Ανάπτυξη 6,1% το 2021 και 4,5% για το 2022 προβλέπει το προσχέδιο του προϋπολογισμού

Ανάπτυξη 6,1% για φέτος (οριακά υψηλότερη από την σχετική εξαγγελία του Πρωθυπουργού από την ΔΕΘ για ανάπτυξη 5,9%) και 4,5% για το 2022 θα προβλέπει το προσχέδιο του προϋπολογισμού που κατατίθεται την Δευτέρα στην Βουλή.

Στην αξιολόγηση του, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υιοθετεί τις μακροοικονομικές προβλέψεις του προσχεδίου προϋπολογισμού για το 2022 οι οποίες προβλέπουν ότι:

-Ο ρυθμό ανάπτυξης κατά 6,1% το 2021 θα διαμορφωθεί από την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 2,9% των επενδύσεων κατά 11,1% των εξαγωγών κατά 14% και των εισαγωγών κατά 6,6%.

-Αντιστοίχως ο ρυθμός ανάπτυξης κατά 4,5% το 2022 θα διαμορφωθεί από αύξηση της κατανάλωσης κατά 2,9% και την μείωση της δημόσιας κατανάλωσης κατά 2,8% λόγω της σημαντικής μείωσης των μέτρων στήριξης της οικονομίας.

-Σημαντική αύξηση κατά 22% θα έχουν οι επενδύσεις Οι εξαγωγές θα έχουν αύξηση 11,1% και οι εισαγωγές κατά 8,9%

-Το ποσοστό της ανεργίας αναμένεται να μειωθεί από το 16% που θα φτάσει φέτος στο 14,3% το 2022.

Σχολιάζοντας τις προβλέψεις για τους παράγοντες που απαρτίζουν το ΑΕΠ το ΕΔΣ προβλέπει αναλυτικότερα:

Για την ιδιωτική κατανάλωση: Σε ό,τι αφορά το 2022, η κύρια πηγή αβεβαιότητας αφορά στην εξέλιξη της πανδημίας. Εκτιμώντας ότι αυτή θα έχει τεθεί υπό πλήρη έλεγχο, η αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 2,9% κρίνεται εύλογη.

Επιπλέον, η εκτιμώμενη πτώση του ποσοστού ανεργίας στο 14,3% αναμένεται να συνδράμει στην τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Ωστόσο, πηγή αβεβαιότητας αναφορικά με την προβλεπόμενη αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης αποτελεί η μικρή αύξηση της μέσης κατά κεφαλήν αμοιβής της μισθωτής εργασίας, η οποία προβλέπεται ότι θα ανέλθει σε 1,1%, δηλαδή αρκετά χαμηλότερα από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του πληθωρισμού (2,0%).

Αυτό σημαίνει, πως η αύξηση των συνολικών αμοιβών της μισθωτής εργασίας (+3%), που αποτελεί βασική συνιστώσα της ιδιωτικής κατανάλωσης, εφόσον επιτευχθεί, θα προέλθει σχεδόν αποκλειστικά από την αύξηση του όγκου της μισθωτής απασχόλησης.

Για την δημόσια κατανάλωση: Λαμβάνοντας υπόψη τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας, προβλέπεται ο βαθμιαίος περιορισμός των καταναλωτικών δαπανών του δημοσίου οι οποίες αυξήθηκαν σημαντικά λόγω των μέτρων ελέγχου της πανδημίας. Δεδομένων των παραπάνω, είναι αναμενόμενη η μείωση της δημόσιας κατανάλωσης.

Για τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου: η εκτίμηση για ενίσχυση των επενδύσεων το 2022 κατά 23,4% (ή κατά 4,83 δισ. ευρώ σε σταθερές τιμές) αποτυπώνει τον πλέον φιλόδοξο μακροοικονομικό στόχο του προσχεδίου.

Το σύνολο αυτής της μεταβολής οφείλεται στη θετική επίπτωση που έχει ήδη και αναμένεται να έχει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). Σύμφωνα με το προσχέδιο, το ήμισυ (50%) της καθαρής αύξησης των επενδύσεων θα προέλθει από την ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων και το υπόλοιπο μισό θα προέλθει από την ενίσχυση των ιδιωτικών επενδύσεων.

Κατά συνέπεια, η έγκαιρη και ομαλή απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, καθώς και η διασφάλιση ότι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα διοχετεύσει γρήγορα και αποτελεσματικά τα σχετικά κεφάλαια στην ιδιωτική οικονομία αποτελεί στοιχείο καίριας σημασίας για την υλοποίηση του αισιόδοξου αυτού σεναρίου.

Για τις εισαγωγές και εξαγωγές: Οι εκτιμήσεις αναφορικά με την εξέλιξη των εισαγωγών και των εξαγωγών είναι σύστοιχες με τις εκτιμήσεις αναφορικά με την μεταβολή του ΑΕΠ και των άλλων επιμέρους συνιστωσών. Ειδικότερα, σημειώνεται πως η αύξηση των εισαγωγών αγαθών (+9,7%) προβλέπεται να είναι μεγαλύτερη εκείνης των εξαγωγών αγαθών (+2,7%)-σύμφωνα με τις αναλυτικές προβλέψεις του Υπουργείου Οικονομικών- στοιχείο το οποίο είναι αναμενόμενο λόγω της σημαντικής ανάκαμψης των επενδύσεων και της ιδιωτικής κατανάλωσης που συνεπάγονται αυξημένες ανάγκες σε εισαγόμενες πρώτες ύλες, μηχανήματα και καταναλωτικά αγαθά.

Πάντως, η σχετική επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών υπεραντισταθμίζεται από τη βελτίωση του ισοζυγίου υπηρεσιών, κυρίως λόγω της περαιτέρω ανάκαμψης του τουρισμού. Συγκεκριμένα, οι τουριστικές εισπράξεις αναμένεται να ανέλθουν το 2022 σε 14,4 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά σχεδόν 60% σε σχέση με το 2021, παραμένοντας ωστόσο, κάτω από το επίπεδο του 2019 (προβλέπεται να κυμανθούν στο 79% των εισπράξεων του 2019), πρόβλεψη η οποία κρίνεται επιτεύξιμη.