Αν και δεν αποκλείεται πλήρως μια νέα μείωση των επιτοκίων τον Ιούλιο, περισσότερα στοιχεία και μια νέα σειρά προβλέψεων θα είναι διαθέσιμα δύο μήνες αργότερα, δήλωσε ο Μπόρις Βούτσιτς της ΕΚΤ σε συνέντευξή του στο Bloomberg.
Οποιαδήποτε ένδειξη καθυστέρησης στην επίτευξη του στόχου της ΕΚΤ θα μείωνε τις πιθανότητες νέας μείωσης του κόστους δανεισμού.
«Πρέπει να δούμε περισσότερα»
«Για να κάνουμε περισσότερα, πρέπει να δούμε περισσότερα», δήλωσε ο Βούτσιτς από το Ντουμπρόβνικ της Κροατίας. «Οποιαδήποτε παράταση της υποχώρησης του πληθωρισμού προς τον μεσοπρόθεσμο στόχο αποδυναμώνει την περίπτωση μείωσης των επιτοκίων και το αντίστροφο», σημείωσε.
Η ΕΚΤ μείωσε τα επιτόκια κατά ένα τέταρτο της μονάδας νωρίτερα τον Ιούνιο – εννέα μήνες μετά την τελευταία αύξηση. Η απόφαση ήρθε παράλληλα με προβλέψεις που έδειχναν ελαφρά επιβράδυνυνση του πληθωρισμού φέτος και το 2025.
«Θα παρακολουθούμε τα εισερχόμενα στοιχεία μέχρι τον Σεπτέμβριο, μέχρι τότε θα έχουμε τρεις ακόμη μετρήσεις για τον πληθωρισμό, την οικονομική δραστηριότητα, τα στοιχεία για την αγορά εργασίας και τις χρηματοπιστωτικές αγορές», ανέφερε ο Βούτσιτς. «Ο Ιούλιος είναι πάντα μια επιλογή, αλλά πολύ περισσότερα δεδομένα θα είναι διαθέσιμα τον Σεπτέμβριο. Όλα είναι ανοιχτά σε αυτή τη συνεδρίαση – μια παύση ή μια περικοπή», πρόσθεσε.
Ο Λετονός συνάδελφος του, Μάρτιν Κάζακς, έδωσε παρόμοιο τόνο σε ξεχωριστή συνέντευξη στο Bloomberg. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν πρέπει να επιτρέψουν στον πληθωρισμό να παραμείνει πάνω από το 2% μέχρι το 2026, είπε. Επί του παρόντος, η ΕΚΤ αναμένει να φτάσει σε αυτό το επίπεδο το τέταρτο τρίμηνο του επόμενου έτους.
Ο Σλοβένος ομόλογός τους, Μπόστιαν Βάσλε, δήλωσε ότι τα επιτόκια δεν θα μειωθούν με τον ίδιο γρήγορο ρυθμό που αυξήθηκαν.
Ο κίνδυνος των υπηρεσιών
Ο Βούτσιτς δήλωσε επίσης ότι, ενώ το βασικό πλαίσιο της ΕΚΤ δείχνει ότι ο πληθωρισμός κινείται προς το στόχο, οι αξιωματούχοι πρέπει να παρακολουθούν ιδιαίτερα τις υπηρεσίες.
Είναι λιγότερο εμπορεύσιμες και πιο ευαίσθητες στους μισθούς, είπε, οπότε ο πληθωρισμός σε αυτό το τμήμα της οικονομίας είναι πιθανώς πιο δύσκολο να μειωθεί.
«Η ζήτηση εξακολουθεί να είναι πολύ ισχυρή στις υπηρεσίες και υπάρχει το ερώτημα αν γινόμαστε μάρτυρες μιας πιο μόνιμης αλλαγής στις προτιμήσεις των καταναλωτών προς τις υπηρεσίες συγκριτικά με τα αγαθά», τόινσε. «Δεν έχω απάντηση τώρα, αλλά θα το μάθουμε εν ευθέτω χρόνω», επεσήμανε.