Την οικονομική ενίσχυση των μελισσοπαραγωγών της Κρήτης που έχουν πληγεί από τις συνέπειες του covid-19 ζητάει από τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Μ. Βορίδη ο αντιπεριφερειάρχης για θέματα Πρωτογενή Τομέα Κρήτης Μανώλης Χνάρης.
Σύμφωνα με τον κ. Χνάρη, στο πλαίσιο διαβούλευσης με τους μελισσοκομικούς φορείς του νησιού ενημερώθηκε ο υπουργός για την οικονομική ενίσχυση των μελισσοπαραγωγών της Κρήτης που επλήγησαν, προκειμένου να συνεχίσουν την παραγωγική τους δραστηριότητα.
Σήμερα οι 4.000 μελισσοκόμοι της Κρήτης με τουλάχιστον 425.000 κυψέλες στο δυναμικό τους, είναι αντιμέτωποι με τις τραγικές συνέπειες που επέφερε στον κλάδο η εξάπλωση του COVID 19 και δυστυχώς όπως γνωστοποιεί ο κ. Χνάρης στον υπουργό, «…η τραγική οικονομική τους κατάσταση αγγίζει τα όρια της επιβίωσης και καθιστά αδύνατη ακόμα και την συνέχιση της δραστηριότητας τους καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν πλέον στα έξοδα φροντίδας και συντήρησης των μελισσοκομικών μονάδων τους».
Με βάση τα προβλήματα στην παραγωγή μελιού και οι οικονομικές επιπτώσεις, που προκάλεσε ο COVID 19 στους μελισσοκόμους της Κρήτης, υπολογίζεται ότι το 80% των εγγεγραμμένων μελών των μελισσοκομικών συλλόγων της Κρήτης δεν έχουν διαθέσει την παραγωγή τους καθώς οι τιμές πώλησης στην χονδρική είναι κάτω του κόστους και τουλάχιστον 30% μειωμένες από τις περσινές τιμές. Όπως αναφέρει ο αντιπεριφερειάρχης για θέματα Πρωτογενή Τομέα Κρήτης «ο Covid 19 ξεκίνησε την ίδια περίοδο που αναπτύσσονται οι μέλισσες, καραντίνα, απαγόρευση των μετακινήσεων ο φόβος ενός πρωτόγνωρου κινδύνου, συνετέλεσαν στο να μη μετακινηθούν οι μέλισσες, να μη γίνουν οι σωστοί χειρισμοί για την ανάπτυξη τους, με συνέπεια την υποβάθμιση της ποιότητας των μελισσοσμηνών και κατ' επέκταση τη μείωση της αναμενόμενης παραγωγής κατά 40% περίπου. Παράλληλα όμως η κρίση στο τουρισμό και τα επιβαλλόμενα μέτρα στον κλάδο της εστίασης επέφεραν μειωμένη διάθεση μελισσοκομικών προϊόντων, καθώς μεγάλο μέρος τους κάθε χρόνο, διατίθεται στα ξενοδοχεία, στα καταστήματα παραδοσιακών προϊόντων, στις καφετέριες και στα τουριστικά περίπτερα. Η μείωση της διάθεσης αγγίζει το 70-80% σε σύγκριση με την περσινή περίοδο».
Με το δεδομένο ότι οι μελισσοκόμοι δε παίρνουν επιδοτήσεις, αλλά παίρνουν ένα είδος ενίσχυσης η οποία σε καμία περίπτωση δεν αντισταθμίζει όπως επισημαίνει ο κ. Χνάρης τη σημερινή καταστροφή, ζητούν την άμεση οικονομική ενίσχυση τους ώστε να μπορέσουν να συνεχίζουν την παραγωγική τους δραστηριότητα για προϊόντα τα οποία: «… έχουν κατακτήσει την εθνική και διεθνή αγορά και μάλιστα από τον Σεπτέμβριο του 2017 προστέθηκε το μέλι στον κατάλογο των ΠΟΠ/ΠΓΕ προϊόντων της χώρας μας».