«Πέφτουν» οι προσφυγές για το τεκμαρτό εισόδημα των επαγγελματιών

Στο Συμβούλιο της Επικρατείας θα δοθεί τελικά η “μητέρα των μαχών” για τη συνταγματικότητα του ελάχιστου τεκμαρτού εισοδήματος των επαγγελματιών, καθώς οι αντίστοιχες προσφυγές- μάλλον διερευνητικού χαρακτήρα- στις Διευθύνσεις Επίλυσης Διαφορών, βρήκαν… τοίχο.

Σημειωτέον ότι όσο παραμένει σε εκκρεμότητα αυτή η αμφισβήτηση ενώπιον της διοικητικής δικαιοσύνης αλλά και όσο διενεργούνται οι προβλεπόμενοι φορολογικοί έλεγχοι, στους επαγγελματίες που επέλεξαν αυτήν την οδό αμφισβήτησης των τεκμηρίων, οι δόσεις του φόρου εισοδήματος πρέπει να καταβάλλονται κανονικά.

Οι προσφυγές
Στην πρώτη από αυτές, ο επαγγελματίας ζήτησε την ακύρωση του εκκαθαριστικού, το οποίο λαμβάνοντας υπόψιν τον κωδ. 405 της δήλωσης και το ποσό των 12.734,52 ευρώ ως ελάχιστο καθαρό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, του έβγαλε τελικό ποσό προς καταβολή 1.555,12 ευρώ.

Ο επιτηδευματίας επικαλέστηκε τρεις λόγους, για να υποστηρίξει την προσφυγή του: 1ος λόγος: Αντίθεση του τεκμηρίου στις συνταγματικές αρχές της ισότητας των πολιτών ενώπιον των δημόσιων βαρών, της αναλογικότητας και της παροχής πλήρους και αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας.

2ος λόγος: Το τεκμήριο του ελαχίστου ετήσιου εισοδήματος δεν είναι συνταγματικά ανεκτό, καθόσον δεν αφορά εξωτερικές ενδείξεις ή στοιχεία άμεσα συναρτώμενα με το τεκμαιρόμενο συμπέρασμα, όπως απαιτεί η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, αλλά βασίζεται στη σύγκριση με τον κατώτατο μισθό των απασχολουμένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι οποίοι τελούν υπό διαφορετικές επαγγελματικές και εισοδηματικές συνθήκες σε σχέση με τους ασκούντες ατομική επιχείρηση.

3ος λόγος: Αμφισβήτηση του τεκμαρτού ετήσιου ελάχιστου εισοδήματος Στη δεύτερη προσφυγή, η δικηγόρος έλαβε “ραβασάκι” με φόρο 3.008,07 ευρώ, καθώς η εκκαθάριση βασίστηκε στο ποσό των 14.534,52 ευρώ ως ελάχιστο καθαρό εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Στο σκεπτικό αυτής της προσφυγής, πέρα από τους παραπάνω λόγους, αναπτύχθηκαν δύο ακόμα επιχειρήματα:

Υπέρβαση των ορίων της νομοθετικής εξουσιοδότησης του Διοικητή της ΑΑΔΕ, η οποία ουσιαστικά επεκτείνει τον έλεγχο και σε προηγούμενα φορολογικά έτη και σε άλλα φορολογικά αντικείμενα πέραν της φορολογίας εισοδήματος.
Για το φορολογικό έτος 2023, από την άσκηση του δικηγορικού της λειτουργήματος, η ίδια ουδεμία εργασία έκανε και ουδεμία αμοιβή εισέπραξε και το εισόδημά της από αυτήν την δραστηριότητα είναι μηδενικό. Προσκόμισε, δε, σχετική βεβαίωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, με βάση την οποία, δεν υπάρχουν καταχωρημένα γραμμάτια προείσπραξης στο όνομά της.
Η ετυμηγορία
Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών απέρριψε και τις δύο προσφυγές με συνοπτικές διαδικασίες και με πανομοιότυπο σκεπτικό, καθώς έκρινε ότι οι εν λόγω φορολογούμενοι δεν ακολούθησαν καμία από τις δύο προβλεπόμενες οδούς αμφισβήτησης των τεκμηρίων.

Κατ’ αρχάς, ο νόμος προβλέπει ότι (και) τα εν λόγω τεκμήρια μπορούν να αμφισβητηθούν για αντικειμενικούς λόγους, με την προσκόμιση των σχετικών δικαιολογητικών. Τέτοιοι λόγοι είναι η στρατιωτική θητεία, η νοσηλεία, η εγκυμοσύνη, οι εκτεταμένες ζημιές από φυσικές καταστροφές, η ανάκληση της άδειας ή η απαγόρευση της λειτουργίας επιχείρησης, ανωτέρα βία κλπ. Σύμφωνα με τη ΔΕΔ, σε καμία από τις προσφυγές δεν υπήρξε επίκληση τέτοιου λόγου, ενώ είναι προφανές ότι θεωρεί πως απλώς και μόνο η μη άσκηση του επαγγέλματος, δεν συνιστά λόγο μη εφαρμογής ή μείωσης των τεκμηρίων.

Δεύτερη προβλεπόμενη οδός διαφυγής από τα τεκμήρια, ήταν να “πατήσουν” οι επαγγελματίες το “κουτάκι” του κωδικού 443- 444, δηλαδή να προκαλέσουν φορολογικό έλεγχο σε βάθος ετών και να ανοίξουν την πόρτα σε έρευνα οικογενειακού πόθεν έσχες, για να αποδείξουν ότι το πραγματικό τους εισόδημα είναι χαμηλότερο από το τεκμαρτό. Ούτε στη μία, ούτε στην άλλη περίπτωση οι προσφεύγοντες είχαν επιλέξει αυτήν την οδό.

Οι εν λόγω επιτηδευματίες, καθώς και όσοι πρόκειται να πάρουν απορριπτική απάντηση από τις Διευθύνσεις Επίλυσης Διαφορών, έχουν από εδώ και πέρα δύο επιλογές: είτε να συνεχίσουν τη “μάχη” στα διοικητικά δικαστήρια είτε να περιμένουν την ετυμηγορία του ΣτΕ επί της προσφυγής που έχουν ασκήσει σύλλογοι, σωματεία, Ομοσπονδίες, Επιμελητήρια.

Τα τελευταία στοιχεία έδειξαν ότι μόλις 1.037 επαγγελματίες αμφισβήτησαν τα τεκμήρια ζητώντας φορολογικό έλεγχο, ενώ άλλοι 686 επικαλέστηκαν αντικειμενικούς λόγους για να εξαιρεθούν από τα τεκμήρια.