Adecco: Η απασχολησιμότητα στην Ελλάδα το 2021

Τις τάσεις στην εγχώρια αγορά εργασίας, από την πλευρά των εργαζομένων αλλά και των υποψηφίων κατέγραψε για έβδομη συνεχή χρονιά η έρευνα «Η Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα» που πραγματοποιήθηκε από την Adecco σε συνεργασία με την Global Link και την H+K Strategies. 

Παράλληλα, οι ειδικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί λόγω του κορωνοϊού στην αγορά αποτέλεσαν για δεύτερη χρονιά βασικό πεδίο διερεύνησης της ετήσιας έρευνας της Adecco για την Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, μιας και η έρευνα επικεντρώθηκε σε θέματα που αφορούν στην τηλεργασία, στις αναγκαίες δεξιότητες στη σύγχρονη αγορά και στην διασφάλιση της υγείας και ασφάλειας στον χώρο της εργασίας.

Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα της πανδημικής εποχής

Στην Ελλάδα του 2021, οι ισορροπίες στην αγορά εργασίας επανέρχονται διαμορφώνοντας μια νέα κανονικότητα.

Οι εργαζόμενοι σιγά σιγά επιστρέφουν στα γραφεία τους, άλλοι πλήρως και άλλοι με ένα υβριδικό μοντέλο που συνδυάζει εργασία από το σπίτι και από το γραφείο.

Παρά το γεγονός ότι η αγορά εργασίας βρέθηκε στη δίνη μιας σημαντικής αναταραχής καθ' όλη τη διάρκεια της πανδημίας, φαίνεται πως ανακάμπτει με μια σαφή αύξηση του αριθμού των νέων ανοιχτών θέσεων εργασίας για το 2021.

Σύμφωνα με τη φετινή έρευνα, παρατηρείται μια σημαντική αύξηση των ερωτώμενων που απάντησαν ότι εργάζονται (πλήρως ή μερικώς) – 58% το 2021 έναντι 47% το 2020 – με τη μεγαλύτερη αύξηση να παρατηρείται στην εργασία πλήρους απασχόλησης (από 41% το 2020 σε 49% το 2021). Σημαντικά μειωμένο είναι το ποσοστό εκείνων που βρίσκονται εκτός εργασίας, μιας και στη φετινή έρευνα το 35% απάντησε πως δεν εργάζεται (συγκριτικά με το 44% στην έρευνα του 2020).

Από το brain drain στο brain gain

Τα σημερινά στελέχη βρίσκονται σε περίοδο επανεκτίμησης του περιβάλλοντος στο οποίο εργάζονται. Οι μέσος όρος συνεχούς εργασίας σε μια εταιρεία αποτυπώνεται στα 3,4 έτη (κυμαίνεται στα ίδια επίπεδα με το 2020). 81% όμως των συμμετεχόντων στην έρευνα (εργαζόμενοι και άνεργοι) απάντησε πως βρίσκεται σε αναζήτηση εργασίας.

Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, σχεδόν μισό εκατομμύριο Έλληνες επέλεξαν να φύγουν στο εξωτερικό για να εργαστούν. Όμως, εν μέσω μίας άλλης μεγάλης κρίσης, αυτής της πανδημίας, μειώθηκε αρκετά η φυγή ταλαντούχων εργαζομένων στο εξωτερικό. Χαρακτηριστικά, το 2017 το ποσοστό των εργαζομένων που δήλωναν ότι αναζητούσαν ενεργά εργασία στο εξωτερικό έφτανε το 33%, όμως την περίοδο της πανδημίας το ποσοστό μειώθηκε κατακόρυφα, φτάνοντας το 13% το 2020. Η ίδια τάση παρατηρείται στην έρευνα του 2021, καθώς παρά το πολύ υψηλό ποσοστό εκείνων που αναζητούν ενεργά εργασία, μόνο ένα 11% ψάχνει εργασία στο εξωτερικό.

