Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του συστήματος Υγείας στην Ελλάδα μπορεί να μειώσει το κόστος, προσφέροντας ταυτόχρονα καλύτερες υπηρεσίες στους ασθενείς, σημειώνει σε special report του ο ΣΕΒ, όπου προτείνει έξι παρεμβάσεις για τη μετάβαση στην Υγεία 4.0 ώστε να ενδυναμωθεί η ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες που χρειάζεται κάθε ασθενής.
Όπως σημειώνει ο ΣΕΒ, προκλήσεις όπως η γήρανση του πληθυσμού, το αυξανόμενο κόστος για φάρμακα, οι μειωμένοι δημόσιοι πόροι, η αύξηση των χρόνιων παθήσεων, οι αυξανόμενες απαιτήσεις εξυπηρέτησης των ασθενών, αλλά και έκτακτες συγκυρίες δοκιμάζουν την αντοχή των δομών του κλάδου της υγείας.
Πέρα από υποδομές, ή συστήματα παραγωγής, οι ψηφιακές τεχνολογίες της 4ης βιομηχανικής επανάστασης αλλάζουν τον τρόπο που οι άνθρωποι εξυπηρετούν τις διάφορες ανάγκες τους.
Στην υγεία, επανακαθορίζουν την εμπειρία των ασθενών, τους τοποθετούν στο επίκεντρο, διευρύνοντας και τον φυσικό χώρο φροντίδας, από τον χώρο του νοσοκομείου στον χώρο του ασθενή. Παράλληλα, αλλάζουν τον τρόπο περίθαλψης, με έμφαση στην πρόληψη, ενισχύουν την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη με απομακρυσμένη τηλε-ιατρική πρόσβαση, και αποσυμφορούν το νοσοκομειακό σύστημα, κάτι που συνεπάγεται μικρότερη ανάγκη επέκτασης νοσοκομειακών μονάδων. Συμβάλλουν επίσης στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας του συστήματος υγείας με ταυτόχρονη μείωση του κόστους λειτουργίας.
Σε πολλές χώρες της ΕΕ ήδη καταγράφονται σημαντικά οφέλη από λύσεις ψηφιακού μετασχηματισμού στην υγεία όπως: Καθολική αύξηση της ικανοποίησης των ασθενών (95%), χαμηλότερο κόστος (κατά 70%) των υπηρεσιών υγείας εξ αποστάσεως συγκριτικά με μια τυπική ιατρική συνεδρία, 23% αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση ασθενών στα Επείγοντα, μείωση της διάρκειας νοσηλείας και θεραπείας, προσωποποιημένες υπηρεσίες, λιγότερες εισαγωγές, κτλ.
Στην Ελλάδα, η ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών υγείας είναι σχετικά χαμηλή, λόγω και της υποχρηματοδότησής της (ειδικά μέσα στην κρίση). Όμως, καθώς υπολογίζεται πως το κόστος υγείας θα αυξάνει ετησίως κατά 5%, τόσο στην Ευρώπη, όσο και στην Ελλάδα, πρόσφατες έρευνες (διαΝΕΟσις και ΟΟΣΑ), αναδεικνύουν τα ακόλουθα προβλήματα:
– Χαμηλές δημόσιες δαπάνες υγείας. Στην Ελλάδα το 2017 ανήλθαν στο 7,8% του ΑΕΠ (8,8% στον ΟΟΣΑ). Η κατά κεφαλή δαπάνη ήταν €1.623 (έναντι €2.267 το 2008, μείωση 28%), δηλαδή 45% κάτω από το μέσο όρο κατά κεφαλή δαπανών στην ΕΕ.
– Υψηλές δαπάνες υγείας κυρίως μέσω ιδιωτικής κάλυψης. Το 61% των δαπανών υγείας καλύπτεται από το δημόσιο (71% στον ΟΟΣΑ) και το υπόλοιπο με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα και κυρίως των ασθενών.
– Σημαντικές εστίες παραοικονομίας στο ΕΣΥ. Οι άτυπες συναλλαγές στα ελληνικά δημόσια νοσοκομεία αποτελούν το 31% των συνολικών δαπανών υγείας, έναντι 14% στην υπόλοιπη ΕΕ.
– Απουσία οργανωμένης πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας αλλά και ελλείψεις σε προσωπικό. Μόλις 3,3 νοσηλευτές ανά 1000 άτομα στην Ελλάδα, έναντι 8,8 στον ΟΟΣΑ. Επίσης, 1,63 νοσηλευτές ανά γιατρό στα νοσοκομεία, έναντι 2,7 στον ΟΟΣΑ.
