Η οικονομία της Αργεντινής συρρικνώθηκε κατά 9,9% το 2020 σε σχέση με το 2019, υπέστη τη μεγαλύτερη μείωσή της την τελευταία σχεδόν εικοσαετία, ανακοίνωσε χθες Τρίτη το εθνικό ινστιτούτο στατιστικής (Instituto Nacional de Estadística y Censos, INDEC).
Η συρρίκνωση αυτή, η μεγαλύτερη μετά το 2002, όταν το ΑΕΠ είχε υποστεί υποχώρηση 10,9%, αποδείχθηκε πάντως χαμηλότερη από αυτή που προέβλεπε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το οποίο εκτιμούσε πως θα έφθανε το 11,8%.
Είναι επίσης ελαφρώς καλύτερη από την αρχική επίσημη πρόβλεψη, που δημοσιοποιήθηκε στα τέλη του Φεβρουαρίου κι έκανε λόγο για μείωση του ακαθάριστου εθνικού προϊόντος κατά 10% το 2020.
Οι τομείς οικονομικής δραστηριότητας που επλήγησαν περισσότερο είναι αυτοί των ξενοδοχείων και της εστίασης (–49,2%), των προσωπικών υπηρεσιών (–38,9%), των ακινήτων (–22,6%) και της αλιείας (–20,9%). Η βιομηχανία κατέγραψε ωστόσο μικρότερη μείωση από ό,τι αναμενόταν (–7,7%).
Οι τομείς που αντίθετα κατέγραψαν αύξηση της δραστηριότητας ήταν αυτοί των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών (+2,1%), της ηλεκτροδότησης, της ύδρευσης και του φυσικού αερίου (+0,9%).
Η κατανάλωση το 2020 υποχώρησε κατά 13,1%, οι επενδύσεις συρρικνώθηκαν κατά 13,0%, οι εξαγωγές κατά 17,7% και οι εισαγωγές κατά 18,1% σε σύγκριση με το 2019, πάντα σύμφωνα με τα δεδομένα που δημοσιοποίησε το INDEC.
Η Αργεντινή, που πλήττεται από τρία συνεχόμενα χρόνια οικονομικής ύφεσης και μεγάλης πτώσης της συναλλαγματικής ισοτιμίας του νομίσματός της, του πέσο, γνωρίζει επίσης εδώ και μερικά χρόνια πληθωρισμό που συγκαταλέγεται στους υψηλότερους στον κόσμο. Ανήλθε στο 36,1% το 2020, από 53,8% το 2019, ποσοστό που αποτελούσε ρεκόρ μετά το 1991.
Η φτώχεια έπληττε το 40,9% του πληθυσμού το πρώτο τρίμηνο του 2020, επίπεδο που συγκαταλέγεται στα χειρότερα στην ιστορία της λατινοαμερικάνικης χώρας, σύμφωνα με τα στοιχεία του INDEC.