Eurobank: Ο πληθωρισμός ήταν αναμενόμενος, η διάρκειά του όχι

0
3

Μετά τη μεγάλη ύφεση το 2020 και την ισχυρή ανάκαμψη το 2021 (-9,0% και +8,3% για την Ελλάδα και -6,4% και +5,3% για την Ευρωζώνη), το σοκ που κυριαρχεί είναι η εντεινόμενη ενεργειακή κρίση, ειδικά αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία (24 Φεβρουαρίου 2022). Αυτό επισημαίνεται στο εβδομαδιαία δελτίο «7 ημέρες Οικονομία» της Eurobank, με τους αναλυτές να προσθέτουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού από τα μέσα του καλοκαιριού 2021 ήταν σε έναν βαθμό αναμενομένη. Αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο ήταν η μεγάλη ένταση και διάρκεια του φαινομένου, στοιχεία που κλιμακώθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Όπως τονίζουν οι αναλυτές της Eurobank, τον Μάρτιο 2020, όταν οι περισσότερες κυβερνήσεις στον κόσμο έλαβαν μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και αναστολής λειτουργίας επιχειρήσεων για να ανακόψουν την εξάπλωση του πρώτου κύματος της πανδημίας, οι προϋπολογισμοί, των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων και των κρατών γράφτηκαν από την αρχή, ήτοι αναθεωρήθηκαν πλήρως.

Η αβεβαιότητα, πρώτον για το πώς θα εξελισσόταν η υγειονομική κρίση και δεύτερον για το μέγεθος των επιπτώσεων στις οικονομίες, ήταν υπέρμετρα μεγάλη. Στις δημοσιεύσεις πολλών επίσημων οργανισμών δεν υπήρχαν μόνο οι γνωστές αναφορές σε ανοδικά και καθοδικά ρίσκα, διατυπώνονταν ξεχωριστά σενάρια-εκτιμήσεις για την πορεία των οικονομιών. Ο μεγάλος άγνωστος ήταν η χρονική διάρκεια της διαταραχής.

Ύστερα από την αρνητική επίδραση της πανδημίας στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, η προσφορά δέχεται ένα δεύτερο ισχυρό πλήγμα, εξέλιξη που αναμένεται να οδηγήσει σε αναθεώρηση επί τα χείρω των προβλέψεων επίσημων οργανισμών για την πορεία των οικονομίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 27 (και όχι μόνο).

Στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού Focus Economics, η μέση εκτίμηση της αγοράς για τον πληθωρισμό στην Ελλάδα το 2022 αναθεωρήθηκε προς τα πάνω στο 4,4% από 3,0% 30 μέρες πριν (5,5% από 3,9% για την Ευρωζώνη), ενώ για τον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης αναθεωρήθηκε προς τα κάτω στο 3,7% από 4,5% 30 μέρες πριν (3,2% από 3,9% για την Ευρωζώνη).

Όπως ίσχυε στις αρχές της υγειονομικής κρίσης, έτσι και τώρα, ο μεγάλος άγνωστος είναι η χρονική διάρκεια της διαταραχής, κυρίως των εχθροπραξιών στο μέτωπο της Ουκρανίας. Όσο παρατείνεται η γεωπολιτική ένταση οι τιμές ενέργειας θα παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και οι αρνητικές επιδράσεις στο εμπόριο και την παραγωγή θα διευρύνονται. Βάσει στοιχείων 2019, το 23,4% επί του συνόλου των εισαγωγών ορυκτών καυσίμων, λιπαντικών κλπ. της ελληνικής οικονομίας προέρχεται από τη Ρωσία.

Η άνοδος του πληθωρισμού από τα μέσα του καλοκαιριού 2021 ήταν σε έναν βαθμό αναμενομένη. Αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο ήταν η μεγάλη ένταση και διάρκεια του φαινομένου, στοιχεία που κλιμακώθηκαν μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το συγχρονισμένο άνοιγμα των οικονομιών οδήγησε σε απότομη αύξηση της ζήτησης (υποστηριζόμενη και από τα μέτρα δημοσιονομικής και νομισματικής επέκτασης), ενώ η προσφορά, λόγω προβλημάτων στην εφοδιαστική αλυσίδα, δεν έτρεξε το ίδιο γρήγορα, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ανισορροπιών.

Οι τιμές ενέργειας, λόγω της ισχυρής ανάκαμψης των οικονομιών και συγκυριακών παραγόντων που επηρέασαν αρνητικά τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, κινήθηκαν ανοδικά, επιδρώντας αυξητικά στον πληθωρισμό, ενώ αποτελέσματα βάσης, λόγω του αποπληθωρισμού από το 2ο τρίμηνο 2020 μέχρι το 2ο τρίμηνο 2021, συνεισέφεραν θετικά στον πληθωρισμό.

