Σαπίζει στα χωράφια χωρίς να μαζεύεται η παραγωγή ακτινιδίων της χώρας, που είναι η δεύτερη παγκοσμίως σε ποσότητες και ποιότητες, αλλά η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους και η έλλειψη ξένων εργατών γης μαζί με άλλα προβλήματα καθιστά φέτος ασύμφορη την συγκομιδή.
Αγωνιώδη έκκληση για την επιτακτική ανάγκη λήψης μέτρων απηύθυνε με επιστολή της προς τα υπουργεία Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και Περιβάλλοντος και Ενέργειας που κοινοποιήθηκε και στο γραφείο πρωθυπουργού η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Ακτινιδίου (ΕΔΟΑ), που αποτελεί μία πρωτοβουλία αντιπροσωπευτικών παραγωγών και τυποποιητών/διακινητών ακτινιδίου με την υποστήριξη του ΣΕΒΕ και βρίσκεται υπό αναγνώριση από το ΥΠΑΑΤ.
Η καλλιέργεια, η εμπορία και η διακίνηση του ακτινίδιου είναι ένας ταχέως αναπτυσσόμενος αμιγώς εξωστρεφής κλάδος που εξασφαλίζει χιλιάδες θέσεις εργασίας και διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην ελληνική οικονομία.
Η ΕΔΟΑ αναφέρει ότι η Ελλάδα αυτή τη στιγμή είναι η δεύτερη σε παραγωγή χώρα παγκοσμίως στο ακτινίδιο, με έναν όγκο που φέτος θα αγγίξει τους 350.000 τόνους και σε βάθος πενταετίας θα ξεπεράσει τους 700.000 τόνους.
Με δεδομένα ότι το σύνολο της παραγωγής εξάγεται και μια μέση τιμή πώλησης ανέρχεται σε 1.20 ευρώ ανά kg, ο τζίρος του κλάδου υπολογίζεται σε 420.000.000 ευρώ, ο οποίος αναμένεται να διπλασιαστεί την επόμενη πενταετία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα έσοδα του κράτους και την οικονομία της χώρας.
Όπως επισημαίνει η ΕΔΟΑ στην επιστολή της, οι αλόγιστες αυξήσεις στην ενέργεια έχουν εκτοξεύσει το κόστος αποθήκευσης σε τιμή δεκαπλάσια σε σχέση με την εμπορική περίοδο 2020-2021 (από 0,02 λεπτά το κιλό ανά μήνα αποθήκευσης σε 0,22 λεπτά το κιλό /μήνα αποθήκευσης!!). Το ακτινίδιο είναι ένα φρούτο με εμπορική περίοδο έξι μηνών, που πρέπει να διατηρηθεί στο ψυγείο.
«Αυτή τη στιγμή με βάση το κόστος της ενέργειας οι επιχειρήσεις του κλάδου αδυνατούν να αποθηκεύσουν το προϊόν, το πρόβλημα δε που θα δημιουργηθεί θα έχει ως αποτέλεσμα να μείνει μεγάλο μέρος της παραγωγής αδιάθετο (στα δέντρα). Την κατάσταση έρχονται να επιβαρύνουν η μείωση της κατανάλωσης στα φρούτα, η οποία παγκοσμίως ξεπερνά το 35% και η κατακόρυφη αύξηση των μεταφορικών και των υλικών συσκευασίας.
Οι επιχειρήσεις του κλάδου κινδυνεύουν άμεσα να μην είναι πια βιώσιμες και να μη μπορούν να ανταπεξέλθουν στο παγκόσμιο εμπόριο, αφήνοντας στους άμεσα ανταγωνιστές τους (Ιταλούς, Ισπανούς, Γάλλους) την εμπορία του ακτινιδίου».
Παράλληλα το κόστος της πρωτογενούς παραγωγής έχει αυξηθεί τουλάχιστον 40% σε σχέση με πέρυσι. Ενδεικτικά αναφέρεται το κόστος άρδευσης και λίπανσης που έχουν εκτοξευθεί. Οι εργάτες γης είναι δυσεύρετοι, έπεται μια πολύ δύσκολη συγκομιδή και οι αγρότες βρίσκονται σε απόγνωση, αφού αντιλαμβάνονται ότι φέτος το προϊόν τους κινδυνεύει να μείνει αδιάθετο.
Έχοντας όλα αυτά δεδομένα, οι παραγωγοί και οι τυποποιητές/διακινητές ακτινιδίου ζητούν άμεση και σταθερή στήριξη για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν και να διατηρήσουν τον κλάδο ζωντανό, επισημαίνοντας ότι απαιτείται άμεσα σταθερότητα της τιμής ρεύματος ώστε να προβλεφθεί το κόστος του προϊόντος και η τιμή πώλησης των ακτινιδίων και μακροπρόθεσμα η παροχή κινήτρων με γενναίες επιδοτήσεις της τάξης του 80-85% σε επιχειρήσεις και παραγωγούς για να στραφούν σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για ιδία χρήση και να αποκτήσουν ενεργειακή αυτονομία