Πότε μπορεί η Εφορία να «μπλοκάρει» έναν ΑΦΜ -Πιο αυστηρές προϋποθέσεις για όσους βρίσκονται στη «μαύρη» λίστα

0
1

Τέλος στην πρακτική των εταιρειών «μαϊμού» επιχειρεί να βάλει το ΥΠΕΘΟ, αυστηροποιώντας το πλαίσιο που ρυθμίζει το πώς απενεργοποιείται και το πώς ενεργοποιείται ο ΑΦΜ εταιρειών.

Σύμφωνα με τις διατάξεις που συμπεριλαμβάνει το νομοσχέδιο για τον νέο Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, η ΑΑΔΕ μπορεί να αναστέλλει τη χρήση ΑΦΜ ή να προβαίνει σε απενεργοποίησή του:
Α) Αν ο φορολογούμενος έχει πτωχεύσει ή έχει περιέλθει σε κατάσταση αφερεγγυότητας.

Β) Αν υφίστανται αντικειμενικά στοιχεία τα οποία υποδηλώνουν ότι ο φορολογούμενος:

– έχει παύσει να ασκεί οικονομική δραστηριότητα,

– διαπράττει φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία ή νοθεία προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης,

– παραβιάζει ή παραποιεί ή επεμβαίνει κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών,

– έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτησή του,

– έχει εγγραφεί στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές,

– παραβιάζει ή παραποιεί ή επεμβαίνει κατά οποιονδήποτε τρόπο στη λειτουργία των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών,

– έχει δηλώσει ψευδή ή ανακριβή στοιχεία για την απόκτησή του,

– έχει εγγραφεί στο φορολογικό μητρώο περισσότερες φορές.

Το «μπλόκο» στον ΑΦΜ
Το «μπλόκο» στον ΑΦΜ διαρκεί:

i) τρία (3) έτη μετά την κήρυξη του φορολογούμενου σε πτώχευση ή σε άλλη κατάσταση αφερεγγυότητας,
ii) πέντε (5) έτη από την ημερομηνία που διαπιστώνεται κάθε άλλη περίπτωση.

Αν έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα λαθρεμπορίας, η αναστολή διαρκεί μέχρι την παραπομπή στο ακροατήριο και, αν ο φορολογούμενος καταδικασθεί, η αναστολή διαρκεί όσο και η έκτιση της ποινής του.

Έναρξη εργασιών με χρηματική εγγύηση
Ως πρώτη και μάλλον αυτονόητη ασφαλιστική δικλίδα ορίζεται ότι δεν μπορεί να γίνει δήλωση έναρξης ή μεταβολής εργασιών, κατά περίπτωση, από φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, των οποίων ο Αριθμός Φορολογικού Μητρώου (ΑΦΜ) έχει ανασταλεί ή απενεργοποιηθεί, για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή ή η απενεργοποίηση.

Από εκεί και πέρα, η Φορολογική Διοίκηση απαιτεί εγγύηση από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οντότητα πρόκειται να ασκήσει δραστηριότητα επιχειρηματικού περιεχομένου, ιδίως από:

Α) Φυσικό πρόσωπο που έχει πτωχεύσει ή έχει καταστεί αφερέγγυο με άλλον τρόπο, μετά την πάροδο της αναστολής χρήσης του ΑΦΜ του, εφόσον κατά τον χρόνο που υποβάλλει δήλωση έναρξης έχει συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.

Β) Πρόσωπα που βαρύνονται με φοροδιαφυγή ή λαθρεμπόριο μετά τη λήξη της αναστολής χρήσης του ΑΦΜ τους.

Γ) Φυσικό πρόσωπο που υπήρξε διευθυντής, εκτελεστικός πρόεδρος, διαχειριστής, εκτελεστικό μέλος διοικητικού συμβουλίου, διευθύνων σύμβουλος ή πρόσωπο εντεταλμένο στη διοίκηση νομικού προσώπου ή οντότητας ή συνδεδεμένο πρόσωπο με άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή μέτοχος ή εταίρος με ποσοστό συμμετοχής τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, των οποίων ο ΑΦΜ έχει ανασταλεί ή απενεργοποιηθεί.

Δ) Οντότητες που έχουν, κατά τον χρόνο που υποβάλλουν δήλωση έναρξης, συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ.

Ε) Νομικά πρόσωπα τα οποία συστήνουν ή στα οποία συμμετέχουν με ποσοστό τουλάχιστον τριάντα τρία τοις εκατό (33%) ή τα οποία διοικούνται από φυσικά πρόσωπα που έχουν, κατά τον χρόνο που υποβάλλουν δήλωση έναρξης, συνολική βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή από φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ, παρακρατούμενους φόρους από μισθωτή εργασία ή πρόστιμα, τουλάχιστον τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ. Στις ληξιπρόθεσμες οφειλές δεν περιλαμβάνονται όσες έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση ή διευκόλυνση τμηματικής καταβολής, η οποία τηρείται και έχουν καταβληθεί τουλάχιστον τρεις (3) δόσεις αυτής.

Το ύψος της χρηματικής εγγύησης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και μεγαλύτερο των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Ειδικά για όσους έχουν τελέσει λαθρεμπορία, το ύψος της χρηματικής εγγύησης δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο από ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ. Η χρονική διάρκεια της εγγύησης δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δύο (2) ετών και μεγαλύτερη των έξι (6) ετών.