Οι κυβερνητικές καταρρεύσεις στο Βερολίνο και στο Παρίσι συσχεραίνουν τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των διογκούμενων ελλειμμάτων και της μειωμένης ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης.
Ένα πολιτικό κενό στη Γαλλία και τη Γερμανία, τους δύο μεγαλύτερους και πιο ισχυρούς παράγοντες της ΕΕ, συνεπάγεται πρόσθετους πονεκαφάλους για την ήδη προβληματική ευρωπαϊκή οικονομία, σημειώνει το Euronews.
Η Γαλλία
Χθες το γαλλικό κοινοβούλιο δεν έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στον Μισέλ Μπαρνιέ, καθιστώντας τον επικεφαλής της κυβέρνησης με τη μικρότερη θητεία επί της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν θα δεχθεί τώρα πιέσεις να διορίσει αντικαταστάτη – και αντιμετωπίζει ακόμη και εκκλήσεις να παραιτηθεί ο ίδιος.
Η πολιτική διαμάχη που έριξε τον Μπαρνιέ στο χείλος του γκρεμού, σχετικά με τον ετήσιο προϋπολογισμό του 2025, υποδηλώνει ότι τώρα θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να αντιμετωπιστούν τα οικονομικά προβλήματα της χώρας. Με έλλειμμα 6,2% του ΑΕΠ, η Γαλλία έχει ήδη τη χειρότερη δημοσιονομική ανισορροπία στην ευρωζώνη.
Το σχέδιο του Μπαρνιέ προσπάθησε να αντιμετωπίσει αυτό το μακροχρόνιο έλλειμμα – χρησιμοποιώντας το μέγιστο, επταετές χρονοδιάγραμμα που επιτρέπουν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες της ΕΕ.
Όποιος και αν σχηματίσει τη νέα κυβέρνηση θα έχει πλέον μεγάλη δυσκολία να προωθήσει προτάσεις για φόρους και δαπάνες. Δεν μπορούν να γίνουν νέες εκλογές μέχρι τα μέσα του επόμενου έτους και κανένα από τα τρία μπλοκ στη γαλλική Εθνοσυνέλευση δεν μπορεί να συγκεντρώσει πλειοψηφία.
Πολλοί από την αριστερά έχουν ζητήσει να ακυρωθούν οι ευρύτερες μεταρρυθμίσεις του συνταξιοδοτικού συστήματος, οι οποίες αποτελούσαν κεντρικό στοιχείο της φιλελεύθερης ατζέντας του Μακρόν, ενώ η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν ζητούσε την δαπανηρή πολιτική της αναπροσαρμογής των συντάξεων σύμφωνα με τον πληθωρισμό.
Η Γερμανία
Ακόμα χειρότερα, η κρίση στο Παρίσι έρχεται παράλληλα με μια κακοδαιμονία στην άλλη οικονομική και πολιτική δύναμη της ΕΕ – τη Γερμανία.
Το μεγαλύτερο μέλος του μπλοκ θα έχει το επόμενο έτος και τις χειρότερες οικονομικές επιδόσεις. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι η Γερμανία θα αναπτυχθεί κατά 0,7% το επόμενο έτος, αφού συρρικνωθεί το 2024.
Και το Βερολίνο αντιμετωπίζει τα δικά του πολιτικά προβλήματα. Ο κυβερνών τρικομματικός συνασπισμός κατέρρευσε τον Νοέμβριο, μετά από διαφωνίες για τη δημοσιονομική πολιτική μεταξύ του σοσιαλιστή ηγέτη Όλαφ Σολτς και του φιλελεύθερου υπουργού Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ.
Ο Σολτς προκήρυξε πρόωρες εκλογές για τον Φεβρουάριο. Κατά τη διάρκεια του κυβερνητικού χάους που μεσολάβησε, το Βερολίνο δεν έστειλε στην ΕΕ κανένα σχέδιο για το πώς θα αντιμετωπίσει το έλλειμμά του τα επόμενα χρόνια – παρά το γεγονός ότι ηγήθηκε της πολιτικής έκκλησης των αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων.
Οι κίνδυνοι από Κίνα και ΗΠΑ
Εν τω μεταξύ, υπάρχουν ολοένα και πιο ψυχρές σχέσεις με τον σημαντικό εμπορικό εταίρο Κίνα, καθώς η ΕΕ επιδιώκει να «απεγκλωβιστεί» από έναν αυξανόμενο γεωπολιτικό εχθρό.
Επιπλέον, η προεκλογική υπόσχεση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς 10% στα ευρωπαϊκά προϊόντα θα αποτελέσει έναν επιπλέον πονοκέφαλο – επιβάλλοντας τόσο άμεσο οικονομικό κόστος στους εξαγωγείς της ΕΕ, όσο και μια δύσκολη επιλογή για τους εθνικούς ηγέτες ως προς τον τρόπο με τον οποίο θα προβούν σε αντίποινα.
Η απειλή της ρωσικής επιθετικότητας και η πιθανή απομάκρυνση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ θα σημάνει επίσης ότι η Ευρώπη θα πρέπει να βάλει το χέρι στην τσέπη για να επενδύσει στον στρατό.
Πολιτικό κενό
Το πολιτικό κενό απειλεί να εμποδίσει τις ευρύτερες προσπάθειες για την αντιμετώπιση της υποτονικής ευρωπαϊκής οικονομίας.
Τους τελευταίους μήνες, δύο πρώην Ιταλοί πρωθυπουργοί, ο Ντράγκι και ο Λέτα, εξέδωσαν δυσοίωνες προειδοποιήσεις για την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα.
Αλλά με ελάχιστη καθοδήγηση από το Παρίσι και το Βερολίνο, τις δύο πρωτεύουσες που θεωρούνται οι κινητήριες δυνάμεις της ΕΕ, δεν είναι σαφές αν οι προτεινόμενες λύσεις τους θα εισακουστούν.
Ο Ντράγκι και ο Λέτα πρότειναν ορισμένες πολιτικά δύσκολες ιδέες: κοινός δανεισμός μέσω ευρωομολόγων και ένα νέο πανευρωπαϊκό επενδυτικό ταμείο, αντίστοιχο με τις τεράστιες επιδοτήσεις πράσινης τεχνολογίας των ΗΠΑ.