«Παρά τις προκλήσεις που έχει δημιουργήσει η πανδημία και η ενεργειακή κρίση, η ελληνική οικονομία και μαζί με αυτήν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχουν αφήσει τα δύσκολα πίσω τους», ανέφερε ο πρόεδρος του ΔΣ της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών Βασίλης Ράπανος, μιλώντας νωρίτερα σήμερα στην επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, επί του νομοσχεδίου «Αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών, εκσυγχρονισμός Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους και άλλες επείγουσες διατάξεις».
«Με μια σειρά σωστών νομοθετικών ρυθμίσεων που θεσπίστηκαν από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αλλά και τη χρηστή διαχείριση των τραπεζών από τις διοικήσεις τους, το τραπεζικό σύστημα άρχισε να βρίσκει πάλι τον βηματισμό του και να εισέρχεται σε περίοδο ομαλής λειτουργίας. Μετά από μία παρατεταμένη περίοδο εμφανίζει και πάλι θετική πιστωτική επέκταση αλλά και ανάκτηση της ρευστότητας με τη σταδιακή αύξηση των καταθέσεων», είπε ο Βασίλης Ράπανος ο οποίος αναφερόμενος στο νομοσχέδιο είπε ότι προτείνονται αλλαγές, οι οποίες θα είναι πολύ σημαντικές.
«Με το σημερινό υφιστάμενο πλαίσιο, δεν μπορούμε να περιμένουμε επενδυτικό ενδιαφέρον από ξένους ή Έλληνες επενδυτές για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών, όσο διατηρούμε σημαντικούς περιορισμούς απαγορεύοντας τη διανομή μερισμάτων. Να υπενθυμίσω ότι υπάρχουν τράπεζες στις οποίες το ταμείο συμμετέχει με ένα πολύ μικρό ποσοστό στο μετοχικό της κεφάλαιο και η πλειοψηφία ανήκει σε ιδιώτες.
Δεύτερον, με το σημερινό καθεστώς δεν μπορούμε να προσελκύσουμε αξιόλογα στελέχη και μέλη διοικήσεων ικανά να οδηγήσουν την επόμενη μέρα το τραπεζικό σύστημα, χωρίς να έχουμε εύλογες αμοιβές και ανταπόδοση για την παραγωγικότητά τους. Με τις αλλαγές που προτείνονται θα μπορέσουμε να εμπλουτίσουμε τα διοικητικά μας συμβούλια με πρόσωπα ικανά, που γνωρίζουν καλά την ελληνική οικονομία και το ελληνικό επιχειρείν», είπε ο πρόεδρος του ΔΣ της ΕΕΤ.
Ο Βασίλης Ράπανος απάντησε και στην κριτική για την επαναφορά του μπόνους των τραπεζικών στελεχών. «Στο σημερινό κόσμο με τον έντονο ανταγωνισμό για προσέλκυση ταλέντων, οι περιορισμοί στην επιβράβευση ικανών στελεχών, θα φέρουν τις ελληνικές τράπεζες σε μειονεκτική θέση σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες αλλά και με τις άλλες ελληνικές επιχειρήσεις. Θα μου επιτρέψετε, να κάνω μια αναφορά σε δημοσιεύματα που έγιναν πρόσφατα, σχετικά με το ότι οι τράπεζες, δύο τράπεζες, εν κρυπτώ, επιχείρησαν να δώσουν μπόνους για την περίοδο 2020-2021. Θέλω να διευκρινίσω, ότι δεν έγινε κάτι εν κρυπτώ.
Οι αποφάσεις ελήφθησαν από τα διοικητικά συμβούλια, με τη σύμφωνη γνώμη του ταμείου, του ΤΧΣ, στο οποίο μετέχει και η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών», είπε ο Βασίλης Ράπανος που πρόσθεσε ότι η επαναφορά των bonus «εγκρίθηκε από τις γενικές συνελεύσεις των τραπεζών στην οποία η συντριπτική πλειοψηφία είναι ιδιώτες», «δεν εδόθησαν τα μπόνους αυτά. Εδόθησαν υπό την προϋπόθεση, ότι θα το επιτρέψει ο νόμος».
«Γνωρίζαμε πλήρως, ότι ο νόμος δεν το επιτρέπει και είπαν, ότι αν το επιτρέψει ο νόμος θα δοθούν αυτά τα μπόνους. Η κίνηση αυτή έγινε ως μια αναγνώριση στα υψηλόβαθμα στελέχη των τραπεζών που επί μία δεκαετία αγωνίζονται σκληρά για να ορθοποδήσουν οι τράπεζες και επιπλέον ένα σήμα προς τους νέους, τους Έλληνες που εργάζονται στο εξωτερικό ότι το τραπεζικό σύστημα επανέρχεται σε κανονικότητα και επομένως, θα μπορούν και αυτοί αν επανέλθουν, να έχουν μια ανταμοιβή υπό τη μορφή μπόνους», είπε ο πρόεδρος του ΔΣ της ΕΕΤ.
