Η βαριά φορολογία στα υγρά καύσιμα (βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης) «στραγγαλίζει» πλέον την οικονομία, τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και, βεβαίως, τα νοικοκυριά. Μέχρι τώρα, ικανοποιημένο από τις υψηλές τιμές των καυσίμων ήταν το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, που έβλεπε τα κρατικά έσοδα να αυξάνονται υπερβολικά και να στηρίζουν τον Προϋπολογισμό και την εθνική οικονομία. Είχε μόνο να διαχειριστεί τον εκνευρισμό των πολιτών και την φθορά που προκαλεί η ακρίβεια. Η κατάσταση όμως έχει ξεπεράσει κάθε όριο κατανόησης και αντοχής. Οι πολίτες αντιλαμβάνονται τη ληστρική φορολογία που αδειάζει τις τσέπες τους και άρχισαν να αντιδρούν αναλόγως.
Επιπρόσθετα, ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης, πλέον, υποαποδίδει και εμφανίζει σημαντική και ανησυχητική υστέρηση εσόδων. Παρ' όλα αυτά, η κυβέρνηση αρνείται σχεδόν πεισματικά να μειώσει τους φόρους στα καύσιμα και επιλέγει το χωρίς αντίκρισμα Fuel Pass, που δεν καλύπτει μεγάλο μέρος των ανατιμήσεων και δεν αποτελεί λύση για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Και δεν φθάνει μόνο αυτό. Η φορο-ληστεία ολοκληρώνεται με ένα ελληνικό παράδοξο: Να επιβάλλεται φόρος πάνω στον φόρο. Με απλά λόγια, αφού επιβληθεί ο υπέρογκος ΕΦΚ και διαμορφωθεί μια τελική τιμή, τότε επιβάλλεται και ο ΦΠΑ, ο οποίος μάλιστα είναι από τους μεγαλύτερους στην ΕΕ.
Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης καυσίμων στη χώρα μας ανέρχεται στα 700 ευρώ ανά χίλια λίτρα βενζίνης. Δηλαδή 70 λεπτά ανά λίτρο. Άρα, είναι ένας πάγιος -και όχι αναλογικός- φόρος, ο οποίος επιβάλλεται ανά μονάδα προϊόντος.
Η συνολική φορολογική επιβάρυνση της αμόλυβδης είναι η τέταρτη μεγαλύτερη στην ευρωζώνη και ξεπερνά τα 70 λεπτά (0,70 ευρώ) το λίτρο, έναντι 0,645 ευρώ στη Γερμανία.
Οι εξαιρετικά υψηλοί φόροι στα καύσιμα επιβλήθηκαν την περίοδο της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων, αλλά έκτοτε έχουν διατηρηθεί αναλλοίωτοι, καθώς αποτελούν μια εύκολη πηγή εσόδων για τις κυβερνήσεις.
Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης – Αμόλυβδη βενζίνη (95)
Χώρα Φόροι*
Ολλανδία 821,14
Ιταλία 728,4
Φινλανδία 722,41
Ελλάδα 713,55
Γαλλία 691,3
Ιρλανδία 656,71
Γερμανία 654,5
Πορτογαλία 647,98
Βέλγιο 600,16
Εσθονία 563
Μάλτα 549,38
Σλοβακία 543,65
Λετονία 518,39
Λουξεμβούργο 516,31
Τσεχία 500,18
Αυστρία 489,27
Ισπανία 472,69
Λιθουανία 466
Σλοβενία 445,49
Κύπρος 439,7
* Ευρώ ανά χιλιόλιτρο καυσίμου – Πηγή: Κομισιόν
Πέραν όμως του ΕΦΚ, η τιμή των καυσίμων (λ.χ. της βενζίνης) επιβαρύνεται με έναν από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ σε επίπεδο Ε.Ε., που είναι 24%.
Ο στόχος, λοιπόν, της κυβέρνησης στην παρούσα συγκυρία θα έπρεπε να ήταν άλλος από αυτόν που δημοσίως διακηρύσσει. Θα έπρεπε να διασφαλίσει τη διατήρηση της κατανάλωσης για να μην υποστούν σημαντική μείωση τα φορολογικά έσοδα.
Τα «χαράτσια» στα ενεργειακά προϊόντα
Τα ελληνικά έσοδα από τα «χαράτσια» στον ενεργειακό τομέα ξεπερνούν κατά πολύ τον μέσο όρο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που είναι μόλις 1,9% του ΑΕΠ. Χώρες του Νότου, όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία, παρότι αντιμετώπισαν μεγάλες οικονομικές δυσκολίες στη διάρκεια της κρίσης της περασμένης δεκαετίας, διατηρούν σχετικά χαμηλά τη φορολογική επιβάρυνση των ενεργειακών προϊόντων (1,5% του ΑΕΠ και 1,9%, αντίστοιχα). Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολύ βαριά φορολογική επιβάρυνση της βενζίνης κρατά την Ελλάδα σταθερά σε μία από τις τρεις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη σε ό,τι αφορά τις τιμές της βενζίνης.
Η υπερβολική φορολόγηση των υγρών καυσίμων σταμάτησε όμως να αποδίδει σε επίπεδο φορολογικών εσόδων.
Ειδικότερα για τους κυριότερους φόρους της κατηγορίας αυτής παρατηρούνται τα εξής :
· Τα έσοδα από ΦΠΑ ανήλθαν σε 6.615 εκατ. ευρώ και είναι αυξημένα έναντι του στόχου κατά 755 εκατ. ευρώ.
· Τα έσοδα των ΕΦΚ ανήλθαν σε 2.042 εκατ. ευρώ και είναι μειωμένα έναντι του στόχου κατά 112 εκατ. ευρώ.
Ένα μέτρο όπως αυτό που εφαρμόστηκε στη Γερμανία, για παράδειγμα με μείωση κατά 50% στον ΕΦΚ βενζίνης και ντίζελ για τρεις μήνες, θα είχε κόστος της τάξεως των 500 εκατ. ευρώ.
Πρόκειται για ένα αρκετά «ακριβό» μέτρο πολιτικής, που όμως θα είχε, όπως εκτιμούν πολλοί στην κυβέρνηση, ανεκτίμητη πολιτική αξία, αφού θα συνέβαλλε στην αποφυγή κοινωνικής δυσαρέσκειας μέσα στο καλοκαίρι και ενώ η χώρα βρίσκεται σε παρατεταμένη προεκλογική περίοδο.