Νίκος Ρούσσης – Στρασβούργο
Δεν χρειάσθηκε παρά μία ανακοίνωση από την Gazprom, ότι σταματά εντελώς τη ροή φυσικού αερίου προς την ΕΕ, εξαιτίας τεχνικού προβλήματος, για να φανεί η «γύμνια» και η αδυναμία της Κομισιόν, να επιβάλλει «πλαφόν» στις τιμές φυσικού αερίου.
Έτσι, έπεσαν στο κενό οι πολυαναμενόμες προτάσεις της Κομισιόν και της Προέδρου της , για τον έλεγχο των τιμών στην ενέργεια (φυσικό αέριο) και το ενδεχόμενο επιβολής πλαφόν, καθώς και την σχεδιαζόμενη αποδέσμευση της τιμής του ρεύματος από εκείνην του φυσικού αερίου.
Βέβαια, όπως έχει υπογραμμισθεί από έγκυρους παρατηρητές Βρυξελλών και Στρασβούργου, οι αναμενόμενες προτάσεις της Προέδρου της Κομισιόν, στερούνταν σοβαρότητας και σοβαρής πιθανότητας εφαρμογής τους, ακόμη και αν συνεχίζονταν η ροή του ρώσικου φυσικού αερίου.
Προς τούτο έχει αναφερθεί ότι, πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου με το βλέμμα στους καταναλωτές έχει ήδη τεθεί σε ισχύ από τον Ιούνιο σε Ισπανία και Πορτογαλία που έχουν πάρει το πράσινο φως από τις Βρυξέλλες για την πιλοτική εφαρμογή αυτού του συστήματος.
Ωστόσο, όπως σημειώνεται, η Ιβηρική Χερσόνησος δεν αγοράζει μεγάλες ποσότητες ρωσικού αερίου και είναι σε έναν βαθμό αποσυνδεδεμένη από την ευρύτερη αγορά χονδρικής της ΕΕ.
Η επέκταση αυτού του ιβηρικού συστήματος σε ολόκληρη την ΕΕ θα μπορούσε πάντως να έχει και κάποιες ανεπιθύμητες συνέπειες, προειδοποιούν οι αναλυτές.
Το τεχνητά «φθηνό» αέριο θα μπορούσε να ενθαρρύνει τους Ευρωπαίους να καταναλώνουν περισσότερο μόλις ένα μήνα αφότου τα κράτη μέλη της ΕΕ συμφώνησαν να μειώσουν «εθελοντικά» την κατανάλωση κατά 15% μέχρι τον Απρίλιο του 2023.
Σε μια τέτοια περίπτωση, η μεγαλύτερη ζήτηση θα ωθούσε τις τιμές προς τα πάνω καθιστώντας έτσι, με την πάροδο του χρόνου, την επιδότηση μη βιώσιμη για τις κυβερνήσεις.
Επιπλέον, χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία είναι ήδη υπερχρεωμένες, όπερ σημαίνει και θα έμπαιναν ακόμη πιο βαθιά μέσα σε χρέη εάν δανείζονταν περισσότερα χρήματα για να προστατεύσουν τους πολίτες τους από τους υπερβολικά υψηλούς λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται.
Κρίνοντας, όμως, από μία πολύ πρόσφατη απάντηση της Επιτρόπου Simson, προς την Αυστριακή ευρωβουλευτή της Ομάδας Renew, Claudia Gamon, o προσανατολισμός της Κομισιόν, για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, δεν αφορούσε τις υπερφίαλες ανακοινώσεις για την επιβολή πλαφόν στο φυσικό αέριο αλλά τις δυνατότητες αποθήκευσης ενέργειας από τα κράτη-μέλη της ΕΕ.
Για το σκοπό αυτό, μάλιστα, η Κομισιόν ανέθεσε μια νέα μελέτη για την αποθήκευση ενέργειας, η οποία θα ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2022.!
Ακολουθεί ολόκληρη η απάντηση της Επιτρόπου, με δικές μας υπογραμμίσεις:
Απάντηση από την κα Simson εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (25.8.2022)
Η συνάφεια της αποθήκευσης ενέργειας αντικατοπτρίζεται στο σχέδιο REPowerEU , που τονίζει τη σημασία της αποθήκευσης ενέργειας για τη διασφάλιση της ευελιξίας και της ασφάλειας του εφοδιασμού στην ενέργεια σύστημα διευκολύνοντας την ενσωμάτωση της παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, υποστηρίζοντας το δίκτυο και μετατόπιση ενέργειας στη στιγμή που χρειάζεται περισσότερο.
Το σχέδιο αναγνωρίζει επίσης τον ρόλο της αποθήκευσης ενέργειας στη μείωση της χρήσης σταθμών ηλεκτροπαραγωγής αερίου στο ενεργειακό σύστημα.
Προκειμένου να προωθηθεί η ανάπτυξη της ικανότητας αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας, η Κομισιόν πρότεινε να εξεταστεί το ενδεχόμενο αποθήκευσης περιουσιακών στοιχείων που σχετίζονται με εγκαταστάσεις, για την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ως υπέρτερο δημόσιο συμφέρον και διευκόλυνση της αδειοδότησης για την ανάπτυξή τους.
Το μελλοντικό ενεργειακό σύστημα θα απαιτήσει την ανάπτυξη λύσεων μεγαλύτερης ευελιξίας, όπως π.χ αποθήκευση ενέργειας. Πρέπει να κατευθυνθούν σημαντικές επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα.
Όπως τονίζεται στο την ανακοίνωση για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων τιμών της ενέργειας, η Κομισιόν θα υποστηρίξει την ανάπτυξη μελλοντικής αποθήκευσης ενέργειας και θα προσδιορίσει βασικές ενέργειες της ΕΕ για την υποστήριξή τους.
Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή ανέθεσε μια νέα μελέτη για την αποθήκευση ενέργειας, η οποία θα ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2022. Η μελέτη θα αξιολογήσει τις διαφορετικές τεχνολογίες αποθήκευσης, την αγορά τους αξία και πιθανά ρυθμιστικά εμπόδια και βέλτιστες πρακτικές στην ΕΕ και παγκοσμίως. Αυτή η μελέτη θα συμβάλει στο έργο της Κομισιόν για τον εντοπισμό βασικών δράσεων της ΕΕ για την υποστήριξη της ανάπτυξη της αποθήκευσης ενέργειας ως βασικό εργαλείο ευελιξίας, τόσο βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα όσο και επιλογές μακροπρόθεσμης αποθήκευσης.