Βελτιώθηκε σημαντικά η αισιοδοξία των συμβούλων μάνατζμεντ στο τέλος του 2020, τόσο αναφορικά με την εξέλιξη των θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών όσο και των συντελεστών της παραγωγής μετά από ένα έτος.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Συνδέσμου Εταιρειών Συμβούλων Μάνατζμεντ Ελλάδος (ΣΕΣΜΑ), ο γενικός δείκτης GRe+1, ο οποίος είναι ο μέσος των δεικτών οικονομικής συγκυρίας και παραγωγικών συντελεστών, διαμορφώθηκε σε 46,1%, έναντι 29,3% που ήταν η τιμή το τρίτο τρίμηνο 2020.
Σύμφωνα με τον ΣΕΣΜΑ, η μεγαλύτερη αισιοδοξία οφείλεται στην έναρξη των εμβολιασμών, τις προσδοκίες εισροής κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης, την αύξηση των εξαγωγών προϊόντων, καθώς και στις προβλέψεις για θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας το 2021.
Ωστόσο, λόγω της πανδημίας, η οποία ανέτρεψε την αισιοδοξία του 2019, η εικόνα που προκύπτει από τη σύγκριση ολόκληρου του 2020 με το 2019 είναι αρκετά διαφορετική. Η μέση τιμή του δείκτη μειώθηκε το 2020 σε 27,5% από 42,5% το προηγούμενο έτος, τιμή που ήταν η υψηλότερη από το 2014 όταν άρχισε η δημοσιοποίηση του γενικού δείκτη GRe+1.
Ο δείκτης οικονομικής συγκυρίας σημείωσε νέα άνοδο. Συγκεκριμένα, στο τέλος του 2020, ο μέσος όρος της διαφοράς μεταξύ των ποσοστών «θετικών» και «αρνητικών» απαντήσεων για τις πέντε μεταβλητές του δείκτη οικονομικής συγκυρίας (ρυθμός οικονομικής μεγέθυνσης, ανεργία, ιδιωτικές επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, εξαγωγές και ποσοστό μεταβολής του γενικού επιπέδου των τιμών) αυξήθηκε από 29,7% που ήταν στο τέλος Σεπτεμβρίου 2020 σε 47,2%. Η βελτίωση του τέταρτου τριμήνου οφείλεται στην άνοδο όλων των συνιστωσών του δείκτη, αλλά κυρίως στις προβλέψεις για τη μεγέθυνση του ΑΕΠ, τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
Ωστόσο, καταγράφηκε επιδείνωση του δείκτη οικονομικής συγκυρίας σε επίπεδο συνολικού έτους μεταξύ του 2020 και του 2019. Ο μέσος όρος της διαφοράς «αισιοδοξίας» – «απαισιοδοξίας» περιορίστηκε σε 21,1%, από 45,3%. Η κάμψη αυτή μάλιστα αφορά σε όλα τα επιμέρους μεγέθη. Τούτο οφείλεται στην απότομη επιδείνωση των προσδοκιών το πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Εν συνεχεία, υπήρξε βελτίωση η οποία καταγράφηκε στην προηγούμενη και στην παρούσα έκδοση.
Βελτίωση υπήρξε επίσης και στις προσδοκίες για τους συντελεστές της παραγωγής μετά από ένα έτος. Συγκεκριμένα, ο μέσος όρος της διαφοράς «αισιοδοξίας» και «απαισιοδοξίας» για τις μεταβλητές του δείκτη παραγωγικών συντελεστών (ανθρώπινο δυναμικό, συνθήκες χρηματοδότησης, δημόσιες υποδομές, επιχειρηματικότητα και θεσμικό πλαίσιο) διευρύνθηκε σε 44,9% στο τέλος του έτους από 28,8% το τρίτο τρίμηνο 2020. Η βελτίωση μάλιστα αυτή προήλθε από όλες τις μεταβλητές, δηλαδή: ανθρώπινο δυναμικό, χρηματοδότηση, επιχειρηματικότητα, δημόσιες υποδομές και θεσμικό πλαίσιο.
Η εικόνα που προκύπτει για το σύνολο του 2020 είναι όμως διαφορετική. Ο μέσος όρος των τεσσάρων τριμήνων του δείκτη παραγωγικών συντελεστών διαμορφώθηκε σε 34,0%, καταγράφοντας μικρή πτώση έναντι μέσου όρου 39,8% το 2019. Η εξέλιξη αυτή προήλθε κυρίως από τη μείωση των δεικτών για την επιχειρηματικότητα και τη χρηματοδότηση και δευτερευόντως από την κάμψη του δείκτη για το θεσμικό πλαίσιο.
Αντίθετα, περισσότερη αισιοδοξία καταγράφηκε για τις δημόσιες υποδομές και την αποτελεσματικότητα του ανθρώπινου δυναμικού. Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η τιμή του δείκτη το 2020 είναι η δεύτερη υψηλότερη από το 2014, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το Βαρόμετρο και οι συνιστώσες του.
Η έρευνα εξέτασε επίσης τις απόψεις των συμβούλων μάνατζμεντ για την όσο το δυνατόν αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των πόρων που αναμένεται να εισρεύσουν στη χώρα την επόμενη πενταετία μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Οι σύμβουλοι μάνατζμεντ θεωρούν ότι ο ορθολογικός σχεδιασμός των έργων, τα οποία θα χρηματοδοτηθούν από το Ταμείο, αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα για την αξιοποίηση των πόρων με αποτελεσματικό τρόπο. Δεύτερος σε σημασία παράγων είναι η προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και ακολουθούν η σύναψη συμβάσεων-πλαίσιο με τους προμηθευτές και η εισαγωγή των απαραίτητων νομοθετικών ρυθμίσεων για την επιτάχυνση των έργων.
Από την άλλη πλευρά, οι σημαντικότεροι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι κατά σειρά σημασίας: οι καθυστερήσεις στις αναθέσεις των έργων και ο ενδεχόμενος χαμηλός βαθμός «ωριμότητας» σημαντικών έργων.
Ο συμβουλευτικός τομέας αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις σχετιζόμενες με την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Οι κυριότερες είναι: η στρατηγική συνεργασία με άλλες εταιρείες για την από κοινού ανάληψη μεγάλων έργων, η διεύρυνση της αγοράς των συμβουλευτικών υπηρεσιών στον ιδιωτικό αλλά και στον δημόσιο τομέα και ο σχεδιασμός και η παροχή νέων/ διαφοροποιημένων συμβουλευτικών υπηρεσιών.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι απόψεις για τους πυλώνες του Ταμείου Ανάκαμψης στους οποίους οι σύμβουλοι εκτιμούν ότι μπορούν να συνεισφέρουν αυξάνοντας την προστιθέμενη αξία των έργων. Οι δύο πυλώνες που συγκέντρωσαν τις περισσότερες προτιμήσεις ήταν ο ψηφιακός μετασχηματισμός (2ος πυλώνας) και οι ιδιωτικές επενδύσεις για τον μετασχηματισμό της οικονομίας (4ος πυλώνας).
Ειδικότερα, στον δεύτερο πυλώνα σημαντικότερος άξονας θεωρήθηκε ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους, που είχε και το υψηλότερο σκορ. Στον τέταρτο πυλώνα, σημαντικότερος τομέας ήταν ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης.