τα ευρήματα της έρευνας είναι ενθαρρυντικά για την ανάκαμψη μετά την πανδημία. Οι ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να είναι πρόθυμες να επενδύσουν στην ανάπτυξή τους, είναι θετικές ως προς τις προοπτικές του διεθνούς τους εμπορίου και προσπαθούν να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες στο εξωτερικό.
Είναι, επίσης, ελπιδοφόρο ότι συνειδητοποιούν ότι η μελλοντική τους ανάπτυξη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την προσήλωσή τους στη βιωσιμότητα. Εάν οι κυβερνήσεις, οι ρυθμιστικές αρχές, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι εταιρείες σε όλο τον κόσμο αντιμετωπίσουν την πανδημία ως αφορμή για αφύπνιση, τότε μπορούμε να αναμένουμε μια πιο βιώσιμη επανεκκίνηση της οικονομίας μετά το τέλος αυτής της πρωτοφανούς κρίσης».