Η Δύση έχει μέχρι στιγμής αποτύχει να συμφωνήσει σε μαξιμαλιστικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αρνούμενη να την αποκλείσει από το διεθνές σύστημα τραπεζικών συναλλαγών Swift, κυρίως εξαιτίας του φόβου πολλών ευρωπαϊκών χωρών για την ενεργειακή τους τροφοδοσία.
Αν και το μέτρο βρίσκεται στο τραπέζι, κανένα μέτρο αποκλεισμού των ρωσικών τραπεζών από αυτό το διεθνές σύστημα πληρωμών, βασικό μοχλό του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν αποφασίσθηκε χθες, Πέμπτη, από τους ευρωπαίους ηγέτες κατά την σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών.
Πολλές χώρες, όπως η Γερμανία, η Αυστρία και η Ουγγαρία, διατύπωσαν επιφυλάξεις, φοβούμενες τις συνέπειες μιας τέτοιας απόφασης στις εξαγωγές του ρωσικού φυσικού αερίου.
«Ο αποκλεισμός από το Swift θα είχε τεράστιες επιπτώσεις (…) για τις γερμανικές επιχειρήσεις στις σχέσεις τους με την Ρωσία, αλλά επίσης και στην διευθέτηση των πληρωμών για την προμήθεια ενέργειας», δικαιολογήθηκε σήμερα ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Χέμπεστράιτ.
Στην Ουγγαρία, ο πρωθυπουργός Βίκτορ Ορμπάν εξέφρασε ικανοποίηση που οι κυρώσεις που αποφασίσθηκαν χθες «δεν επεκτείνονται στην ενέργεια», πράγμα που αποτελεί εγγύηση «για την τροφοδοσία σε ενέργεια της Ουγγαρίας και άλλων χωρών μελών της ΕΕ».
Πυρηνικό όπλο
Η Swift, ακρωνύμιο του Society for Worldwide Interbank Financial Telecommunication, είναι μία εταιρεία με έδρα τις Βρυξέλλες και, κατά συνέπεια, διέπεται από το βελγικό και το ευρωπαϊκό δίκτυο.
Ιδρύθηκε το 1973 και είναι ένα από σημαντικότερα δίκτυα τραπεζικής και χρηματοπιστωτικής επικοινωνίας, που επιτρέπει τις διατραπεζικές συναλλαγές μεταξύ των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του ρωσικού οργανισμού Rosswift, η Ρωσία είναι η δεύτερη χώρα μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες σε αριθμό χρηστών του συστήματος αυτού, με 300 ρωσικές τράπεζες και θεσμούς ως μέλη της.
Στην πράξη, το σύστημα επιτρέπει σε μία χώρα, όπως η Γερμανία, να πληρώνει ηλεκτρονικά την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου.
Ο αποκλεισμός μιας χώρας από το σύστημα αυτό θεωρείται «πυρηνικό οικονομικό όπλο», αφού οι συνέπειες στις οικονομικές σχέσεις της χώρας αυτής με τον υπόλοιπο κόσμο είναι τεράστιες.
Αλλά ο αποκλεισμός ενός κράτους από το Swift σημαίνει ότι ούτε οι άλλες τράπεζες μπορούν να έχουν συναλλαγές με τις τράπεζες της τιμωρημένης χώρας. Ενα δεδομένο που δεν έχει διαφύγει της προσοχής των περισσότερο οικονομικά εξαρτημένων χωρών από την Ρωσία, όπως είναι η Γερμανία.
«Πρέπει πάντα να προσέχουμε να μην βλάψουμε τους εαυτούς μας περισσότερο από τους άλλους – στην περίπτωση αυτή, οι κυρώσεις δεν έχουν κανένα νόημα», δήλωσε ο γερμανός βουλευτής Γιούργκεν Τριτίν, ειδικός σε διεθνή θέματα του κόμματος των Πρασίνων.
Αλλά και ακόμη χώρες με μικρή έκθεση στις ρωσικές πρώτες ύλες, όπως η Γαλλία, παραμένουν επιφυλακτικές ως προς την λήψη του μέτρου αυτού με την τόσο περιπεπλεγμένη εφαρμογή.
«Το Swift περιλαμβάνεται στις επιλογές, αλλά είναι η έσχατη επιλογή», σχολίασε σήμερα ο γάλλος υπουργός οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ.
Αγανάκτηση
Η Αυστρία δήλωσε, μέσω του καγκελαρίου Καρλ Νεχάμερ, ότι οι οικονομικές κυρώσεις που αποφασίσθηκαν χθες από τους ηγέτες της G7 θα πλήξουν ήδη το 70% των ρωσικών τραπεζών στις συναλλαγές τους, καθιστώντας άχρηστο τον αποκλεισμό από το Swift.
Η διστακτική αυτή στάση προκαλεί αγανάκτηση και στο εσωτερικό της Ευρώπης: «Οι κυβερνήσεις της ΕΕ που έχουν μπλοκάρει τις δύσκολες αποφάσεις (…) έχουν ατιμασθεί», δήλωσε ο πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ και σημερινός πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Τις ίδιες επικρίσεις έχει διατυπώσει το Κίεβο.
Από βρετανικής πλευράς, ο πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον τάχθηκε επίσης κατά την διάρκεια της συνόδου της G7 υπέρ του αποκλεισμού της Ρωσίας από το Swift, σύμφωνα με εκπρόσωπο της Ντάουνινγκ Στριτ.
«Θέλουμε να απενεργοποιηθεί το Swift. Αλλες χώρες δεν θέλουν», δήλωσε στο BBC ο βρετανός υπουργός Αμυνας Μπεν Ουάλας.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε χθες ότι ο αποκλεισμός της Ρωσίας από το Swift παραμένει μία επιλογή, παραδεχόμενος ότι «αυτήν την στιγμή δεν είναι μία επιλογή που συμμερίζονται οι Ευρωπαίοι».
Ηδη το 2014, λίγο μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, το μέτρο συζητήθηκε, αλλά τελικά εγκαταλείφθηκε.