Οι μικρές εταιρείες είναι πιο επιφυλακτικές σε σχέση με την τηλεργασία από τις μεγάλες εταιρείες

Επιφυλακτικότητα παρατηρείται στην ελληνική αγορά σε σχέση με την τηλεργασία μιας και το 66% των εργαζομένων δηλώνει πως εργάζεται πια και πάλι πλήρως από τις εγκαταστάσεις της εταιρείας, ενώ την ίδια στιγμή, σε πλήρη τηλεργασία βρίσκεται ακόμη μόνο το 18%.

Το ποσοστό των εργαζομένων που εργάζονται στις εγκαταστάσεις της εταιρείας και αφορά σε εργαζομένους σε μικρές επιχειρήσεις (εταιρείες με δυναμικό έως 50 άτομα) είναι 73%, ενώ όσο αυξάνεται το μέγεθος του οργανισμού το ποσοστό αυτό μειώνεται, και φτάνει το 52% σε εταιρείες με πάνω από 500 εργαζομένους, γεγονός που δείχνει πως οι μικρότερες εταιρείες (έως 50 ατόμων) είναι περισσότερο επιφυλακτικές.

Οι μεγαλύτερες (500 εργαζόμενοι και άνω) είναι περισσότερο δεκτικές στην εξ αποστάσεως εργασία. Τα ποσοστά πλήρους τηλεργασίας είναι 8% για τις μικρές επιχειρήσεις και 31% για τις μεγάλες αντίστοιχα.

Οι εργαζόμενοι επιθυμούν να εργάζονται πιο «έξυπνα»

Στη μεταπανδημική αγορά εργασίας, οι εργαζόμενοι έχουν αντιληφθεί πλήρως τη σημασία της τεχνολογίας στη σημερινή αγορά εργασίας, πιστεύουν ότι διευκολύνει την αποτελεσματικότερη τηλεργασία και ότι στο μέλλον θα είναι όλο και πιο σημαντική. Επιπλέον, ένα εύρημα που έρχεται σε συμφωνία με αντίστοιχες έρευνες που πραγματοποιήθηκαν από τον Όμιλο Adecco στο εξωτερικό (#CtheFuture 2.0, 2021), δείχνει ότι οι εργαζόμενοι (68%) επιθυμούν να εργάζονται πιο «έξυπνα», ώστε να μην καταναλώνουν χρόνο σε διεργασίες που μπορούν να απλοποιηθούν χάρη στην τεχνολογία.

Επιπλέον, το 74% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι οι επιχειρήσεις θα επωφεληθούν από την αύξηση της ευελιξίας και τη δυνατότητα συνδυασμού εργασίας εξ αποστάσεως και με φυσική παρουσία στο γραφείο, ενώ το ποσοστό εκείνων που πιστεύουν πως αντίστοιχα θα ωφεληθούν και οι εργαζόμενοι είναι 62%.

Οι επιχειρήσεις ενθαρρύνουν τον εμβολιασμό

To 51% των συμμετεχόντων στην έρευνα δηλώνουν πως ανησυχούν από αρκετά έως πολύ για τη μετάδοση του Covid-19 στους χώρους εργασίας. Το υπόλοιπο 49% δηλώνει πως δεν ανησυχεί ιδιαίτερα, ίσως και καθόλου. 

Σχετικά με τα μέτρα που αναδεικνύουν οι εργαζόμενοι ως πιο αποτελεσματικά για τη διασφάλιση της υγείας τους στους χώρους εργασίας, η απολύμανση των χώρων σε τακτά χρονικά διαστήματα έρχεται πρώτη (65%), με τον εμβολιασμό του πληθυσμού και τον τακτικό εργαστηριακό έλεγχο στους μη εμβολιασμένους να ακολουθούν (με ποσοστά 62% και 58% αντίστοιχα).

Επιπλέον, ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι εκτός από ένα 9% που απάντησε πως εργάζεται σε κλάδο που βάσει νόμου είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, στους υπόλοιπους κλάδους η πλειονότητα των επιχειρήσεων ενθαρρύνει τον εμβολιασμό των εργαζομένων (56%), αλλά υπάρχει και ένα ποσοστό της τάξης του 24% που δεν παίρνουν θέση στο ζήτημα ή βρίσκονται σε φάση προσδιορισμού της πολιτικής τους (8%).

