Ο υψηλός πληθωρισμός αποτελεί τη σημαντικότερη πρόκληση, συμφώνησαν οι υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών της Γερμανίας και της Γαλλίας και τόνισαν την ανάγκη η Ευρώπη να βρει λύσεις για τις συνέπειες στον ανταγωνισμό από τη νέα νομοθεσία των ΗΠΑ, τόσο για τον πληθωρισμό όσο και για το κλίμα.
«Ο υψηλός πληθωρισμός πρέπει να αντιμετωπιστεί με όλα τα μέσα», τόνισε ο υπουργός Οικονομικών και Οικονομίας της Γαλλίας Μπρούνο Λε Μερ κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνέντευξης Τύπου που ακολούθησε την επίσης ψηφιακή συνεδρίαση του Γερμανο-γαλλικού Οικονομικού Συμβουλίου. Ο κ. Λε Μερ έκανε λόγο για «σωστή ισορροπία» μεταξύ νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής και σημείωσε ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να έχει ως στόχο τη στήριξη των νοικοκυριών και των ιδιωτικών επιχειρήσεων που πλήττοναι ιδιαίτερα από τις υψηλές τιμές της ενέργειας. Ζήτησε δε η Ευρώπη να κινηθεί «ταχύτερα και εκτενέστερα» στον ενεργειακό τομέα. Ο γάλλος υπουργός περιέγραψε τη νέα νομοθεσία της Ουάσιγκτον για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού ως «λόγο ανησυχίας για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες» και αναφέρθηκε στην ανάγκη να υπάρξει μια ευρωπαϊκή απάντηση προκειμένου να μην κινδυνεύσουν οι συνθήκες του θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των δύο ηπείρων, αλλά προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να εφαρμοστεί πολιτική «οφθαλμόν αντί οφθαλμού», αλλά να αξιοποιηθεί κάθε ευκαιρία συνεννόησης μεταξύ των δύο πλευρών. «Δεν πρέπει να ξεκινήσουμε τώρα έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ», τόνισε ο κ. Λε Μερ και συμφώνησε μαζί του και ο γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, προειδοποιώντας ωστόσο και για τον κίνδυνο υπονόμευσης του δίκαιου ανταγωνισμού από το αμερικανικό πακέτο μέτρων για το κλίμα. Ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντντερ δήλωσε πάντως ότι η Ευρώπη δεν θα πρέπει να φοβάται τις συνέπειες από τον αντιπληθωριστικό νόμο των ΗΠΑ, εφόσον αξιοποιεί τα δικά της εργαλεία και κυρίως την ενιαία αγορά και εφόσον ενισχύει την ανταγωνιστικότητά της. Και οι τρεις υπουργοί αναφέρθηκαν στη σημασία της προώθησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών.
Ο κ. Λε Μερ υπογράμμισε ακόμη την ανάγκη η Ευρώπη να προετοιμαστεί για την εποχή μετά την τρέχουσα κρίση και έκανε μνεία στον ελάχιστο φόρο για τις επιχειρήσεις. Όπως είπε, εάν έως το τέλος του έτους δεν υπάρχει ομοφωνία στην ΕΕ, η Γαλλία και η Γερμανία θα προχωρήσουν σε μεταξύ τους συμφωνία και θα περιμένουν τη στήριξη και των εταίρων τους.
Ο Ρόμπερτ Χάμπεκ τόνισε κατ΄ επανάληψη ότι η γερμανογαλλική συνεργασία αποτελεί τμήμα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και πως ό,τι συζητείται σε αυτό το πλαίσιο έχει πάντα ως γνώμονα την ενίσχυση αυτής της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών – μελών. Ο κ. Λίντνερ χαρακτήρισε «κρίσιμη για την ανάπτυξη της ΕΕ» την συνεργασία των δύο χωρών και ανέφερε ότι «από κοινού επεξεργασμένες θέσεις χρησιμεύουν ως κίνητρο και για το σύνολο της ΕΕ». Σε ό,τι αφορά τις τιμές της ενέργειας, ο κ. Χάμπεκ επανέλαβε ότι για να μειωθούν πρέπει να ακολουθηθούν δύο δρόμοι, με την κοινή πλατφόρμα αγοράς ενέργειας και τον περιορισμό της ζήτησης.
Με γνώμονα τη δημοσιονομική κατάσταση, ο κ. Λίντερ ανέδειξε για μία ακόμη φορά την σημασία των υγιών δημοσιονομικών και ανέφερε ότι η οικονομία πρέπει να στηριχθεί, χωρίς όμως να ενισχυθεί η ζήτηση. «Μετά την κρίση, πρέπει να επιστρέψουμε στη δημοσιονομική σταθερότητα», δήλωσε και πρόσθεσε ότι πρέπει να «ξεκλειδώσουμε τις υπάρχουσες πηγές πόρων», αναφερόμενος στο Ταμείο Ανασυγκρότησης. Σε ό,τι αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, σημείωσε ότι πρέπει να μεταρρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να συνδυάζει αξιόπιστη μείωση υπάρχοντος χρέους και πιο ρεαλιστική προσέγγιση για τις δημόσιες επενδύσεις, ειδικά στην ψηφιακή και την πράσινη οικονομία. Τόνισε πάντως ότι δεν βλέπει ανάγκη για νέα δημοσιονομικά εργαλεία στην Ευρώπη.
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με τους λόγους της αναβολής της Συνόδου Κορυφής του Γερμανογαλλικού Συμβουλίου, η οποία επρόκειτο να πραγματοποιηθεί στις 26 Οκτωβρίου στη Γαλλία, ο κ. Λε Μερ έκανε λόγο μόνο για «δυσκολίες με τα προγράμματα κάποιων υπουργών». Δεν υπάρχει κανένα άλλο πρόβλημα, ξεκαθάρισε, με το βλέμμα στα σχόλια που κυκλοφορούν περί διαφωνιών των δύο πλευρών.
Οι υπουργοί δέχθηκαν ακόμη ερώτηση σχετικά με τον ισπανογαλλικό αγωγό «MidCat», η κατασκευή του οποίου είχε διακοπεί από τους Γάλλους και την οποία θέλει να αναβιώσει η Γερμανία, για να απαντήσει ο κ. Χάμπεκ ότι το συγκεκριμένο έργο δεν θα μπορούσε να διαδραματίσει κανέναν ρόλο στην τρέχουσα κρίση. «Πρόκειται για μελλοντικό εγχείρημα – εάν είναι καν εγχείρημα», είπε χαρακτηριστικά, αλλά μίλησε για την πρόκληση της εσωτερικής διασύνδεσης στην Ευρώπη για το ηλεκτρικό ρεύμα και το πράσινο υδρογόνο. «Η Γερμανία θα δώσει ενέργεια στους γείτονές της, αλλά χρειάζεται και αυτή ενέργεια. Θα βρούμε κάπου στον κόσμο να μας πουλήσουν υδρογόνο, αλλά θα πρέπει να ενισχύσουμε και τις δικές μας δυνατότητες», δήλωσε. Ο κ. Λε Μερ από την πλευρά του δεν θέλησε να σχολιάσει το θέμα του «MidCat».