Γερμανία: Η κυβέρνηση λαμβάνει έκτακτα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει τον εφοδιασμό σε αέριο

Η Γερμανία θα λάβει έκτακτα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει τον εφοδιασμό της απέναντι στις πρόσφατες μειώσεις των παραδόσεων ρωσικού αερίου, μεταξύ των οποίων θα είναι κυρίως η αυξημένη καταφυγή στον άνθρακα, ανακοίνωσε σήμερα η κυβέρνηση.

"Προκειμένου να μειώσουμε την κατανάλωση αερίου, πρέπει να χρησιμοποιούμε λιγότερο αέριο για να παράγουμε ηλεκτρισμό. Αντ' αυτού, οι σταθμοί άνθρακα πρέπει να χρησιμοποιηθούν περισσότερο", ανέφερε σε μια ανακοίνωση το υπουργείο Οικονομίας.

Η κυβέρνηση αντιδρά στις ανακοινώσεις την περασμένη εβδομάδα για πολλές μειώσεις παραδόσεων αερίου από τη ρωσική Gazprom, μέσω του αγωγού Nord Stream, σε ένα μπρα-ντε-φερ ανάμεσα στις δυτικές χώρες και τη Ρωσία στο πλαίσιο του πολέμου στην Ουκρανία.

Η απόφαση αυτή αντιπροσωπεύει μια μεταστροφή της κυβέρνησης συνασπισμού, ιδίως για τους Πράσινους, που έχει υποσχεθεί να σταματήσει τη χρήση άνθρακα έως το 2030.

"Είναι σκληρό, αλλά είναι απαραίτητο προκειμένου να μειώσουμε την κατανάλωση αερίου", δήλωσε ο οικολόγος υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ σε μια ανακοίνωση.

Η δέσμη μέτρων που ανακοινώθηκε σήμερα προβλέπει επίσης ένα σύστημα "πλειστηριασμού" για την πώληση αερίου στους βιομηχάνους, που θα επιτρέψει, σύμφωνα με το Βερολίνο, να μειωθεί η κατανάλωση του ισχυρού γερμανικού βιομηχανικού τομέα.

Εξάλλου, οι νέες πιστώσεις της δημόσιας τράπεζας KfW θα πρέπει να αποθεματοποιηθούν προκειμένου να διασφαλιστεί το γέμισμα των δεξαμενών αερίου της χώρας που βρίσκεται τώρα στο 56%.

"Η ασφάλεια του εφοδιασμού είναι εγγυημένη", όμως "η κατάσταση είναι σοβαρή", είπε ο Χάμπεκ.

Η Gazprom μείωσε την περασμένη εβδομάδα τις παραδόσεις μέσω του Nord Stream κατά 40%, στη συνέχεια κατά 33%, επικαλούμενη ένα τεχνικό πρόβλημα.

Όμως η γερμανική κυβέρνηση θεωρεί πως είναι μια "πολιτική απόφαση" στο μπρα-ντε-φερ ανάμεσα στη Μόσχα και τις δυτικές χώρες για τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Παρά τη σύγκρουση, η Γερμανία εξακολουθεί να εισάγει σχεδόν το 35% του αερίου της από τη Ρωσία. Το ποσοστό αυτό ήταν 55% πριν από τον Φεβρουάριο.