Οι δεξιότητες που καθορίζουν την απασχολησιμότητα των εργαζομένων και υποψηφίων

Στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στον Κόσμο της Εργασίας μετά την εμφάνιση του Covid-19, εργαζόμενοι και υποψήφιοι πιστεύουν ότι το εργασιακό ήθος, η ευελιξία – προσαρμοστικότητα και η ικανότητα διαχείρισης του χρόνου αποτελούν τις βασικές δεξιότητες που θα πρέπει να έχει ένας εργαζόμενος για να είναι ανταγωνιστικός στην αγορά εργασίας.

Επίσης, οι βασικές ψηφιακές δεξιότητες, οι επικοινωνιακές δεξιότητες, οι οργανωτικές ικανότητες, η ενσυναίσθηση και η ικανότητα εργασίας σε ομάδα θεωρούνται ως απαραίτητα προσόντα για τον σύγχρονο εργαζόμενο.

O επαναπροσδιορισμός και η αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων είναι πλέον αναγκαιότητα

Η πλειονότητα των εργαζομένων συμμετέχει σε σεμινάρια επιμόρφωσης/ανάπτυξης δεξιοτήτων όταν προσφέρονται από την εταιρεία. 39% απάντησαν πως συμμετείχαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε εκπαιδευτικά προγράμματα και πως η συμμετοχή ήταν κυρίως ‘εξ αποστάσεως’, με τη χρήση εργαλείων τηλεδιάσκεψης και online προγραμμάτων και πηγών επιμόρφωσης.

Σχολιάζοντας την ετήσια έρευνα για την Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, VP Adecco, Cluster Head Ελλάδας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας, δήλωσε σχετικά:

«Για έβδομη συνεχή χρονιά, η έρευνα «Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα» μας δίνει τροφή για σκέψη αλλά και κίνητρο για δράση με στόχο να προετοιμαστούμε για το Μέλλον της Εργασίας. Τον Μάρτιο του 2020 με την επιβολή του lockdown, μπήκε ξαφνικά στη ζωή μας η τηλεργασία, χωρίς να υπάρχει περίοδος προσαρμογής για τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις.

Η κατάσταση ήταν ακόμα πιο περίπλοκη για τους εργαζόμενους γονείς που χρειάστηκε να προσαρμόσουν εκ νέου την επαγγελματική και οικογενειακή ζωή σε πρωτόγνωρες συνθήκες. Η τηλεργασία στην Ελλάδα εφαρμόστηκε έκτοτε στην πλειοψηφία των εργαζομένων, όμως στην μεταπανδημική εποχή οι επιχειρήσεις φαίνεται πως θέλουν την επιστροφή στο γραφείο.

Η πανδημία COVID-19 συνεχίζει να διαμορφώνει τις εργασιακές πρακτικές και τη στάση μας απέναντι στην εργασία, με τους εργαζομένους και τις επιχειρήσεις να ζητούν συνεχείς και μόνιμες αλλαγές στον τρόπο και τον τόπο εργασίας. Οι ηγέτες των οργανισμών καλούνται να σχεδιάσουν πολιτικές για να υποστηρίξουν υβριδικά μοντέλα εργασίας που να ταιριάζουν στις ανάγκες του κάθε εργαζομένου, καθώς δεν υπάρχει μία προσέγγιση που να ταιριάζει σε όλους. Πρέπει να επικεντρωθούν στην ευημερία των ανθρώπων τους και στην επανασύνδεση των ηγετών με τους εργαζομένους τους.

Τώρα είναι η ώρα να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα αναπτύσσοντας και εξοπλίζοντας ηγέτες και εργαζομένους με τις δεξιότητες και τις δυνατότητες που χρειάζονται για να αναζωπυρώσουν το κίνητρό τους για εργασία και να δημιουργήσουν μια συνεκτική εταιρική κουλτούρα που διατηρεί και αναπτύσσει ένα επιτυχημένο, ανθεκτικό και υγιές εργατικό δυναμικό».