Η Επιτροπή ενέκρινε σήμερα δέσμη μέτρων για τις λιανικές επενδύσεις, η οποία θέτει τα συμφέροντα των καταναλωτών στο επίκεντρο των λιανικών επενδύσεων.
Στόχος είναι να ενδυναμωθούν οι ιδιώτες επενδυτές (δηλαδή οι μη επαγγελματίες «καταναλωτές» επενδυτές) να λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις που ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες και τις προτιμήσεις τους, διασφαλίζοντας ότι αντιμετωπίζονται δίκαια και ότι τους προσφέρεται επαρκής προστασία.
Αυτό θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη και την αυτοπεποίθηση των ιδιωτών επενδυτών ώστε να επενδύουν με ασφάλεια στο μέλλον και να αξιοποιούν πλήρως την Ένωση Κεφαλαιαγορών της ΕΕ.
Ένας από τους τρεις βασικούς στόχους της Επιτροπής στο σχέδιο δράσης του 2020 για την Ένωση Κεφαλαιαγορών ήταν η εδραίωση της ΕΕ ως ακόμη πιο ασφαλούς τόπου για ιδιωτικές επενδύσεις σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Η σημερινή δέσμη μέτρων αποσκοπεί στην επίτευξη του στόχου αυτού και στην ενθάρρυνση της συμμετοχής στις κεφαλαιαγορές της ΕΕ, η οποία είναι παραδοσιακά χαμηλότερη από ό,τι σε άλλες δικαιοδοσίες, όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, παρόλο που τα ποσοστά αποταμίευσης των Ευρωπαίων είναι πολύ υψηλά.
Η τόνωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών αποτελεί επίσης βασικό μέσο για τη διοχέτευση ιδιωτικής χρηματοδότησης στην οικονομία μας και για τη χρηματοδότηση της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης.
Η δέσμη μέτρων λεπτομερώς
Η δέσμη μέτρων περιλαμβάνει φιλόδοξα και ευρείας κλίμακας μέτρα με τους ακόλουθους στόχους:
Βελτίωση του τρόπου με τον οποίο παρέχονται στους ιδιώτες επενδυτές πληροφορίες σχετικά με επενδυτικά προϊόντα και υπηρεσίες, με πιο ουσιαστικούς και τυποποιημένους τρόπους, προσαρμόζοντας τους κανόνες γνωστοποίησης στην ψηφιακή εποχή και στη διαρκώς μεγαλύτερη προτίμηση των επενδυτών για βιώσιμες επενδύσεις.
Αύξηση της διαφάνειας και της συγκρισιμότητας του κόστους, με την υποχρεωτική χρήση τυποποιημένης παρουσίασης και ορολογίας σχετικά με το κόστος. Με τον τρόπο αυτόν εξασφαλίζεται ότι τα επενδυτικά προϊόντα προσφέρουν πραγματικά καλή σχέση κόστους-ωφέλειας στους μικροεπενδυτές.
Διασφάλιση ότι όλοι οι ιδιώτες πελάτες λαμβάνουν τουλάχιστον ετησίως σαφή εικόνα των επενδυτικών επιδόσεων του χαρτοφυλακίου τους.
Αντιμετώπιση πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων στη διανομή επενδυτικών προϊόντων με την απαγόρευση των αντιπαροχών για τις πωλήσεις που περιορίζονται στην εκτέλεση εντολής του πελάτη (δηλαδή όταν δεν παρέχονται συμβουλές) και διασφάλιση ότι οι χρηματοοικονομικές συμβουλές ευθυγραμμίζονται με τα βέλτιστα συμφέροντα των μικροεπενδυτών. Θα θεσπιστούν επίσης αυστηρότερες διασφαλίσεις και διαφάνεια όταν επιτρέπονται αντιπαροχές.
Προστασία των ιδιωτών επενδυτών από παραπλανητικό μάρκετινγκ με διάταξη που ορίζει ότι οι ενδιάμεσοι χρηματοοικονομικοί διαμεσολαβητές (δηλαδή οι σύμβουλοι) είναι πλήρως υπεύθυνοι για τη χρήση (και την κατάχρηση) των διαφημιστικών τους ανακοινώσεων, μεταξύ άλλων όταν αυτή πραγματοποιείται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή μέσω διασημοτήτων ή άλλων τρίτων μερών στα οποία προσφέρουν αμοιβή ή άλλα κίνητρα.
