Η Moody’s απειλεί με υποβάθμισης την ιταλική οικονομία

Η Ιταλία είναι η μόνη χώρα, από αυτές που καλύπτει η Moody’s Investors Service, που κινδυνεύει να χάσει την επενδυτική της βαθμολογία. Σε έκθεση που δημοσιεύτηκε σήμερα διερευνάται πώς τα κράτη αντιμετώπισαν τις υποβαθμίσεις στην κατηγορία «σκουπίδια» την τελευταία τριακονταετία. Εκεί, η τρίτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης ξεχωρίζει ως υποψήφια για μια τέτοιου είδους προσαρμογή.

Παρόλα αυτά η Moody’s δεν έδωσε… πιθανότητες να συμβεί το συγκεκριμένο σενάριο.
«Η Ιταλία είναι επί του παρόντος η μόνη χώρα με αξιολόγηση Baa3 με αρνητικές προοπτικές», έγραψαν οι αναλυτές του οίκου Moody’s. «Η υποτονική ανάπτυξη και το υψηλότερο κόστος δανεισμού μπορεί να αποδυναμώσουν περαιτέρω τη δημοσιονομική θέση της Ιταλίας», καταλήγουν.

Σημειώνεται ότι η αξιολόγηση Baa3 είναι μια βαθμίδα πάνω από τα σκουπίδια με την επόμενη πιστοληπτική αξιολόγηση του Moody’s να αναμένεται για την Ιταλία για τις 19 Μαΐου.
Αντίθετα, η S&P Global Ratings μόλις την περασμένη εβδομάδα επιβεβαίωσε τη δική της άποψη για την Ιταλία σε ένα επίπεδο υψηλότερα – BBB με σταθερή προοπτική. Παρόμοια άποψη έχει και η Fitch Ratings.

Η Ιταλία αντιμετωπίζει «αυξημένους κινδύνους» σχετικά με την εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στην αναζωογόνηση της ανάπτυξης, έγραψαν οι αναλυτές της Moody’s, επικαλούμενοι μέτρα συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνδέονται με τη λήψη χρημάτων από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όπως σημειώνει το Bloomberg, οι συγκεκριμένες παρατηρήσεις είναι μια υπενθύμιση του πώς η άνετη διαδρομή που απολάμβανε η Ιταλία στις αγορές ομολόγων φέτος θα μπορούσε να εκτροχιαστεί.

Το ασφάλιστρο του 10ετούς ομολόγου έναντι του ασφαλέστερου γερμανικού διαπραγματεύεται σε στενό εύρος από τον περασμένο μήνα και επί του παρόντος βρίσκεται στις 187 μονάδες βάσης, από 250 μονάδες βάσης στα τέλη του 2022.

Οποιαδήποτε ενδεχόμενη υποβάθμιση σε σκουπίδια θα έπληττε την εθνική υπερηφάνεια και θα έφερνε τη χώρα σε αχαρτογράφητα ύδατα με έναν χαρακτηρισμό που καθιστά τα ομόλογά της λιγότερο ελκυστικά για τους επενδυτές, σημειώνει η έκθεση.

Τα ιταλικά ομόλογα άλλαξαν ελάχιστα μετά την έκθεση, με το spread των 10ετών ομολόγων έναντι των ισοδύναμων γερμανικών τίτλων να παραμένει σταθερό στις 189 μονάδες βάσης.

Πάντως, ακόμη και η υποβάθμιση δεν θα επηρέαζε τη συμμετοχή της στα προγράμματα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ: το δημόσιο χρέος είναι επιλέξιμο εφόσον τουλάχιστον ένας από τους τέσσερις μεγάλους οίκους αξιολόγησης κρίνει την Ιταλία ως επενδυτική βαθμίδα.

Ο δεξιός συνασπισμός της Μελόνι φρόντισε να μην ταρακουνήσει τη βάρκα. Ο προϋπολογισμός της που παρουσιάστηκε πρόσφατα, διατηρώντας το έλλειμμα και το χρέος σε καθοδική πορεία, παράλληλα με τα σχέδια να συνεχίσει να επενδύει στην οικονομία, χαιρετίστηκε από τους αναλυτές.

Ωστόσο, ο δανεισμός της Ιταλίας υπερβαίνει το 140% της παραγωγής, ενώ η ανάπτυξη παραμένει ιστορικά υποτονική. Επίσης, επιβαρυντικός παράγοντας είναι η δυσκολία διάθεσης των χρημάτων από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης καθώς η χώρα κινδυνεύει να μην ολοκληρώσει ορισμένα έργα που απαιτούνται για να ξεκλειδώσει τα χρήματα μέχρι την προθεσμία του 2026.

Σύμφωνα με την Moody’s, 28 χώρες έχουν γίνει «έκπτωτοι άγγελοι» από το 1995. Από αυτές, μόνο οι 12 κατάφεραν να ανακτήσουν αξιολογήσεις επενδυτικής βαθμίδας, με το χρόνο που χρειάστηκε να κυμαίνεται από τα τρία έως τα 14 χρόνια και τη διαδικασία να περιλαμβάνει «μεγάλους μετασχηματισμούς», συμπεριλαμβανομένων θεσμικών βελτιώσεων και πιο στιβαρής οικονομικής πολιτικής.

Δυσμενής ήταν και η εκτίμηση της Goldman Sachs τη Δευτέρα, με τους αναλυτές στρατηγικής να συστήνουν «σορτάρισμα» των ιταλικών ομολόγων έναντι των ισπανικών και να προβλέπουν ότι το spread στη Γερμανία θα εκτιναχθεί στις 235 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους.

Η αξιολόγηση της S&P την Παρασκευή ήταν πιο αισιόδοξη. «Η σταθερή προοπτική αντανακλά την προσδοκία μας ότι το δημόσιο χρέος της Ιταλίας προς το ΑΕΠ θα μειωθεί το 2023-2026, καθώς η οικονομική ανάπτυξη επιταχύνεται το επόμενο έτος, υποστηριζόμενη από τις επενδύσεις της ΕΕ, την εξωτερική ζήτηση και τους σταθεροποιημένους όρους εμπορίου», ανέφερε ο οίκος αξιολόγησης.

«Αυτή η αξιολόγηση είναι ισορροπημένη έναντι του κινδύνου αντιστροφής της υλοποίησης κρίσιμων μεταρρυθμίσεων», καταλήγει η αξιολόγηση της S&P.