«Στο τραπέζι» για τις τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων κάθονται η κυβέρνηση με τους ακτοπλόους. Οι δύο πλευρές αναμένεται να έχουν συνάντηση, ακόμη και αύριο, Τρίτη, στο Μέγαρο Μαξίμου.
Οι τιμές των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων φέτος τον Αύγουστο σε σχέση με πέρσι τον Αύγουστο παραμένουν στα ίδια επίπεδα.
Ωστόσο, οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου έχουν υποχωρήσει κατά 40% περίπου εγείροντας το ερώτημα γιατί δεν έχουν αποκλιμακωθεί αντίστοιχα οι τιμές των εισιτηρίων.
Σύμφωνα με πηγές του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), οι αυξήσεις των τιμών των ακτοπλοϊκών εισιτηρίων κατά το 2021 και το πρώτο μισό του 2022, που διαμόρφωσαν τις τιμές στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα, κάλυψαν ένα ευρύτερο πακέτο αυξήσεων λειτουργικών εξόδων των ακτοπλοϊκών επιχειρήσεων που από το 2020 έως και το 2022 παρήγαγαν στην συντριπτική τους πλειοψηφία λειτουργικές ζημιές.
Αυτός είναι άλλωστε και ένας απ’ τους λόγους που επαπειλείται κατάρρευση της ΑΝΕΚ και δρομολογείται διάσωση της διά απορρόφησης από άλλη ακτοπλοϊκή, εξηγούν.
Επιπλέον, η μείωση των διεθνών τιμών του πετρελαίου δεν έχει περάσει ολόκληρη στα ναυτιλιακά καύσιμα, εξηγούν από τον ΣΕΕΝ, καθώς τις τελευταίες έξι εβδομάδες άλλαξε ο τρόπος τιμολόγησης τους από τους προμηθευτές με αποτέλεσμα την διάβρωση των περιθωρίων για μειώσεις.
Εκτός από το κόστος των τιμών των καυσίμων έχουν αυξηθεί ήδη κατά 9% οι μισθοί και έχει συμφωνηθεί να αυξηθούν κατά περαιτέρω 5% από το επόμενο έτος -συνολικά δηλαδή κατά 14% στην τριετία- ενώ παράλληλα έχουν αυξηθεί κατά τουλάχιστον τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες (400 μονάδες βάσης) τα κόστη εξυπηρέτησης του δανεισμού λόγω των αυξήσεων των επιτοκίων, προσθέτουν οι ακτοπλόοι.
Και αυτό σε μία περίοδο κατά την οποία οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις είτε επενδύουν ήδη είτε καλούνται να επενδύσουν μεγάλα ποσά για τη μείωση του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος και τον εκσυγχρονισμό του στόλου, επισημαίνουν.
Όσον αφορά σε ποσό της τάξης των 50 εκατομμυρίων που εισέπραξαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις, κύκλοι του ΣΕΕΝ επισημαίνουν πως αυτά αφορούσαν δρομολόγια που δεν θα γίνονταν λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις αλλά πραγματοποιήθηκαν κατόπιν συμφωνίας με το Υπουργείο Ναυτιλίας που επωμίστηκε το κόστος των καυσίμων εκείνων των δρομολογίων.
Για τις δε άγονες γραμμές η κατά 40 εκατομμύρια περίπου αύξηση του ετήσιου προϋπολογισμού αφορά όχι σε υπάρχουσες συμβάσεις δημόσιας υπηρεσίας, αλλά σε νέες άγονες γραμμές που προκηρύχθηκαν και για τις οποίες το ενδιαφέρον ήταν λίαν περιορισμένο.
Σε κάθε περίπτωση κυβέρνηση και ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις θα επιχειρήσουν να βρουν περιθώρια ώστε να καταστεί δυνατή η μείωση του κόστους των ακτοπλοϊκών μεταφορών ενόψει της κορύφωσής της θερινής περιόδου.