Ρισκάρει τα πάντα η ΕΚΤ και ανεβάζει τα επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης

Η κατάρρευση δύο τραπεζών στις Ηνωμένες Πολιτείες και η επιμονή του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με την αναταραχή στην Ευρώπη εξαιτίας της Credit Suisse προκαλεί έντονη ανησυχία στην Ευρωπαϊκή Κεντρικής Τράπεζα, και αυτό αποτυπώθηκε και στη σημερινή της συνεδρίαση.

Εν μέσω των κλυδωνισμών αυτών, ΕΚΤ αποφάσισε να αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 50 μονάδες βάσης, διαβεβαιώνοντας παράλληλα ότι το παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, το τραπεζικό σύστημα της Ευρώπης παραμένει ισχυρό, και έχει όλα τα εργαλεία στην εργαλειοθήκη της για να αντιμετωπίσει την κρίση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μόλις έσκασε η νέα κρίση της Credit Suisse, αρκετοί αναλυτές έσπευδαν χθες να τονίσουν ότι ήταν πολύ πιθανόν η ΕΚΤ να βάλει φρένο στις αυξήσεις επιτοκίων, αναμένοντας να δει πώς θα εξελιχθεί η κρίση.

Ωστόσο, η σανίδα σωτηρίας που παρείχε η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας (SNB), με τη διοχέτευση έως και 50 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων (50,6 δισ. ευρώ) και την αγορά χρέους της τράπεζας ύψους έως και 3 δισ. φράγκων, επανέφερε την εμπιστοσύνη στην αγορά, τουλάχιστον προσωρινά.

Η απόφαση του εποπτικού φορέα της ελβετικής κεφαλαιαγοράς (FINMA) και της SNB έχει σκοπό την ενίσχυση της Credit Suisse, που θεωρείται συστημικά σημαντική τράπεζα, που δεν πρέπει να τίποτα να πτωχεύσει. Να σημειωθεί πως είναι η πρώτη φορά που ανακοινώνεται η χορήγηση τόσο μεγάλης ρευστότητας σε μεγάλη τράπεζα σε παγκόσμια κλίμακα, από την τραπεζική κρίση του 2008.

Η απόφαση αυτή έρχεται λίγο μετά την απότομη πτώση των μετοχών της ελβετικής τράπεζας την Τετάρτη, σε ιστορικό χαμηλό για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα, αφού ο κορυφαίος επενδυτής της, Saudi National Bank, ανακοίνωσε ότι δεν θα είναι σε θέση να παράσχει περαιτέρω βοήθεια.

Όπως αναφέρει η σχετική ανακοίνωση ο πληθωρισμός προβλέπεται να παραμείνει πολύ υψηλός για πάρα πολύ καιρό.

«Ως εκ τούτου, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 50 μονάδες βάσης, σύμφωνα με την αποφασιστικότητά του να διασφαλίσει την έγκαιρη επιστροφή του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%».

Η ΕΚΤ τονίζει ότι το αυξημένο επίπεδο αβεβαιότητας ενισχύει τη σημασία μιας προσέγγισης που εξαρτάται από τα δεδομένα για τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια πολιτικής, η οποία θα καθορίζεται από την εκτίμησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και τη δύναμη της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.

Το Διοικητικό Συμβούλιο παρακολουθεί στενά τις τρέχουσες εντάσεις στην αγορά και είναι έτοιμο να ανταποκριθεί όπως απαιτείται για τη διατήρηση της σταθερότητας των τιμών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας στη ζώνη του ευρώ. Ο τραπεζικός τομέας της ζώνης του ευρώ είναι ανθεκτικός, με ισχυρές θέσεις κεφαλαίου και ρευστότητας. Σε κάθε περίπτωση, η  εργαλειοθήκη πολιτικής της ΕΚΤ είναι πλήρως εξοπλισμένη για να παρέχει στήριξη ρευστότητας στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ζώνης του ευρώ, εάν χρειαστεί, και για να διατηρήσει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι επενδυτές και οι οικονομολόγοι άλλαξαν γρήγορα τις προβλέψεις τους για την πορεία της Fed, η οποία μόλις την περασμένη εβδομάδα έπαιζε με την ιδέα να επιταχύνει τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων της και να επιλέξει αύξηση του επιτοκίου κατά μισή μονάδα στη συνεδρίασή της στις 21-22 Μαρτίου. Στον απόηχο των τραπεζικών χρεοκοπιών, η Wall Street ήταν διχασμένη ως προς το αν η Fed θα προχωρήσει σε άλλη μια αύξηση των επιτοκίων κατά ένα τέταρτο της μονάδας ή θα παραιτηθεί εντελώς από μια αύξηση.

Η κατάρρευση της SVB και της ακόμα μικρότερης Signature Bank θεωρείται ως συνέπεια της επιθετικής αύξησης των επιτοκίων από την Federal Reserve, προκειμένου να πατάξει τον ιστορικά υψηλό πληθωρισμό, ακόμα και αν αυτό θα ήταν σε βάρος της αναπτυξιακής τροχιάς. Και μάλιστα, πολλοί αξιωματούχοι της Fed εξέφραζαν την έκπληξή τους για το πόσο μικρή αναταραχή είχε προκαλέσει μέχρι τώρα η αύξηση των επιτοκίων τους. 

Τα γεράκια μάλιστα, έχοντας αυτό ως σημαία, και προκρίνοντας την ισχυρή αγορά εργασίας, τους ενθάρρυνε να ζητούν ακόμα πιο επιθετικές αυξήσεις.
Αυτό μπορεί να αλλάξει τώρα, με ορισμένους αναλυτές να υποστηρίζουν ότι η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ θα πρέπει να προσανατολίζεται πλέον προς ένα χαμηλότερο τελικό σημείο στον κύκλο αύξησης των επιτοκίων.
Φρένο στις αυξήσεις

Η Goldman Sachs προχωρά ένα βήμα πιο πέρα, και εκτιμά ότι η Federal Reserve κατά τη συνεδρίασή της την επόμενη εβδομάδα, δεν θα πρέπει να προχωρήσει σε μία ακόμα αύξηση των επιτοκίων της.  «Υπό το φως της πίεσης στο τραπεζικό σύστημα, δεν αναμένουμε πλέον από την FOMC να ανακοινώσει αύξηση επιτοκίων στην επόμενη συνεδρίασή της στις 22 Μαρτίου», δήλωσε ο οικονομολόγος της Goldman, Γιαν Χάτζιους σε σημείωμα της Κυριακής.

H προηγούμενη εκτίμηση της Goldman έκανε λόγο για αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης. Τον περασμένο μήνα, η Ομοσπονδιακή Ειτροπή Ανοικτής Αγοράς για τον καθορισμό των επιτοκίων αύξησε το επιτόκιο ομοσπονδιακών κεφαλαίων κατά ένα τέταρτο της εκατοστιαίας μονάδας σε ένα εύρος στόχου από 4,5% έως 4,75%, το υψηλότερο από τον Οκτώβριο του 200

Η αρχική αίσθηση ήταν ότι τα προβλήματα της SVB ήταν «ιδιοσυγκρασιακά», όπως το έθεσαν οι αναλυτές της Bank of America, με άλλους να σημειώνουν ότι οι αγορές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ως απρόσβλητα από τις επιπτώσεις.