Καθώς οι καταναλωτικές δαπάνες βρίσκονται υπό αυξανόμενη πίεση, έρευνα της EY για τις δέκα κορυφαίες προκλήσεις των εταιρειών τηλεπικοινωνιών παγκοσμίως (Top 10 risks in telecommunications 2023) δείχνει ότι το 60% των νοικοκυριών ανησυχούν σχετικά με τις αυξανόμενες τιμές για τις συνδρομές ευρυζωνικών συνδέσεων, ενώ σχεδόν οι μισοί (45%) πιστεύουν ότι πληρώνουν υπερβολικά χρήματα για υπηρεσίες περιεχομένου.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι δέκα κορυφαίοι κίνδυνοι, που περιλαμβάνονται στην κατάταξη του 2023, είναι:
-Ανεπαρκής ανταπόκριση στις ανάγκες των πελατών σε ένα περιβάλλον αυξανόμενου κόστους ζωής
-Υποτίμηση των μεταβαλλόμενων απαιτήσεων ως προς την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη
-Αδυναμία βελτίωσης της κουλτούρας και των τρόπων εργασίας
-Κακή διαχείριση της ατζέντας για τη βιώσιμη ανάπτυξη
-Αδυναμία επιτάχυνσης της αποτελεσματικότητας μέσω της ψηφιοποίησης
-Αδυναμία ενίσχυσης της ανθεκτικότητας και της εμβέλειας των υποδομών
-Αδυναμία αξιοποίησης νέων επιχειρηματικών μοντέλων
-Αδυναμία μεγιστοποίησης της αξίας των υποδομών
-Αναποτελεσματική συνεργασία με εξωτερικά οικοσυστήματα
-Αδυναμία προσαρμογής στο μεταβαλλόμενο ρυθμιστικό περιβάλλον.
Αναλυτικότερα, ενώ η αξιοπιστία του δικτύου παραμένει ένα σημείο που απασχολεί ιδιαίτερα τους καταναλωτές, η ανθεκτικότητα και η εμβέλεια των υποδομών, η οποία βρισκόταν στην πρώτη θέση της κατάταξης από την έναρξη της πανδημίας COVID-19, βρέθηκε στην πέμπτη θέση, καθώς άλλες προκλήσεις γίνονται ακόμη πιο πιεστικές, σύμφωνα με έρευνα της EY.
Η υποτίμηση των μεταβαλλόμενων απαιτήσεων ως προς την ασφάλεια και την εμπιστοσύνη έχει ανέβει από την τρίτη στη δεύτερη θέση της κατάταξης των κινδύνων για τις τηλεπικοινωνίες το 2023, με το 76% των εταιρειών τηλεπικοινωνιών να αναφέρουν αύξηση των επιθέσεων στον κυβερνοχώρο από χρόνο σε χρόνο.
Η έρευνα αναδεικνύει έλλειψη ευθυγράμμισης μεταξύ των αυξημένων επιπέδων τρωτότητας και του ελέγχου, που ασκούν τα διοικητικά συμβούλια, καθώς το 39% των επικεφαλής της ασφάλειας πληροφοριών των εταιρειών τηλεπικοινωνιών (CISOs) πιστεύουν ότι η ασφάλεια δε θεωρείται επαρκώς μέρος των στρατηγικών επενδύσεων.
Επιπλέον, τα τμήματα ασφαλείας πληροφοριών υπονομεύονται από την απομόνωση από την υπόλοιπη επιχείρηση, παρά την ενίσχυση του ρόλου τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας (υπογραμμίζεται από το 58% των CISO των εταιρειών τηλεπικοινωνιών). Λιγότερο από το ένα τρίτο (31%) των CISO πιστεύουν ότι οι σχέσεις τους με τις ομάδες ανάπτυξης προϊόντων χαρακτηρίζονται από μέτρια ή υψηλά επίπεδα εμπιστοσύνης.
Το ζήτημα αυτό επιδεινώνεται από την αυξανόμενη ανησυχία μεταξύ των καταναλωτών, καθώς η πανδημία έχει εντείνει τους προϋπάρχοντες φόβους τους σχετικά με την αποκάλυψη προσωπικών δεδομένων. Πράγματι, το 46% των καταναλωτών πιστεύουν ότι είναι αδύνατο να διατηρήσουν τα προσωπικά τους δεδομένα ασφαλή όταν χρησιμοποιούν το διαδίκτυο.
Η έρευνα διαπιστώνει, επίσης, ότι η κακή διαχείριση της ατζέντας για τη βιώσιμη ανάπτυξη εξελίσσεται σε ολοένα και πιο επείγουσα απειλή για τον κλάδο, ανεβαίνοντας από την πέμπτη θέση, πέρυσι, στην τέταρτη θέση στην κατάταξη του 2023. Η ποιότητα των δημοσιοποιήσεων των τηλεπικοινωνιακών φορέων σχετικά με την κλιματική αλλαγή μειώνεται από χρόνο σε χρόνο, καθώς το 39% των ερωτηθέντων δε δημοσιοποιούν τη στρατηγική τους για την επίτευξη μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα, το σχέδιο μετάβασής τους ή τη στρατηγική απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα – παρά τις αυξανόμενες εκκλήσεις για ουσιαστική δράση από όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Οι προσδοκίες των πελατών στον τομέα της βιώσιμης ανάπτυξης εντείνονται, ασκώντας πίεση στους τηλεπικοινωνιακούς φορείς να ακολουθήσουν. Το 39% των καταναλωτών αναφέρουν ότι οι πάροχοι συνδέσεων πρέπει να λάβουν περισσότερα μέτρα ώστε να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα βιώσιμης ανάπτυξης, ενώ το 68% των μεγάλων επιχειρήσεων ενδιαφέρονται περισσότερο από πριν για τη χρήση της τεχνολογίας 5G στην επίτευξη των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης.
Στην τρίτη θέση της κατάταξης των κινδύνων των τηλεπικοινωνιών του 2023, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, βρίσκεται η αδυναμία βελτίωσης της κουλτούρας του ανθρώπινου δυναμικού και των τρόπων εργασίας που αποτελεί έναν εξελισσόμενο κίνδυνο, καθώς οι απόψεις εργοδοτών και εργαζομένων συνεχίζουν να αποκλίνουν. Ενώ το 91% των υπαλλήλων στην τεχνολογία, τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, την ψυχαγωγία και τις τηλεπικοινωνίες (TMT) θέλουν να εργάζονται εξ αποστάσεως για δύο ή περισσότερες ημέρες την εβδομάδα, το 25% των διοικήσεων του κλάδου πιστεύουν ότι οι άνθρωποί τους πρέπει να επιστρέψουν στο γραφείο πέντε ημέρες την εβδομάδα.
Είναι ανησυχητικό ότι η απώλεια του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί μεγαλύτερη πρόκληση στον κλάδο των TMT: το 53% των ερωτηθέντων εργαζομένων στον κλάδο δηλώνουν ότι σκοπεύουν να εγκαταλείψουν τη σημερινή τους θέση μέσα στους επόμενους 12 μήνες, σε σύγκριση με έναν μέσο όρο 43% σε όλους τους κλάδους.