Έντονη ανησυχία για τα μηνύματα από τον κλάδο της εστίασης σχετικά με τις αντοχές και τη βιωσιμότητα πολλών επιχειρήσεων υπό το βάρος της δραματικής αύξησης του λειτουργικού κόστους και ιδιαίτερα του κόστους της ενέργειας, εξέφρασαν τα μέλη της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρήσεων Οργανωμένης Εστίασης (ΕΠΟΕΣ) σε συνάντησή τους την Παρασκευή.
Σε συνέχεια της πρόσφατης συνάντησης του Προεδρείου της ΕΠΟΕΣ με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, τα αποτελέσματα της οποίας συζητήθηκαν κατά τη συνάντηση της Παρασκευής, τα μέλη αναγνώρισαν ότι το ΥΠΕΝ έχει δείξει διάθεση στήριξης των επιχειρήσεων, ωστόσο σημειώσαν ότι το ύψος της ισχύουσας επιδότησης του κόστους ενέργειας για μη οικιακούς καταναλωτές δεν είναι αρκετό για να κρατήσει όρθιες τις επιχειρήσεις εστίασης, οι οποίες παράλληλα με τον τριπλασιασμό του ενεργειακού κόστους αντιμετωπίζουν σωρευτικά και υπέρογκες αυξήσεις σε πρώτες ύλες, υλικά συσκευασίας, μεταφορικά, εργατικά κ.ά. κόστη, ενώ την ίδια ώρα έχουν απορροφήσει το μεγαλύτερο μέρος αυτών των επιβαρύνσεων προκειμένου να μην αυξήσουν σημαντικά τις τιμές καταναλωτή, έχοντας εξαντλήσει και τα τελευταία περιθώρια που άφησε η καλή –και παρατεταμένη– τουριστική περίοδος.
«Αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη στήριξη για την αντιμετώπιση του κόστους της ενέργειας κατά τον δύσκολο χειμώνα που έχουμε μπροστά μας, δεν θα αποφευχθούν τα λουκέτα σε επιχειρήσεις εστίασης πανελλαδικά» ήταν το κεντρικό συμπέρασμα των μελών ενός κλάδου ο οποίος παραμένει από τους μεγαλύτερους εργοδότες στην Ελλάδα, με συνολικά πάνω από 500.000 εργαζόμενους σε περισσότερες από 100.000 επιχειρήσεις εστίασης σε όλη τη χώρα.
Μάλιστα τα μέλη έθεσαν τις βασικές προτεραιότητες για την οργανωμένη εστίαση ενόψει 2023, που όπως είπαν είναι το ενεργειακό, η παράταση της ισχύουσας ρύθμισης για πλαφόν στις αυξήσεις των ενοικίων και η ορθολογικότερη εφαρμογή των περιβαλλοντικών πολιτικών στον κλάδο, ιδιαίτερα όταν συνδέονται με την επιβολή τελών στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές.
Αυτά τα θέματα τα μέλη της ΕΠΟΕΣ θα επιδιώξουν να τα θέσουν αναλυτικά και τεκμηριωμένα και στον Πρωθυπουργό, εκτιμώντας ότι στις ακραίες οικονομικές συνθήκες της συγκυρίας εκείνος είναι ο καταλληλότερος να δώσει λύσεις που μπορεί να ξεπερνούν τυχόν δημοσιονομικούς περιορισμούς αλλά λαμβάνουν υπόψη τη συμβολή του κλάδου στην οικονομία και την απασχόληση και τις πραγματικές συνθήκες λειτουργίας της αγοράς.