Η ταχέως αναπτυσσόμενη βιομηχανία εμφιαλωμένου νερού μπορεί να υπονομεύσει την πρόοδο προς ένα βασικό στόχο βιώσιμης ανάπτυξης: το ασφαλές νερό για όλους, διαπιστώνει το Πανεπιστήμιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σε νέα έκθεσή του που δημοσιεύεται σήμερα λίγες ημέρες πριν από την Παγκόσμια Ημέρα Νερού στις 22 Μαρτίου.
Κάθε λεπτό πωλούνται σε όλο τον κόσμο πάνω από ένα εκατομμύριο μπουκάλια νερό και η παγκόσμια ετήσια κατανάλωση των τριών κύριων τύπων εμφιαλωμένου νερού (επεξεργασμένου, μεταλλικού και φυσικού) υπολογίζεται σε 350 δισεκατομμύρια λίτρα.
Έχοντας λάβει δεδομένα από 109 χώρες παγκοσμίως, η έκθεση αναφέρει ότι μέσα σε μόλις πέντε δεκαετίες το εμφιαλωμένο νερό έχει εξελιχθεί σε ένα σημαντικό οικονομικό τομέα, σημειώνοντας ανάπτυξη κατά 73% από το 2010 ως το 2020. Οι πωλήσεις του αναμένεται να έχουν σχεδόν διπλασιαστεί μέχρι το 2030 φτάνοντας τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια.
Οι πολίτες της Ασίας είναι οι μεγαλύτεροι καταναλωτές εμφιαλωμένου νερού, ακολουθούμενοι από τους Βορειοαμερικανούς και τους Ευρωπαίους. Το 60% των παγκόσμιων πωλήσεων είναι στον παγκόσμιο Νότο (Ασία- Ειρηνικός, Αφρική, Λατινική Αμερική και Καραϊβική). Ανά χώρα, οι ΗΠΑ είναι η μεγαλύτερη αγορά και ακολουθούν η Κίνα και η Ινδονησία.
Οι τρεις αυτές χώρες αποτελούν σχεδόν το ήμισυ της παγκόσμιας αγοράς. Στη λίστα με τις χώρες με τις υψηλότερες πωλήσεις εμφιαλωμένου νερού σε εκατομμύρια δολάρια βρίσκεται και η Ελλάδα κατέχοντας την 50η θέση. Επίσης, κατέχει την 36η θέση στην κατανάλωση λίτρων κατά κεφαλήν.
Όπως διαπιστώνουν οι ερευνητές του Ινστιτούτου για το Νερό, το Περιβάλλον και την Υγεία του Πανεπιστημίου των Ηνωμένων Εθνών που διεξήγαν την έρευνα, η απεριόριστη επέκταση της βιομηχανίας εμφιαλωμένου νερού «δεν ευθυγραμμίζεται στρατηγικά με τον στόχο της παροχής καθολικής πρόσβαση σε πόσιμο νερό ή τουλάχιστον επιβραδύνει την παγκόσμια πρόοδο σε αυτό τον τομέα, αποσπώντας την προσοχή των αναπτυξιακών προσπαθειών και ανακατευθύνοντας την προσοχή σε μια λιγότερο αξιόπιστη και λιγότερο προσιτή επιλογή για πολλούς».
Το εμφιαλωμένο νερό ανά λίτρο, σημειώνουν, μπορεί να κοστίζει 150 έως 1.000 φορές περισσότερο από την τιμή που χρεώνει ένας δήμος για το νερό της βρύσης. Επίσης, για την παροχή ασφαλούς νερού σε περίπου δύο δισεκατομμύρια ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση σε αυτό απαιτείται μια ετήσια επένδυση που εκτιμάται σε 114 δισεκατομμύρια δολάρια, δηλαδή μικρότερη από το ήμισυ των 270 δισεκατομμυρίων δολαρίων που δαπανώνται κάθε χρόνο σε εμφιαλωμένο νερό.
Την ίδια ώρα, οι ερευνητές προειδοποιούν ότι οι πηγές του εμφιαλωμένου νερού, οι διαδικασίες που χρησιμοποιούνται και οι συνθήκες αποθήκευσης μπορούν να επηρεάσουν την ποιότητα του εμφιαλωμένου νερού. Επίσης, σημειώνουν ότι οι εμφιαλωτές νερού αντιμετωπίζουν γενικά λιγότερο έλεγχο από τις δημόσιες επιχειρήσεις ύδρευσης.
Επιπλέον, αναδεικνύονται και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του κλάδου, καθώς «υπάρχουν λίγα διαθέσιμα στοιχεία για τον όγκο νερού που αντλείται», κυρίως λόγω της έλλειψης διαφάνειας και νομικής βάσης που θα ανάγκαζε τις εταιρείες εμφιάλωσης να αποκαλύψουν αυτές τις πληροφορίες δημόσια και να αξιολογήσουν τις περιβαλλοντικές συνέπειες.
«Οι τοπικές επιπτώσεις στους υδάτινους πόρους μπορεί να είναι σημαντικές», αναφέρει η έκθεση. Τέλος, σχετικά με τη ρύπανση από το πλαστικό, οι ερευνητές λένε ότι σύμφωνα με εκτιμήσεις η βιομηχανία παρήγαγε περίπου 600 δισεκατομμύρια πλαστικά μπουκάλια και δοχεία το 2021, τα οποία μεταφράζονται σε περίπου 25 εκατομμύρια τόνους απορριμμάτων PET, τα περισσότερα από τα οποία δεν ανακυκλώνονται και προορίζονται για χωματερές.