Ο Βασίλης Ράπανος κλήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση του εισηγητή του ΣΥΡΙΖΑ Ιωάννη Σαρακιώτη, αναφορικά με την αίτηση δύο τραπεζών προς το ΤΧΣ προκειμένου να εγκριθούν bonus στα στελέχη τους. «Σε δημόσια τοποθέτησή του ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού, ο κ. Πατέλης δήλωσε τα εξής: "μάθαμε ότι δύο τράπεζες πήγαν πίσω από την πλάτη μας και έκαναν αίτηση στο ΤΧΣ, να εγκρίνει bonus φέτος για τις χρήσεις 2020-2021, για τα στελέχη τους, και αυτό πριν καν ψηφιστεί ο νόμος. Εμείς λέμε όχι και τροποποιούμε τη διάταξη, ώστε να μην υπάρχει bonus στις τράπεζες φέτος". Θα ήθελα να τοποθετηθείτε επί αυτής της δήλωσης και να μας αναφέρετε ποια σημεία της είναι ψευδή και ποια σημεία της είναι αληθή», είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, απευθυνόμενος στον Βασίλη Ράπανο.
«Δεν έγινε κάτι κρυφά. Το θέμα συζητήθηκε, εκτός από το ΔΣ της τράπεζας, στο ΔΣ του ΤΧΣ, στο οποίο μετέχει και εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών και της ΤτΕ, με την έννοια ότι ήταν φανερό. Δεν κάναμε κάτι στα κρυφά. Το φέραμε στη γενική μας συνέλευση, αποτυπωμένα, πλήρως και με σαφήνεια ,τα σχέδια μας. Επομένως, δεν είναι κάτι πίσω από την πλάτη της κυβέρνησης», είπε ο κ. Ράπανος και πρόσθεσε:
«Γνωρίζαμε ότι το 2020, 2021 δεν επιτρέπονταν τα bonus. Αλλά θέλαμε να δώσουμε ένα δείγμα αναγνώρισης της εργασίας που είχαν κάνει και έχουν κάνει τα κορυφαία διοικητικά μας στελέχη, τα τελευταία 10, 12 χρόνια. Και τι δεν έχουμε υποστεί ή δεν έχουμε υποφέρει οι τράπεζες, στην προσπάθεια που έγινε τα τελευταία χρόνια, για να μειώσουμε τα κόκκινα δάνεια και είπαμε να δείξουμε στα στελέχη μας ότι εμείς θέλουμε να τα ανταμείψουμε. Αν το επιτρέψει ο νόμος. Επομένως δεν κάναμε κάτι ούτε κρυφό, αλλά ούτε και κατά παράβαση του νόμου. Δεν το επιτρέπει ο νόμος; Το ξέρουμε.
Δεν θα τα δώσουμε. Μόνο αν τα επέτρεπε η κυβέρνηση. Επιπλέον, ήταν και ένα δείγμα προς νέα στελέχη που θέλουν να έρθουν στις τράπεζες. Πιστέψτε με, προσεγγίζουμε Έλληνες, ικανά στελέχη που είναι εξωτερικό. Το πρώτο ερώτημα είναι "ποιες θα είναι οι αποδοχές μου;". Λέει "ωραία, ας αφήσουμε τις αποδοχές. Τι bonus έχω;". Και δεν μπορούμε να προσελκύσουμε στελέχη. Υπάρχει μεγάλος ανταγωνισμός και αν οι τράπεζες μείνουν πίσω στην προσέλκυση στελεχών, ε…, θα είναι ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα έναντι και των ευρωπαϊκών τραπεζών και των άλλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα».
Απαντώντας σε ερώτηση για την απόδοση των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, ο κ. Ράπανος επισήμανε ότι «ασφαλώς και επηρεάζει το χρηματοπιστωτικό σύστημα και γι΄αυτό είναι απόλυτη ανάγκη η Ελλάδα να αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα». Υπό την έννοια αυτή, τόνισε, «είναι κρίσιμο στοιχείο η απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας και δεν είναι σχήμα που αφορά μόνο τους ειδικούς ή μόνο τις τράπεζες, αλλά αφορά όλη την οικονομία».