Περιορισμένες εκτιμά ότι θα είναι οι δυσμενείς επιπτώσεις στο κόστος εξυπηρέτησης του Δημοσίου Χρέους από την αύξηση των επιτοκίων, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Προβλέπει ότι αν η Ελλάδα συνεχίσει τις θετικές δημοσιονομικές της επιδόσεις και προχωρήσει στην υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, θα μπορούσαμε να δούμε αναβάθμισή της στην επενδυτική βαθμίδα το 2023, παρά τη γενικότερη αβεβαιότητα που επικρατεί παγκοσμίως.
Ο ίδιος συστήνει οι επόμενες αυξήσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ να είναι βαθμιαίες.
Σε συνέντευξη που παραχώρησε στην γερμανική εφημερίδα Handelsblatt,, επισημαίνει ότι «η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής αναμένεται να επηρεάσει δυσμενώς το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους. Αλλά οι συνέπειες είναι περιορισμένες, λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του ελληνικού δημόσιου χρέους, όπως η εξαιρετικά μακρά μεσοσταθμική υπολειπόμενη διάρκεια και το υψηλό μερίδιο των υποχρεώσεων σταθερού επιτοκίου στο οποίο εξακολουθούν να εφαρμόζονται χαμηλά επιτόκια.»
Συνακόλουθα, ο ίδιος εκτιμά ότι στο άμεσο μέλλον οι εξελίξεις αυτές δεν συνιστούν απειλή για τη βιωσιμότητα του Δημοσίου Χρέους. Ωστόσο μακροπρόθεσμα, η δυνατότητα μετριασμού των κινδύνων βιωσιμότητας του χρέους θα εξαρτηθεί από τη συνέχιση της άσκησης συνετής δημοσιονομικής πολιτικής και από την υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Για τον κίνδυνο αύξησης των κόκκινων δανείων ο κ. Στουρνάρας εμφανίστηκε αισιόδοξος, αναφέροντας «ότι είναι πιθανόν να υπάρξουν και άλλες αυξήσεις. Αλλά πιστεύω ότι ορισμένοι μόνο δανειολήπτες θα αντιμετωπίσουν προβλήματα, δηλαδή εκείνοι που ακόμη βρίσκονται σε φάση ανάκαμψης από την πανδημία και έχουν δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου».
Σε κάθε περίπτωση η ΤτΕ αναμένει ότι η συνδυασμένη διαταραχή από την αύξηση των επιτοκίων και τον υψηλό πληθωρισμού και την άνοδο των τιμών της ενέργειας θα μπορούσε να επηρεάσει την ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών, ιδίως το 2023.
Για την ελληνική οικονομία συνολικά εκτιμά το ΑΕΠ θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2023 – μετά από μία αύξηση του κατά 6,2% φέτος – αν και με βραδύτερο ρυθμό, της τάξεως του 1,5%, αλλά όχι ύφεση. « Η Ελλάδα είναι πολύ πιο ανθεκτική σήμερα από ό,τι ήταν πριν από δέκα χρόνια.
Οι δημοσιονομικές ανισορροπίες έχουν διορθωθεί, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα παραμείνουν οι χαμηλότερες στη ζώνη του ευρώ για αρκετά χρόνια και η συνετή χρήση των πόρων του ευρωπαϊκού Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας θα ενισχύσει το δυνητικό προϊόν» ανέφερε χαρακτηριστικά.