«Κάτι εντοπίσαμε και θα το ελέγξουμε», σημειώνει στο iefimerida αρμόδια πηγή, προαναγγέλλοντας έτσι μπαράζ ελέγχων σε όλη την αλυσίδα διακίνησης νωπών φρούτων και λαχανικών.
Δεν είναι μυστικό ότι φρούτα και λαχανικά, λόγω της εποχικότητας και των έντονων διακυμάνσεων τιμών που μπορούν να οφείλονται στις καιρικές συνθήκες, γενικώς δεν προσφέρονται για συγκρίσεις στα περιθώρια κέρδους. Κι όμως. Το υπουργείο Ανάπτυξης έχει σαφείς ενδείξεις ότι κάτι δεν πάει καλά σε κάποιο ή κάποια στάδια της μεταφοράς των νωπών προϊόντων από το χωράφι ως το ράφι και ενεργοποίησε το υφιστάμενο νομικό οπλοστάσιο.
Επικαιροποιώντας την Απόφαση, που ορίζει τις διαδικασίες ελέγχου για το περιθώριο κέρδους σε 70 αγαθά πρώτης γραμμής, το υπουργείο Ανάπτυξης συμπεριέλαβε στη λίστα προς έλεγχο, φρούτα και λαχανικά. Σύμφωνα, μάλιστα, με πληροφορίες, οι επικείμενοι έλεγχοι στη χονδρική και τη λιανική δεν αφορούν μόνο στα εγχώρια φρούτα- λαχανικά αλλά και στα εισαγόμενα, όπου ακόμα και οι καταναλωτές διαπιστώνουν τρελές αυξήσεις, δια γυμνού οφθαλμού. Υπενθυμίζεται ότι μετά την αυστηροποίηση των προστίμων, σε όποιον παραβιάζει το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους, επιβάλλεται πρόστιμο που δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 5.000 ευρώ και μεγαλύτερο των 5.000.000 ευρώ. Δεν συνιστά υπέρβαση του ποσοστού του περιθωρίου μικτού κέρδους η υπέρβαση που αφορά σε πολύ μικρές ποσότητες προϊόντων ή ποσότητες ιδιαίτερα χαμηλής αξίας, που διατίθενται προς πώληση ή η υπέρβαση δεν ξεπερνά τη μία ποσοστιαία μονάδα.
Το ελαιόλαδο
Το μόνο σίγουρο είναι ότι η τιμή του ελαιολάδου συμπεριλαμβάνεται στα μεγάλα στοιχήματα του φετινού Χειμώνα, προκειμένου να αποκλιμακωθεί ο πληθωρισμός στα επίπεδα του 2%.
Αν και οι αρχικές, σχετικά ενθουσιώδεις, εκτιμήσεις από την Ισπανία, για το μέγεθος της φετινής παραγωγής, έχουν καταλαγιάσει, τα μηνύματα κι από την Ιβηρική κι από τις υπόλοιπες χώρες- παραγωγούς επιτρέπουν μια συγκρατημένη αισιοδοξία ότι η νέα σεζόν θα είναι πολύ καλλίτερη και στο χωράφι και στο ράφι. Οι έως τώρα εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι η φετινή παγκόσμια παραγωγή ελαιολάδου θα μπορούσε να προσεγγίσει τα προ κρίσης επίπεδα, δηλαδή τα 3 εκατ. μετρικούς τόνους, όταν πέρσι κινήθηκε λίγο πιο πάνω από τα 2 εκατομμύρια. Αν και η παράμετρος της ποιότητας δεν μπορεί να προσμετρηθεί, εφόσον οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν τότε είναι μαθηματικά βέβαιο ότι οι λιανικές τιμές θα υποχωρήσουν.
Μέχρι να φτάσουμε, βέβαια, εκεί, έχουμε ακόμα δρόμο. Ενδεικτικά, αν και στην Ισπανία γίνονται κάποιες δημοπρασίες μεταξύ 7- 7,70 ευρώ, στην Ιταλία αγγίζουν ακόμα και τα 12 ευρώ. Ασφαλές συμπέρασμα θα μπορεί να εξάγει κανείς όταν η φετινή ελαιοπαραγωγή μετουσιωθεί σε ελαιόλαδο και ξεκινήσουν οι μεγάλες δημοπρασίες. Επί του παρόντος, τα τελευταία στοιχεία της Στατιστικής έδειξαν μια οριακή μείωση των λιανικών τιμών κατά 1,2% από μήνα σε μήνα, αλλά σε σύγκριση με πέρσι η διαφορά (49,1%) προκαλεί ακόμα ίλιγγο.
Οι τάσεις και ο κίνδυνος
Υπάρχουν άλλες εστίες πιθανών ανατιμήσεων; Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, τα στοιχεία που φτάνουν σε εβδομαδιαία βάση στο υπουργείο Ανάπτυξης από όλα τα… μέτωπα, δηλαδή προμηθευτές και αλυσίδες λιανικών πωλήσεων, δεν προκαλούν ανησυχία.
“Διακυμάνσεις τιμών υπάρχουν, όχι όμως κάποιες τάσεις που να δείχνουν άνοδο”, λένε χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές, επισημαίνοντας ότι ακόμα και στις περιπτώσεις διεθνών τιμών τροφίμων που καταγράφονται μικρά ή μεγαλύτερα ράλι τις τελευταίες εβδομάδες, λίγο ως πολύ πρόκειται για έναν επαναλαμβανόμενο κύκλο.
Αναλυτές επιμένουν, πάντως, να “δείχνουν” προς τη μεριά της ζάχαρης, η οποία μετά από μια παρατεταμένη “βουτιά” 5-6 μηνών, επέστρεψε στα υψηλά επίπεδα του περασμένου Φεβρουαρίου, ενώ σε ιστορικά υψηλά κινείται και η διεθνής τιμή του βουτύρου.
Για το μόνο που δεν μπορεί να βάλει κανείς το χέρι στη φωτιά, είναι το κόστος ενέργειας. Κατ’ αρχάς, η επαπειλούμενη ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή είναι πολύ πιθανό να υπερκεράσει τις επιπτώσεις από την ασθενή παγκόσμια ανάπτυξη και να ωθήσει προς τα πάνω την τιμή του πετρελαίου.
Επιπλέον, το καλοκαιρινό σοκ του ρεύματος μπορεί να μην έφτασε ως τα νοικοκυριά λόγω επιδοτήσεων και τιμολογιακής πολιτικής των παρόχων, αλλά μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις νιώθουν εκ νέου την πίεση, η οποία πολύ πιθανόν να συνεχιστεί και τους επόμενους μήνες, αν σκεφτεί κανείς ότι οι λόγοι της εκτίναξης των χονδρικών τιμών δεν έχουν εκλείψει.