Εξαιρετικά αισιόδοξος για το μέλλον της χώρας και το αύριο της οικονομίας, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, από το Ρέθυμνο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης, ο οποίος συμμετείχε σε ευρεία σύσκεψη για τις ευκαιρίες που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για τις ελληνικές επιχειρήσεις.
Ο κ. Σκυλακάκης από το Επιμελητήριο Ρεθύμνης εξέφρασε την πεποίθηση πως η Ελλάδα μέσα από τις δυσκολίες που πέρασε κατάφερε να ανταπεξέλθει και πρόκειται να βρεθεί μπροστά στις νέες εξελίξεις. «Θα σας δώσω δύο στοιχεία για να έχετε μία εικόνα. Το 2019 παραλάβαμε ένα χρέος 181% του ΑΕΠ και μας έτυχαν τρεις τεράστιες κρίσεις- αυτές του πληθωρισμού, η πανδημία και η ενεργειακή κρίση ο πόλεμος.
Και μετά το τέλος αυτών των κρίσεων, το χρέος μας είναι στο 169% του ΑΕΠ και μπροστά μας έχουμε να μπουν στην οικονομία το 90 και πλέον τοις εκατό των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης των 30 δισ., που σημαίνει ότι η χώρα θα αποφύγει την ύφεση που θα έρθει, και όταν θα έρθει η ανάκαμψη θα είναι εξαιρετικά καλά τοποθετημένη για να αξιοποιήσει μία μακρά περίοδο ανάκαμψης που θα ακολουθήσει αυτές τις κρίσεις» είπε ο αναπληρωτής υπουργός και προσέθεσε:
«Συνεπώς είμαστε καλά, φτάνει να είμαστε σώφρονες και συνεπείς και να μην μπούμε σε αναίτιες περιπέτειες για πολιτικούς ή άλλους λόγους».
Στο Επιμελητήριο Ρεθύμνης, στη σύσκεψη των φορέων της οικονομίας του νομού και εκπροσώπων της αυτοδιοίκησης και στην ενημερωτική εκδήλωση για την παρουσίαση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0», που υλοποιείται με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κ. Σκυλακάκης ενημερώθηκε για τους προβληματισμούς των εμπλεκομένων με την τοπική οικονομία, απάντησε σε ερωτήσεις και σημείωσε προτάσεις ή ενστάσεις που τέθηκαν.
Το σχέδιο Ελλάδα 2.0 είναι ένας θεμελιώδης οικονομικός και κοινωνικός μετασχηματισμός, που επιδρά στην οικονομική δραστηριότητα, αλλά και στις τεχνολογίες, τις συμπεριφορές και τους θεσμούς και ο κ. Σκυλακάκης, επισήμανε ότι χρειάζονται «…πολλά και ποικίλα να γίνουν και να διανυθεί πολύς δρόμος σχετικά με τα εργαλεία του τραπεζικού συστήματος, όπως είναι τα δάνεια του Σχεδίου Ανάκαμψης». «Τράπεζες και επιχειρήσεις έχουν αρκετό δρόμο να διανύσουν για να συναντηθούν κάπου στη μέση, ώστε να αξιοποιήσουν αυτά τα πολύ σημαντικά εργαλεία» σημείωσε.
Είπε ότι σημαντικό κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας είναι «…να πετύχουμε να πείσουμε και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να πάνε στο τραπεζικό σύστημα, να ζητήσουν τη χρηματοδότηση- δανειοδότηση και αντίστοιχα οι τράπεζες να είναι πολύ πιο φιλικές από τούδε και στο εξής, στον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται όλες αυτές τις αιτήσεις τους, όμως τηρώντας πάντα τραπεζικά κριτήρια τα οποία σχετίζονται με την Ευρώπη και δεν είναι διαπραγματεύσιμα» και εξήγησε:
«Η δυσκολία είναι πως μετά από 10 χρόνια στα οποία οι τράπεζες, στην ουσία δεν δάνειζαν για πολλούς και διάφορους λόγους, έχει δημιουργηθεί μία απόσταση μεταξύ της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας και του τραπεζικού συστήματος. Έχουμε πολλούς που δεν έχουν τραπεζικό προφίλ, πολλούς άλλους που δεν έχουν περπατήσει αυτή τη διαδικασία με την τράπεζα και λειτουργούσαν με δικά τους κεφάλαια και έχουμε επίσης πολλές επιχειρήσεις που πέρασαν περιόδους κόκκινες και τώρα πρέπει να δείξουν κέρδη για να μπορούν να είναι χρηματοδοτήσιμες» .
Υποστήριξε μάλιστα ότι είναι σημαντικό η απόσταση αυτή που υπάρχει να γεφυρωθεί μιας και το αναπτυξιακό πρόγραμμα είναι ήδη ζωντανό: «Έχουμε ήδη 7 δισ. ευρώ επενδυτικά σχέδια που έχουν υποβληθεί. Το πρόγραμμα μπορεί να χωρέσει πάνω από 25 δισ. ευρώ επενδυτικά σχέδια. Οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν ήδη κινηθεί και τώρα έχουμε το πρώτο κύμα των μικρών επιχειρήσεων που έρχεται – περίπου το 40% των αιτήσεων είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, αλλά χρειαζόμαστε πολύ, πολύ περισσότερη κινητοποίηση της επιχειρηματικότητας ειδικά σε μέρη που είναι όλοι σχεδόν αυτονόητα επιλέξιμοι.
Στο Ρέθυμνο που υπάρχει τουρισμός και αγροδιατροφή αυτόματα είναι όλοι επιλέξιμοι. Αυτό το πρόγραμμα με το 0,35% επιτόκιο είναι μία τεράστια ευκαιρία ειδικά σε μία περίοδο αύξησης των επιτοκίων. Διότι αν τα επιτόκια ήταν ας πούμε για μία μικρή επιχείρηση στο 6% μέχρι πρότινος, η αύξηση που έρχεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί να το οδηγήσουν στο 8% ή 9%- και έτσι καθιστούν μη βιώσιμες τις επενδύσεις. Συνεπώς το να έχεις δυνατότητα να πάρεις το 50% της χρηματοδότησης με 0,35% επιτόκιο και το 30% με το τραπεζικό επιτόκιο, αυτομάτως ρίχνει δραματικά το επιτόκιο και προσφέρει και την ασφάλεια που εμείς δίνουμε, με το σταθερό επιτόκιο για μία 10ετία, 12ετία».
Εξέφρασε επίσης την ικανοποίηση και τον ενθουσιασμό του για το ότι στις αιτήσεις, στις χρηματοδοτήσεις, στην εξέλιξη όλου του προγράμματος για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, «…δεν υπάρχει ίχνος γραφειοκρατίας. Μεταξύ της αίτησης της επιχείρησης που γίνεται σε μία ηλεκτρονική πλατφόρμα χωρίς να μπαίνει ανθρώπινο χέρι, της αξιολόγησης που γίνεται από έναν ορκωτό ελεγκτή μας και με περιβαλλοντικούς μηχανικούς, νομικούς και άλλους ειδικούς σε θέματα κρατικών ενισχύσεων, ο οποίος προκύπτει από αυτοματοποιημένη κλήρωση μέσα από την πλατφόρμα, και της τελικής έγκρισης που γίνεται και η υπογραφή τής σύμβασης που υπογράφει η Τράπεζα για λογαριασμό μας, δεν υπάρχει κανένας πολιτικός, υπουργός ή γραφειοκράτης, που να μεσολαβεί με την υπογραφή του. Δεν υπάρχει καμία υπογραφή κρατικού φορέα σε όλη τη διαδικασία».