Κάτω από το 1% η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου για πρώτη φορά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας

Προς τα ιστορικά χαμηλά που σημείωσε τον περασμένο Φεβρουάριο και ακριβώς πριν το ξέσπασμα της κρίσης του κορωνοϊού οδεύει το κόστος δανεισμού του Ελληνικού Δημοσίου, όπως αυτό αποτυπώνεται στην απόδοση του 10ετούς ομολόγου. Παρά την επιδείνωση της πορείας της οικονομίας λόγω της πανδημίας, οι επενδυτές συνεχίζουν να «κυνηγούν» τα ελληνικά ομόλογα επιβεβαιώνοντας την εμπιστοσύνη τους στις μακροπρόθεσμες προοπτικές της Ελλάδας, εκμεταλλευόμενοι παράλληλα και τα σημαντικά πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι ελληνικοί τίτλοι.

Πιο αναλυτικά, η απόδοση του 10ετους ομολόγου διαμορφώνεται στο 0,989% με πτώση της τάξης του 2,8% σε σχέση με τα χθεσινά επίπεδα, ενώ το spread έναντι της Γερμανίας κινείται στις 153 μονάδες βάσης και πολύ κοντά στα χαμηλά έτους.

Σημειώνεται πως το yield του 10ετούς δεν είχε υποχωρήσει έως σήμερα κάτω από το 1% από τα τέλη Φεβρουαρίου, όταν και είχε βρεθεί στο ιστορικό χαμηλό του 0,94% πριν το ξέσπασμα του διεθνούς sell-off που προκάλεσε η πανδημία και έστειλε την απόδοσή του στο 4,1% στα μέσα Μαρτίου, πριν η ΕΚΤ ενεργοποιήσει το έκτακτο QE.

Ιστορικά χαμηλά σημειώνουν σήμερα οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων της Ιταλίας, αγγίζοντας το 0,73%, ενώ σημαντική βελτίωση σημειώνει γενικότερα στην αγορά ομολόγων λόγω της στροφής των επενδυτών προς την ασφάλεια και μακριά από τα risk assets μετά την είδηση ότι ο Ντόναλντ Τραμπ μολύνθηκε με τον κορωνοϊό, κάτι που ενισχύει ακόμα περισσότερο την ήδη υψηλή αβεβαιότητα που υπάρχει γύρω από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου.

Σημειώνεται πως στους 6,5 περίπου μήνες που έχει ενεργοποιηθεί το PEPP, η κεντρική τράπεζα έχει αγοράσει πάνω από 11 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα, καλύπτοντας με το παραπάνω ολόκληρη την εκδοτική δραστηριότητα της χώρας, η οποία μετά τις τέσσερις εξόδους στις αγορές διαμορφώνεται στα 10 δισ. ευρώ. Παράλληλα, έχει συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στη σημαντική υποχώρηση των ελληνικών spreads, η οποία ξεπερνά τις 300 μ.β από τα μέσα Μαρτίου.

Με δεδομένο ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει το PEPP έως τον Ιούνιο του 2021 τουλάχιστον, αγοράζονται συνολικά 27 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα, σημαίνει αυτομάτως πως το δίχτυ προστασίας των τίτλων και άρα η ελκυστικότητά τους στους επενδυτές θα συνεχιστεί καθώς η ΕΚΤ έτσι θα καλύψει σημαντικό μέρος της εκδοτικής δραστηριότητας και του επόμενους έτους.  Σε περίπτωση μάλιστα που υπάρξει χρονική επέκταση της διάρκειας ή αύξηση του μεγέθους του PEPP, όπως και αναμένουν οι αναλυτές, θα ωφελήσει ακόμη περισσότερο τους ελληνικούς τίτλους.

Η ηχηρή παρουσία της ΕΚΤ στην ελληνική αγορά ομολόγων σε συνδυασμό με τις προοπτικές που ανοίγονται για την ελληνική οικονομία και την αναπτυξιακή της δυναμική από το επόμενο έτος μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς και το ισχυρό "όπλο" που έχει η Ελλάδα – και το οποίο δεν έχει καμία άλλη χώρα, το υψηλό μαξιλάρι ταμειακών διαθεσίμων που διαμορφώνεται στα 37-38 δισ. ευρώ, αποτελούν μαγνήτες για τους επενδυτές. Παράλληλα, προστατεύουν τους ελληνικούς τίτλους από τις όποιες πιέσεις και έντονες διακυμάνσεις έως ότου η χώρα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα, ένα ορόσημο που λόγω Covid-19 θα καθυστερήσει να επιτευχθεί.

Όπως σημείωσε και πρόσφατα σε έκθεσή της η DZ Bank, το δίχτυ ασφαλείας που προσφέρει ΕΚΤ μέσω του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης σε συνδυασμό με την πολιτική που ακολουθεί η ελληνική κυβέρνηση αναμένεται να διατηρήσουν τα ελληνικά spreads σε χαμηλά επίπεδα.

Οι ελληνικοί τίτλοι, λόγω του ότι ενέχουν ρίσκο με βάση τις αξιολογήσεις, παρουσιάζουν ελκυστικές αποδόσεις δηλαδή υψηλότερες από τα υπόλοιπα ομόλογα στην ευρωζώνη και ειδικά σε σύγκριση με τις αρνητικές αποδόσεις που έχουν τίτλοι όπως αυτοί της Γερμανίας, της Γαλλίας ή της Ιρλανδίας. Οι επενδυτές τα κυνηγούν καθώς νιώθουν ότι, παρά το ρίσκο, τα ελληνικά ομόλογα είναι ασφαλή καθώς απολαμβάνουν σημαντικά πλεονεκτήματα.