Στο στόχαστρο των ΗΠΑ η κινεζική κυριαρχία στο ελληνικό ηλεκτρικό δίκτυο

Κινέζοι κατασκευαστές ελέγχουν σχεδόν το 80% του κρίσιμου εξοπλισμού στο ελληνικό δίκτυο υψηλής τάσης και τώρα επιδιώκουν να κυριαρχήσουν και στη μέση τάση.

Μέσα σε περίπου μια δεκαετία από τη χρονιά που απέκτησαν μειοψηφικό ποσοστό, 24%, του ΑΔΜΗΕ μέσω της State Grid Corporation of China (SGCC), οι Κινέζοι κατασκευαστές κατάφεραν να κυριαρχήσουν και στον εξοπλισμό της κρισιμότερης εθνικής υποδομής που αφορά στο δίκτυο μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και κυρίως στους υποσταθμούς υψηλής τάσης 150 KV και 400 KV. Η πλειονότητα αυτού του εξοπλισμού προέρχεται αποκλειστικά πλέον από κινέζικες εταιρείες (αμιγώς κινεζικής ιδιοκτησίας). Πρόκειται για τεχνολογίες δικτύων που περιλαμβάνουν αυτομετασχηματιστές (ΑΜΣ) και Μετασχηματιστές (Μ/Σ) Ισχύος μαζί με τους μηχανισμούς τους για την αλλαγή τάσης υπό φορτίο (OLTC), υποσταθμούς κλειστού τύπου GIS (Gas Insulated Switchgear) καθώς και συστήματα προστασίας & ελέγχου/ SCADA σε υποσταθμούς υψηλής τάσης.

Η κυριαρχία του Πεκίνου στο ελληνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας λαμβάνει διαφορετικές διαστάσεις αν συνδυαστεί με το αμερικανικό ενδιαφέρον, από ιδιωτικούς ομίλους και κρατικούς φορείς, για τον ΑΔΜΗΕ, όπως το μεταφέρει ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) Σταύρος Παπασταύρου που βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες στις ΗΠΑ. Ήδη στην Αθήνα κυκλοφορεί πλήθος σεναρίων για επικείμενες μετοχικές αλλαγές στον ΑΔΜΗΕ με δεδομένο πως ο διαχειριστής του ελληνικού συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας έχει τεράστιες ανάγκες σε κεφάλαια για να προχωρήσει κρίσιμες διασυνδέσεις με νησιά του Αιγαίου καθώς και τη διασύνδεση με την Κύπρο.

Πώς ξεκίνησε η διείσδυση των Κινέζων κατασκευαστών στο ελληνικό δίκτυο
Η διείσδυση των Κινέζων κατασκευαστών ξεκίνησε από τους διαγωνισμούς προμηθειών έργων του ΑΔΜΗΕ και έχει επεκταθεί σήμερα στο σύνολο των Υ/Σ ΥΤ του ελληνικού δικτύου σε ποσοστό 50%-90% ανάλογα με το είδος του εξοπλισμού και την κυριότητα των Υ/Σ ΥΤ με το ποσοστό διείσδυσης να εκτιμάται περίπου σε 90% για υποσταθμούς υψηλής τάσης του ΑΔΜΗΕ, σε 80% για υποσταθμούς ιδιωτών παραγωγών από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και σε 50% για υποσταθμούς υψηλής τάσης του ΔΕΔΔΗΕ.

Σφήνα Ευρωπαίων και Αμερικανών για να περιορίσουν την επιρροή της Κίνας
Η κινεζική κυριαρχία στο ελληνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας, πρωτοφανής στην Ευρώπη, έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον τόσο ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, όσο και των ΗΠΑ. Οι τελευταίες, υπό την κυβέρνηση Ντόναλντ Τραμπ, επιδιώκουν να περιορίσουν την επιρροή της Κίνας σε κρίσιμες ευρωπαϊκές υποδομές, από τα λιμάνια μέχρι το ηλεκτρικό δίκτυο και τον εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών. Είναι γνωστή η σκληρή μάχη που δόθηκε προ δεκαετίας μεταξύ ΗΠΑ και Πεκίνου ώστε να περιοριστεί η κινεζική παρουσία (κυρίως μέσω Huawei) στα ευρωπαϊκά δίκτυα πέμπτης γενιάς (5G) στην κινητή τηλεφωνία. Σε μεγάλο βαθμό, οι ΗΠΑ πέτυχαν το στόχο τους αφού υπήρξαν κυβερνήσεις στην Ευρώπη που απέφυγαν τους κινεζικούς τεχνολογικούς ομίλους.

