Στην Αθήνα πρόκειται να πραγματοποιηθεί η συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας τον Οκτώβριο και η καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου της προέδρου της Κριστίν Λαγκάρντ. Στην εκδήλωση αυτή αναφέρθηκε μεταξύ άλλων ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα που απηύθυνε προς τους εργαζόμενους.
Ο διοικητής της ΤτΕ αναφερόμενος στην «μάχη» που δίνει η ΕΚΤ για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού χαρακτήρισε ενθαρρυντικό το γεγονός ότι «προς το παρόν, δεν παρατηρείται σπιράλ τιμών-μισθών που απομακρύνει τον στόχο του 2%, ούτε απαγκίστρωση των μεσο-μακροπρόθεσμων πληθωριστικών προσδοκιών από τον στόχο αυτό.
«Αυτό μας δίνει ελπίδα και κουράγιο να συνεχίσουμε την αντιπληθωριστική πολιτική χωρίς αυξήσεις επιτοκίων τέτοιες που θα προκαλούσαν βαθιά ύφεση. Και δεν σταματάμε βεβαίως να ελπίζουμε και να επιζητούμε την οριστική παύση αυτής της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας με το πιο αποτελεσματικό μέσο που υπάρχει: Τον τερματισμό αυτού του αιματηρού πολέμου», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Τόνισε ωστόσο ότι τα επιτόκια θα πρέπει να αυξηθούν περαιτέρω, έως ότου, οι πρόσφατες θετικές ενδείξεις αποκλιμάκωσης των πληθωριστικών πιέσεων μετατραπούν σε βεβαιότητα προσέγγισης του στόχου του 2% μεσοπρόθεσμα. Αναγνώρισε δε ότι η δημοσιονομική πολιτική θα πρέπει να αναλάβει ένα κόστος στήριξης των ευάλωτων πολιτών, με μέτρα τα οποία θα είναι στοχευμένα σε αυτούς, θα έχουν παροδικό και όχι μόνιμο χαρακτήρα.
Υπενθύμισε δε ότι στο πλαίσιο αυτό, υπό τις παρούσες προεκλογικές συνθήκες, «η Τράπεζα της Ελλάδος στην τελευταία Έκθεση Νομισματικής πολιτικής, διατύπωσε την παραίνεση για σύμπλευση και συνεννόηση των πολιτικών δυνάμεων, ώστε να υλοποιηθούν οι βασικές δεσμεύσεις της οικονομικής πολιτικής, κυρίως σε ό,τι αφορά την επιστροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα τέτοια που να εξασφαλίζουν την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και να διαφυλαχθούν όσα σημαντικά έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία με βασικό στόχο, εθνικό θα τον χαρακτήριζα, την αναβάθμιση των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου στην επενδυτική βαθμίδα κατά το τρέχον έτος».