– Υστέρηση στη χρήση σύγχρονων τεχνολογιών. Η Ελλάδα είναι 23η στην υιοθέτηση λύσεων ψηφιακής υγείας στην ΕΕ-27, 26η στην ηλεκτρονική τήρηση φακέλων ασθενών, 25η στην ανταλλαγή πληροφοριών υγείας και 16η στη διαθεσιμότητα προσωπικού φακέλου υγείας. Λόγω περιορισμένης ροής πληροφόρησης δεν αξιοποιείται επαρκώς ούτε το υπάρχον σύστημα επιχειρηματικής ευφυΐας (BI-Health) του Υπουργείου Υγείας.
– Ξεπερασμένο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης των δομών δημόσιας υγείας, αλλά και υποδομών. Η απουσία μηχανισμών αξιολόγησης οδηγεί στη χαμηλή αποδοτικότητα και ποιότητα. Επίσης, το ΕΣΥ δεν διαθέτει γηριατρικές υποδομές υγείας παρότι ο πληθυσμός άνω των 65 και 80 ετών διαμορφώνεται στο 21,7% και 6,8% αντίστοιχα του συνόλου. Μόνο το 2% των δαπανών κατευθύνεται σε γηριατρικές δομές, έναντι 9% στον ΟΟΣΑ.
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον ΣΕΒ, τα όρια του συστήματος υγείας στην Ελλάδα δοκιμάζονται κάθε φορά που προκύπτουν περιστατικά ευρείας κλίμακας. Όμως, οι ψηφιακές λύσεις που σε μεγάλο βαθμό, είναι διαθέσιμες και στην υπόλοιπη ΕΕ ήδη στηρίζουν τόσο εξατομικευμένες υπηρεσίες υγείας όσο και ιατρικά περιστατικά ευρείας κλίμακας. Στην Ελλάδα παραμένουν αποσπασματικές παρά τους σημαντικούς δημόσιους πόρους που έχουν διατεθεί.
Το Παρατηρητήριο Ψηφιακού Μετασχηματισμού του ΣΕΒ με την υποστήριξη της Deloitte προτείνει 6 παρεμβάσεις για την Υγεία 4.0:
1. Διαλειτουργικότητα στην ανταλλαγή πληροφοριών υγείας μεταξύ των συστημάτων ΤΠΕ όλων των φορέων υγείας (δημόσιων και ιδιωτικών).
2. Δημιουργία προ-τυποποιημένων ηλεκτρονικών φακέλων ασθενούς (EMR – Electronic Medical Records) καθώς και μιας ενιαίας βάσης, όπου θα αξιοποιούνται εργαλεία big data analytics για πρόγνωση αναγκών και ορθολογική κατάρτιση προϋπολογισμών.
3. Εισαγωγή σύγχρονων συστημάτων διαχείρισης ασθενών (CRM) στα δημόσια νοσοκομεία και σύνδεσή τους με εφαρμογές ιατρικών πληροφοριών.
4. Παροχή απομακρυσμένων υπηρεσιών διάγνωσης για επείγοντα περιστατικά (τηλε-ιατρική). Προτείνεται σταδιακή επέκταση υφιστάμενων δικτύων τηλε-ιατρικής 24ωρης λειτουργίας στις ΥΠΕ ως εξής: α) 1η και 7η ΥΠΕ (Αττικής και Κρήτης), β) 3η και 6η ΥΠΕ (Μακεδονίας και Πελοποννήσου, Ιονίων Νήσων, Ηπείρου και Δυτικής Ελλάδας) και γ) 5η και 6η ΥΠΕ (Μακεδονίας και Θράκης, Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδας).
5. Καθολική επέκταση ηλεκτρονικής συνταγογράφησης.
6. Ανάπτυξη συστήματος ηλεκτρονικών προμηθειών νοσοκομείων.
Όπως επισημαίνει ο ΣΕΒ, το σύστημα υγείας στην Ελλάδα μπορεί να ωφεληθεί από τη μετάβαση στην Υγεία 4.0. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός μπορεί να μειώσει το κόστος, προσφέροντας ταυτόχρονα καλύτερες υπηρεσίες στους ασθενείς. Η υγεία είναι δικαίωμα κάθε πολίτη και η Υγεία 4.0 μπορεί να ενδυναμώσει την ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες που χρειάζεται κάθε ασθενής.