Ποιες είναι οι επιδιώξεις των ΗΠΑ
Μια ιδέα για τις αμερικανικές επιδιώξεις δείχνει και η πρόσφατη Διακήρυξη Οικονομικής Ασφάλειας Ελλάδας και ΗΠΑ η οποία σύμφωνα με τον υφυπουργό Εξωτερικών Χάρη Θεοχάρη «αποτελεί ένα σαφές μήνυμα απέναντι στις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και τις κρατικά επιδοτούμενες στρεβλώσεις, υπερασπιζόμενη την ανοιχτή και δίκαιη αγορά και διασφαλίζοντας ίσους όρους ανταγωνισμού για την καινοτομία. Η προστασία των κρίσιμων τεχνολογιών, των υποδομών και των επενδύσεων από παρεμβάσεις τρίτων χωρών αποτελεί επίσης κομβικό σημείο αυτής της νέας στρατηγικής σχέσης». Αλλά και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο «Σχέδιο Δράσης για τα Δίκτυα» που παρουσιάστηκε το 2023 έχει θέσει ως προτεραιότητα την ενίσχυση των αλυσίδων εφοδιασμού του δικτύου. Επισημαίνει, μάλιστα, πως «η εξάρτηση από προμηθευτές τρίτων χωρών υψηλού κινδύνου, για κρίσιμα εξαρτήματα, μπορεί να δημιουργήσει τρωτά σημεία ως προς την κυβερνοασφάλεια στο δίκτυο, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών διασύνδεσης με άλλες χώρες».

Οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης πιέζονται από ισχυρούς ευρωπαϊκούς ομίλους οι οποίοι βλέπουν πως αδυνατούν πλέον να αναλάβουν συμβάσεις εκατομμυρίων στο ελληνικό δίκτυο υψηλής τάσης. Βλέπουν, επίσης, να διευκολύνεται η περαιτέρω διείσδυση των κινέζικων εταιρειών και στην υπόλοιπη ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας οι οποίες επικαλούνται πλέον το «ελληνικό – ευρωπαϊκό τους πελατολόγιο». Όσοι αντιδρούν στην επέλαση του Πεκίνου στο ελληνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας υποστηρίζουν πως «ευρωπαϊκά κονδύλια, Ευρωπαίων φορολογουμένων , πήγαν και πηγαίνουν σε κινέζικα εργοστάσια. Η πλειονότητα του κρίσιμου εξοπλισμού που έχει εγκατασταθεί τα τελευταία χρόνια σε έργα Υ/Σ YT τα οποία χρηματοδοτήθηκαν από ευρωπαϊκά κονδύλια, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι κινεζικής προέλευσης!

Ταυτόχρονα, όμως, ακόμα και σε έργα ιδιωτών παραγωγών από ΑΠΕ, που σήμερα κατασκευάζουν και λειτουργούν τους περισσότερους υποσταθμούς υψηλής τάσης και οι οποίοι πλέον μεταφέρουν πάνω από το 50% της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας της Ελλάδας, οι Κινέζοι κυριαρχούν λόγω του χαμηλότερου κόστους. Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και ΗΠΑ θεωρούν πως πρέπει να υπάρξει κεντρικός έλεγχος και σχεδιασμός ώστε να λαμβάνονται υπόψη, κατά την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων, η ενίσχυση της ευρωπαϊκής αλυσίδας εφοδιασμού κρίσιμου εξοπλισμού αλλά και θέματα που αφορούν στην τεχνική ασφάλεια (λειτουργία και συντήρηση) των εγκαταστάσεων των εθνικών υποδομών μεταφοράς ενέργειας σε περίπτωση γεωπολιτικής η / και εμπορικής αντιπαράθεσης με τρίτες χώρες.

Εως το 2030 η κινεζική διείσδυση μπορεί να φτάσει το 100%
Αν δεν υπάρξει κάποια πρωτοβουλία λένε όσοι αντιδρούν ο κρίσιμος εξοπλισμός της πιο κρίσιμης εθνικής υποδομής (δηλαδή του ελληνικού δικτύου Υψηλής Τάσης) θα προέρχεται από αμιγώς κινεζικές εταιρείες κατά 100% μέχρι το 2030! Σε κανένα άλλο κράτος της ΕΕ δεν υπάρχει τόσο μεγάλο ποσοστό διείσδυσης. Πρόσφατα δε, για τις Ανεμογεννήτριες και τους inverters, που είναι εξοπλισμός λιγότερο κρίσιμος από τον παραπάνω αναφερόμενο, εκφράζονται επισήμως πλέον σοβαρές ανησυχίες για την προμήθεια τους από κινεζικές εταιρείες για λόγους κυβερνοασφάλειας, κ.α. Ήδη υπάρχει μεγάλη συζήτηση σε επίπεδο Ε.Ε. αλλά και σε χώρες όπως η Γερμανία. Πλέον, όμως, υπάρχει και σοβαρό αμερικανικό ενδιαφέρον για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί.