Παρόλο που τα πρώτα στοιχεία των τραπεζών είναι ενθαρρυντικά, καθώς εμφανίζουν περιορισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παραμένει επιφυλακτική εκτιμώντας ότι ο «τελικός λογαριασμός» της πανδημίας μπορεί να αποδειχθεί πιο «τσουχτερός».
Και τούτο διότι σύμφωνα με τον SSM, τον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, οι υπηρεσίες της Κεντρικής Τράπεζας εντοπίζουν ανησυχητικά ευρήματα τα οποία είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε ένα νέο κύμα πτωχεύσεων και κόκκινων δανείων.
Η ΕΚΤ έχει διαπιστώσει, συγκεκριμένα, ότι ο δείκτης των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) αυξάνεται για τα δάνεια εκείνα που τελειώνει η περίοδος χάριτος (μορατόρια) ή για τις κατηγορίες των δανείων που ολοκληρώνεται η περίοδος της κρατικής εγγύησης. Τα δάνεια αυτά σε συνδυασμό με εκείνα τα οποία ήδη έχει γίνει κάποια ρύθμιση, προκειμένου να μην «κοκκινίσουν», αποτελούν σύμφωνα με τον SSM την «Αχίλλειο πτέρνα» των τραπεζών.
Ο SSM εκτιμά ότι ακόμη και αν η πανδημική κρίση δεν οδήγησε σε άμεση αύξηση των ΜΕΔ στον τραπεζικό τομέα, ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας στους ισολογισμούς των τραπεζών δεν έχει αποτυπωθεί πλήρως . Παρά τη μείωση των δεικτών NPL και τα χαμηλά επίπεδα αφερεγγυότητας το 2020 και το 2021, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων καθώς τα μέτρα κρατικής στήριξης αποσύρονται σταδιακά.
Την ίδια στιγμή, ορισμένοι οικονομικοί τομείς που ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι στην πανδημία εξακολουθούν να αισθάνονται τον αντίκτυπό της, ενώ άλλοι πλήττονται από δευτερογενείς επιπτώσεις, όπως διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας. Επί του παρόντος, οι τράπεζες δεν φαίνεται γενικά να αναμένουν σημαντική επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων.
Σε πολλές περιπτώσεις, τα κεφάλαια και η κερδοφορία των επιχειρήσεων που έχουν δανειστεί, έχουν πληγεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας και διατηρούνται εν ζωή μόνο χάρη στη ρευστότητα που έχουν λάβει μέσω των μέτρων στήριξης. Έτσι, με τα δεδομένα αυτά η πτώχευση των επιχειρήσεων αυτών δεν αποσοβείται απλώς αναστέλλεται για λίγο χρόνο.
Συνολικά, ο SSM υπογραμμίζει ότι καθώς οι τελικές επιπτώσεις της πανδημίας στην ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών παραμένουν ασαφείς, τα πιστωτικά ιδρύματα δεν έχουν «βγει ακόμη στο ξέφωτο» , καθώς η γρήγορη ανάκαμψη της κερδοφορίας που καταγράφεται μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά βραχύβια. Η ταχεία ανάκαμψη των τραπεζικών κερδών οφείλεται εν μέρει σε ασταθείς πηγές, όπως τα έσοδα από συναλλαγές, τα οποία θα μπορούσαν γρήγορα να υποχωρήσουν σε χαμηλότερα επίπεδα.
Όσον αφορά στην ελληνική αγορά σύμφωνα με τα στοιχειά της Τραπέζης της Ελλάδος, στο τέλος Ιουνίου 2021 το ύψος των ΜΕΔ που βρίσκονται στους ισολογισμούς των πιστωτικών ιδρυμάτων (σε ατομική βάση) υποχώρησε σε 29,4 δισεκ. ευρώ και ο δείκτης ΜΕΔ σε 20,3%.