Οι μετοχές στις διεθνείς χρηματιστηριακές αγορές επιχειρούν να ανακτήσουν σήμερα την ισορροπία τους καθώς η ‘καταιγίδα’ που έπληξε τις κινεζικές μετοχές εμφανίζει σημάδια ύφεσης.
Ύστερα από το ξεπούλημα των τελευταίων ημερών μετά την επιβολή νέων ρυθμιστικών περιορισμών στην Κίνα, τα κινεζικά blue chips έκλεισαν με άνοδο 0,2%, αν και ο σύνθετος δείκτης του χρηματιστηρίου της Σανγκάης υποχώρησε κατά 0,6%, το χαμηλότερο κλείσιμο από τις 10 Μαρτίου.
Ο δείκτης αναφοράς στο Χονγκ Κονγκ ενισχύθηκε κατά 1,5% αλλά παρέμεινε κοντά σε χαμηλό εννεαμήνου.
Ο κινεζικός, κρατικός ελεγχόμενος, οικονομικός Τύπος προσπάθησε σήμερα να καθησυχάσει τους επενδυτές μετά τις αναταράξεις στους κλάδους τεχνολογίας, ακινήτων και εκπαίδευσης τις τελευταίες ημέρες.
Ο ευρύτερος δείκτης MSCI για τις μετοχές Ασίας-Ειρηνικού εκτός της Ιαπωνίας ενισχύθηκε κατά 0,3% ύστερα από τις τρεις πτωτικές συνεδριάσεις.
Στην Ευρώπη ο δείκτης STOXX 600 ενισχύθηκε νωρίτερα κατά 0,2% έπειτα από την ανακοίνωση ενθαρρυντικών οικονομικών αποτελεσμάτων.
Το ενδιαφέρον της αγοράς στρέφεται στη συνεδρίαση της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Fed) και στην ανακοίνωση που θα εκδώσει αργότερα σήμερα.
Οι επενδυτές αναζητούν ενδείξεις για το πότε η κεντρική τράπεζα θα αρχίσει να μειώνει τις αγορές κρατικών ομολόγων καθώς και νέα στοιχεία για τις εκτιμήσεις της για τον πληθωρισμό και την οικονομική ανάπτυξη.
Ο δείκτης δολαρίου κινήθηκε σε θετικό έδαφος ενώ είχε σημειώσει απώλειες κατά τη διαπραγμάτευσή του στην Ασία, καταγράφοντας νωρίτερα άνοδο 0,1% στις 92,534. Το κινεζικό γιουάν ανέκαμψε από το χαμηλό τριμήνου και τη χθεσινή, χειρότερη ημερήσια επίδοσή του από τον Οκτώβριο.
Οι τιμές πετρελαίου σημείωσαν άνοδο καθώς στοιχεία του κλάδου έδειξαν ότι τα αμερικανικά αποθέματα αργού και πετρελαϊκών προϊόντων μειώθηκαν περισσότερο από το αναμενόμενο την περασμένη εβδομάδα, αντισταθμίζοντας τις ανησυχίες ότι η αύξηση των κρουσμάτων της COVID-19 θα πλήξει τη ζήτηση για καύσιμα.
Η τιμή του αμερικανικού αργού σημείωσε νωρίτερα άνοδο 0,29% στα 71,86 δολάρια το βαρέλι και του μπρεντ ενισχύθηκε κατά 0,15% στα 74,61 δολάρια το βαρέλι.