Deutsche Bank: O πληθωρισμός θα κάνει χρόνια να πέσει στα προ της πανδημίας επίπεδα

Για έναν… «ασταμάτητο Ρινόκερο» ο καλπασμός του οποίου δύσκολα θα σταματήσει, κάνει λόγο σε έκθεση της για τον πληθωρισμό η Deutsche Bank, εκτιμώντας πως το πληθωριστικό κύμα που έχει πυροδοτήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλά και η πανδημία δεν πρόκειται να επιβραδυνθεί εύκολα ή γρήγορα.

«Ο ρινόκερος στο δωμάτιο έχει απελευθερωθεί και πλέον θα αποδειχτεί εξαιρετικά δύσκολο να τον σταματήσουμε» σχολιάζει σε σημείωμα του ο Κρίστιαν Νόλτινγκ της Deutsche Bank Wealth Management.

Διαβάστε επίσης: Ευρωζώνη: Εκτίναξη πληθωρισμού στο 7,5% τον Μάρτιο – Η Ελλάδα στο 8%

Όπως σημειώνει ο αναλυτές οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν κατά της Ρωσίας για την εισβολή στη Ρωσία επιδεινώνουν περαιτέρω την κατάσταση στις εφοδιαστικές αλυσίδες, σε ένα διάστημα που και το ράλι στις τιμές των commodities ωθούν τις τιμές υψηλότερα.

Έτσι σε συνδυασμό και με μακροπρόθεσμα προβλήματα όπως η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού, η πίεση στις τιμές θα συντηρηθεί και ο πληθωρισμός «είναι απίθανο να επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα για αρκετά χρόνια ακόμη» προβλέπει χαρακτηριστικά.

«Ειδικά στις ανεπτυγμένες οικονομίες τα ήδη υψηλά ποσοστά του πληθωρισμού πλέον θα οδηγηθούν ακόμη ψηλότερα δεδομένου του σοκ που έχει προκληθεί λόγω της σύρραξης στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου» με ενδεικτικό παράδειγμα την εκτίναξη του τιμάριθμου στις ΗΠΑ πάνω και από το όριο του 7%.

«Οι κυρώσεις σε συνδυασμό και με το γεγονός πως οι επιχειρήσεις τερματίζουν τις δραστηριότητες τους στη Ρωσίας επιβαρύνουν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Επιπρόσθετα, οι ελλείψεις σε πλατίνα, παλλάδιο ή ακόμη και νέον επηρεάζουν την παραγωγή ενδιάμεσων προϊόντων» τονίζει.

Πάντως, τα δεδομένα για την αμερικανική οικονομία είναι καλύτερα, με την ανάπτυξη της να αναμένεται να κινηθεί σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με την Ευρωζώνη το 2022 αλλά και το 2023. Αυτό, σύμφωνα με τον κ. Νόλτινγκ, οφείλεται κυρίως στην γεωγραφική εγγύτητα της με την εμπόλεμη ζώνη, αλλά και το δομικό μειονέκτημα της ευρωπαϊκής οικονομίας που έχει υψηλή εξάρτηση από τις ενεργειακές εισαγωγές.