Διατήρηση υψηλών προτύπων επαγγελματικών προσόντων για τους χρηματοοικονομικούς συμβούλους.
Ενδυνάμωση των καταναλωτών ώστε να λαμβάνουν καλύτερες αποφάσεις σε χρηματοοικονομικά θέματα, με την ενθάρρυνση των κρατών μελών να θέτουν σε εφαρμογή εθνικά μέτρα υπέρ του χρηματοοικονομικού γραμματισμού των πολιτών, ανεξάρτητα από την ηλικία ή το κοινωνικό και εκπαιδευτικό τους υπόβαθρο.
Μείωση του διοικητικού φόρτου και βελτίωση της προσβασιμότητας προϊόντων και υπηρεσιών για εξειδικευμένους ιδιώτες επενδυτές, καθιστώντας πιο αναλογικά τα κριτήρια επιλεξιμότητας προκειμένου να καταστεί κάποιος επαγγελματίας επενδυτής.
Ενίσχυση της εποπτικής συνεργασίας ώστε να καταστεί ευκολότερο για τις εθνικές αρμόδιες αρχές και τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές να διασφαλίζουν την ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων με συνεκτικό τρόπο σε ολόκληρη την ΕΕ και να καταπολεμούν από κοινού την απάτη και τις αθέμιτες πρακτικές.
Η σημερινή δέσμη μέτρων έχει ευρύ πεδίο εφαρμογής και αφορά το σύνολο της επενδυτικής διαδρομής του καταναλωτή.
Αποτελείται από μια τροποποιητική οδηγία, η οποία αναθεωρεί τους ισχύοντες κανόνες που ορίζονται στην οδηγία για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων (MiFID II), την οδηγία για τη διανομή ασφαλιστικών προϊόντων (IDD), την οδηγία για τους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ), την οδηγία για τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΟΔΟΕΕ) και την οδηγία σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II), καθώς και έναν τροποποιητικό κανονισμό, ο οποίος αναθεωρεί τον κανονισμό για τα συσκευασμένα επενδυτικά προϊόντα για ιδιώτες επενδυτές και επενδυτικά προϊόντα βασιζόμενα σε ασφάλιση (PRIIP).
Οι κανόνες για την προστασία των επενδυτών καθορίζονται επί του παρόντος σε τομεακές νομοθετικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων της MiFID, του κανονισμού PRIIP, της οδηγίας ΟΣΕΚΑ, της οδηγίας για τους ΟΣΕΚΑ, της οδηγίας Φερεγγυότητα II και της οδηγίας IDD.
Οι κανόνες αυτοί μπορεί να διαφέρουν από το ένα χρηματοπιστωτικό μέσο στο άλλο, ορισμένες φορές μάλιστα μπορεί να αντιφάσκουν μεταξύ τους, γεγονός που προκαλεί σύγχυση ως προς τις σωρευτικές απαιτήσεις για τους ιδιώτες επενδυτές. Ταυτόχρονα, η ψηφιοποίηση έχει φέρει αλλαγές στα μοντέλα διανομής και έχει δημιουργήσει νέες μορφές εμπορικής προώθησης χρηματοπιστωτικών μέσων προς ιδιώτες πελάτες.
Την τελευταία τριετία, η Επιτροπή συγκέντρωσε στοιχεία ως βάση για τις σημερινές προτάσεις της με πολλούς τρόπους, μεταξύ των οποίων μια εις βάθος μελέτη η οποία εξετάζει βασικά ζητήματα που αφορούν τους ιδιώτες επενδυτές (γνωστοποιήσεις, συμβουλές, αντιπαροχές, καταλληλότητα), εκτενείς διαδικασίες δημόσιας διαβούλευσης, αιτήματα παροχής συμβουλών από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές και πολυάριθμες επαφές με τα ενδιαφερόμενα μέρη.