Σύμφωνα με προκαταρτικές εκτιμήσεις που δημοσίευσε την περασμένη εβδομάδα η Eurostat, ο ετήσιος πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο 2022, δηλαδή τον πρώτο μήνα από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων στην Ουκρανία, σκαρφάλωσε στο 8,0% από 6,3% τον Φεβρουάριο 2022.

Συνεπώς, τον Μάρτιο 2022, για να αγοράσει το μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα το ίδιο καλάθι αγαθών και υπηρεσιών που αγόραζε έναν χρόνο πριν, έπρεπε να δαπανήσει ένα ποσό μεγαλύτερο κατά 8,0% σε σύγκριση με πέρυσι. Η προαναφερθείσα τιμή συνιστά ιστορικό υψηλό στο σύνολο των παρατηρήσεων του πληθωρισμού που δημοσιεύει κάθε μήνα η ΕΛΣΤΑΤ (Ιανουάριος 1997 μέχρι σήμερα).

Τέλος, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Μάρτιο 2022 ήταν ο 8ος υψηλότερος, ενώ στη διετία 2020-2022, η συνολική αύξηση του ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα ήταν η 3η χαμηλότερη ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης, αντανακλώντας σε έναν βαθμό τον αρνητικό πληθωρισμό το πρώτο εξάμηνο 2021.

Εξαιρώντας τις κατηγορίες της ενέργειας, των τροφίμων, των ποτών και του καπνού, ο ΕνΔΤΚ στην Ελλάδα τον Μάρτιο 2022, κατέγραψε ετήσια αύξηση 2,6% από 1,5% τον Φεβρουάριο 2022 (πυρήνας πληθωρισμού).
Αποτύπωση στους δείκτες οικονομικής συγκυρίας

Οι επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία από την απότομη άνοδο του επιπέδου των τιμών αποτυπώνονται σε έναν βαθμό στους δείκτες οικονομικής συγκυρίας του Μαρτίου 2022. Ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή μειώθηκε σε χαμηλό 13 μηνών (πηγή ΙΟΒΕ), στο λιανικό εμπόριο διαμορφώθηκε σε χαμηλό 6 μηνών και στις υπηρεσίες καταγράφηκε χειροτέρευση. Παραδόξως σε σχέση με την τρέχουσα συγκυρία, οι δείκτες εμπιστοσύνης στη βιομηχανία και τις κατασκευές παρουσίασαν βελτίωση τον Μάρτιο 2022.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο δείκτης οικονομικού κλίματος να σημειώσει ήπια κάμψη στις 113,2 από 114,0 μονάδες τον Φεβρουάριο 2022 (108,5 από 113,9 μονάδες στην Ευρωζώνη). Για το σύνολο του 1ου τριμήνου 2022, παρά την ενεργειακή κρίση, ο δείκτης οικονομικού κλίματος, στηριζόμενος στην επίδοση της βιομηχανίας, παρουσίασε βελτίωση σε σύγκριση με το 4ο τρίμηνο 2021. Αντιθέτως, οι δείκτες εμπιστοσύνης στις υπηρεσίες, το λιανικό εμπόριο και τις κατασκευές κινήθηκαν πτωτικά.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο δείκτης παραγωγής στη μεταποίηση και ο δείκτης όγκου πωλήσεων στο λιανικό εμπόριο, μειώθηκαν σε μηνιαία βάση κατά 0,7% και 0,9% αντίστοιχα τον Ιανουάριο 2022.

Ο δείκτης PMI μεταποίησης υποχώρησε σε χαμηλό 11 μηνών τον Μάρτιο 2022 (54,6 από 57,8 μονάδες τον Φεβρουάριο 2022), ωστόσο παρέμεινε άνω του ορίου των 50 μονάδων για 15ο μήνα στη σειρά, υποδεικνύοντας βελτίωση των λειτουργικών συνθηκών στη μεταποίηση, έστω και με επιβραδυνόμενο ρυθμό. Στο σχετικό δελτίο τύπου της S&P Global, γίνεται αναφορά για εξασθένιση των νέων παραγγελιών και της παραγωγής λόγω ασθενέστερης ζήτησης.

Επιπρόσθετα, η εμπιστοσύνη μειώθηκε σε χαμηλό 16 μηνών, με τις προβλέψεις για τον ρυθμό ανόδου της βιομηχανικής παραγωγής να αναθεωρούνται προς τα κάτω. Τέλος, για το σύνολο του 1ου τριμήνου 2022, o δείκτης PMI μεταποίησης κινήθηκε σχετικά ήπια καθοδικά στις 56,8 από 58,9 μονάδες το 4ο τρίμηνο 2021.